Ενας παραβατικός νεαρός με το αλλόκοτο παρατσούκλι ΣοφόςΤουΓκραν, περισσότερο απροσάρμοστος παρά επικίνδυνος, μπλεγμένος με τις μικροκλοπές και τα ναρκωτικά, μπουκάρει μια νύχτα στο ΜαγαζάκιΤουΚαρντόζο με σκοπό να σηκώσει όλο το κουμπού, να αδειάσει δηλαδή το χρηματοκιβώτιο της επιχείρησης. Για κακή του τύχη, ωστόσο, ο γέρος ιδιοκτήτης επιστρέφει την ίδια ώρα, αποφασισμένος και οπλισμένος. Μεσολαβεί ένας αγωνιώδης διάλογος μες στο χάος του σκοταδιού. Ο επίδοξος ληστής καταφέρνει μεν, με έναν αιφνιδιαστικό τρόπο, να ξεφύγει, όχι όμως και να γλιτώσει, επειδή μια σφαίρα τον πετυχαίνει στο ματάκο, στον πισινό δηλαδή. Με πόνο και κόπο, σερνάμενος, ο ΣοφόςΤουΓκραν φτάνει τελικά σε ένα μέρος ασφαλές, που ευτυχώς δεν απείχε αρκετά από τον τόπο του αποτυχημένου εγκλήματος.
Ηταν η πολυκατοικία, μια πολυκατοικία σχεδόν διάσημη και ασφαλώς διακριτή από τις άλλες, την οποία μάλιστα ορισμένοι αποκαλούσαν «μαγεμένη». Ηταν ένα ταλαιπωρημένο, στα όρια της κατάρρευσης, κτίριο με έξι ορόφους στην περιοχή της Μαγιάνγκα, στην καρδιά της Λουάντας, της πρωτεύουσας της Ανγκόλας. Η μυθολογία της συγκεκριμένης πολυκατοικίας (εκεί ζούσε και η οικογένεια του ΣοφούΤουΓκραν: ο πατέρας του Οντοντάτο, η μητέρα του Σιλισμπάμπα, η αδελφή του η Κιτρινούλα και η ΓιαγιάΚουνζικίζε, η προγιαγιά του) συνδεόταν με τις ατέλειωτες ιστορίες που κυκλοφορούσαν και την αφορούσαν, «σχετικά μ’ έναν πρώτο όροφο που τον κατέκλυζαν μυστηριώδη και δροσερά νερά, όπως επιβεβαίωναν όσοι περνούσαν αποκεί, νερά που έδιναν στο σώμα και στην ψυχή μια διαφορετική και ζωτική ενέργεια, πράγμα που όπως αποδείχτηκε ήταν πολύ δύσκολο να εξηγήσει κανείς σ’ αυτούς που δεν είχαν ποτέ βρεθεί εκεί».
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος