«Γιατί ο Στρατής Τσίρκας δεν κάνει Ιστορία, άλλά η Αριάγνη όπως και η Λέσχη του προϋποθέτουν την Ιστορία. Και η δυσκολία βρίσκεται εδώ. Προϋποθέτουν μια Ιστορία άγραφη ακόμη, πολύ λίγο γνωστή στους μεταγενέστερους, μια υπό εκκρεμότητα, θα έλεγε κανείς, Ιστορία».
Η ρήση αυτή του Μανόλη Αναγνωστάκη κατά την υποδοχή του δεύτερου βιβλίο της περιβόητης έκτοτε τριλογίας εξακολουθεί εν μέρει να ισχύει ακόμα και σήμερα, εξήντα τόσα χρόνια αργότερα – με μια απαραίτητη συμπλήρωση, νομίζω, για τους τωρινούς αναγνώστες: τα βιβλία αυτής της μυθιστορηματικής τοιχογραφίας προϋποθέτουν και μια ιδεολογία η οποία τα συνέχει.
Η ανίχνευση και οριοθέτηση αυτής της ιδεολογικής συνοχής και συνέπειας είναι το ζητούμενο της προσέγγισης που επιχειρεί ο Γιάννης Παπαθεοδώρου, έχοντας κατ’ επανάληψη ασχοληθεί με το συγκεκριμένο πεζογράφημα και τον συγγραφέα του.
Τα πυρά της κομματικής λέσχης
Η γραφή της Λέσχης (1961), πρώτου μέρους του τρίπτυχου μυθιστορήματος, δίχασε τόσο τη λογοτεχνική κριτική όσο και τον «προνομιακό αποδέκτη» της, τον κόσμο της Aριστεράς. Μορφολογικά, κείμενο διόλου εύπεπτο, δίχως γραμμική εξιστόρηση, με διαρκείς παλινδρομήσεις, αναδρομές, καθηλωτικές παρενθέσεις· και θεματικά-ιδεολογικά, αιρετικό: οι τολμηρές καταγγελίες για την τυφλή κομματική καθοδήγηση και τον γραφειοκρατισμό μπορεί να εντάσσονταν στο πνεύμα ενός γενικευμένου αναθεωρητισμού, σύμφωνα με το κλίμα της «τήξης» των σοβιετικών πάγων και μιας υποσχετικής αποσταλινοποίησης, αλλά η ελληνική Aριστερά κρατούσε σθεναρή αντίσταση στο κύμα αυτών των αλλαγών.
Σε αδρές γραμμές, είναι γνωστή η περιπέτεια του Τσίρκα με τον κομματικό μηχανισμό: η Λέσχη του δέχτηκε πυρ ομαδόν από το κομματικό κατεστημένο και ο ίδιος διαγράφηκε από το ΚΚΕ. Οι συνθήκες αυτής της ρήξης έχουν ήδη συζητηθεί τόσο από τη Χρύσα Προκοπάκη, τον Μίλτο Πεχλιβάνο και άλλους, σε σχετικά μελετήματά τους, όσο και σε ευρύτερες έρευνες γύρω από τον απογαλακτισμό μιας αντιδογματικής, «ανανεωτικής», Aριστεράς από τη σοβιετική πολιτική και αισθητική.
Ο Παπαθεοδώρου επανέρχεται στο τραυματικό επεισόδιο της καταδίκης του Τσίρκα και του «αντιρρητικού» μυθιστορήματός του πλαισιώνοντάς το με τις αναγκαίες ιστορικές προϋποθέσεις: το ρηξικέλευθο αλλά και δίβουλο 1956 με τα παραφερνάλιά του – το 20ό συνέδριο του ΚΚΣΕ που αποκηρύσσει τον σταλινικό αυταρχισμό, αλλά και την εισβολή των σοβιετικών τανκς στη Βουδαπέστη (τα περίφημα «Ουγγρικά»), καθώς και την κρίση του Σουέζ που προωθεί έναν αντιαποικιακό νασερισμό.
Κομίζοντας αρχειακά τεκμήρια που πιστοποιούν την ωμή κομματική παρέμβαση στους όρους πρόσληψης του μυθιστορήματος, τόσο από τον κεντρικό μηχανισμό του παράνομου ΚΚΕ στο Βουκουρέστι (με τον Λογοτεχνικό Κύκλο της Διαφώτισης και τις ουσιαστικά λογοκριτικές δικαιοδοσίες του) όσο και από τους εγχώριους πυρήνες μιας στρατευμένης διανόησης που (πλην φωτεινών εξαιρέσεων) δυσκολεύονταν να αποσκιρτήσουν από την πεπατημένη του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, ο Παπαθεοδώρου καταθέτει έναν πλήρη φάκελο για τη Λέσχη: παρουσιάζονται τόσο τα καταγγελτικά όσο και τα υπερασπιστικά στοιχεία προκειμένου ο σύγχρονος αναγνώστης να έχει σφαιρική εποπτεία του ορίζοντα προσδοκιών της εποχής και να σταθμίσει το επίπεδο της μεταπολεμικής λογοτεχνικής κριτικής, αλλά και των ταυτοτικών διεργασιών της ελληνικής Aριστεράς.
Και Ρέμινγκτον και μέτωπο
Το κατώφλι της Λέσχης γίνεται εν πολλοίς απροϋπόθετος όρος για τη συνέχιση της συγγραφικής (και αναγνωστικής) πορείας των Ακυβέρνητων πολιτειών, στην Αριάγνη (1962) και στη Νυχτερίδα (1965). Ο Τσίρκας αναλαμβάνει με μεγαλύτερη ζέση τη διασύνδεση της τριλογίας του με την Ιστορία και τη γείωσή της στις τοπικές ιδιαιτερότητες. Η κορύφωση της πολιτικής έντασης, τον Απρίλη του 1944, με την καταστολή της εξέγερσης μέρους των ελληνικών δυνάμεων που υπηρετούσαν στη Βόρεια Αφρική και τα διακυβεύματα αυτής της κίνησης ως κεφάλαια μιας άγραφης ιστορίας που γυρεύει τη δικαίωσή της λειτουργεί ως ενδόσιμο για μια εμβάθυνση στη γεωπολιτική ανάγνωση των δεδομένων.
Ο Τσίρκας, Αιγυπτιώτης και κομμουνιστής, γνωρίζει εκ των έσω τα παιχνίδια που παίζονται στον τόπο του, αγλαϊσμένον από την αύρα ενός οριενταλισμού και κοσμοπολιτισμού που καλύπτει άτεχνα μια στυγνή αποικιοκρατική αντίληψη. Δεν είναι διατεθειμένος να κάνει εκπτώσεις στα βαθύτερα πιστεύω του και επιχειρεί να αναδείξει όσο καλύτερα μπορεί τα λάθη, τις αντιφάσεις, τις προοπτικές και τις συνέπειες μιας βιαστικής ανάγνωσης του μεσανατολικού χάρτη πάνω στη βράση του πολέμου και στα αμέσως μεταπολεμικά χρόνια.
Στο δράμα που ταλανίζει τον διανοούμενο ήρωά του στις Ακυβέρνητες πολιτείες «Ρέμινγκτον ή μέτωπο», δηλαδή «τέχνη ή δράση», ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται ότι ο συγγραφέας θέτει τον πήχη ψηλά και επιχειρεί να υπερκεράσει το διχαλωτό ερώτημα – έστω και με προσωπικό κόστος και απώλειες, θύοντας σε έναν υπερκομματικό και αλληλέγγυο ουμανισμό.
Η επαναπροσέγγιση της τριλογίας ενταγμένης απολύτως στα ιστορικά και ιδεολογικά της συμφραζόμενα, απαλλαγμένη από τη σκόνη του θυμικού που θολώνει τη μεγάλη εικόνα, αίρει τη μυθιστορηματική πρόταση πάνω από τους περιορισμούς μιας αμιγούς λογοτεχνικότητας. Οι Ακυβέρνητες πολιτείες είναι κάτι παραπάνω από καλοκουρδισμένη λογοτεχνική μηχανή· είναι αναντίρρητα και αυτό: ένα καλοκαμωμένο λογοτεχνικό σκαρί, αλλά συνάμα λειτούργησε και ως καταλύτης στην αλλαγή πλεύσης ενός σημαντικού τμήματος της ελληνικής Αριστεράς στη βραχύβια «άνοιξη» της δεκαετίας του ’60, λίγο πριν η δικτατορία των συνταγματαρχών φιμώσει όλες τις φωνές, τις απόψεις, τους διαλόγους, τις ιδέες.
Εξαιρετικά τεκμηριωμένη, η συνανάγνωση από τον Παπαθεοδώρου του τρίπτυχου μυθιστορήματος μαζί με το ιστορικό και ιδεολογικό φόντο της εποχής του κομίζει σήμερα συγκροτημένες και αιτιολογημένες απαντήσεις σε ερωτήματα αναπάντητα άλλοτε ή στρεβλά διατυπωμένα. Ενα βιβλίο εφεξής συνοδευτικό για όποιον αρχίσει το διάβασμα των Ακυβέρνητων πολιτειών.
Η κυρία Λίζυ Τσιριμώκου είναι ομότιμη καθηγήτρια στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Αλλες ιστορίες και ιστορίες των «Αλλων»
«Η μετααποικιακή λογοτεχνία είναι άμεσα συνυφασμένη με τη γεωγραφία της: Οπως ακριβώς ο Κόνραντ δεν μπορεί να διαβαστεί χωρίς την Αφρική, ο Φόρστερ χωρίς την Ινδία και ο Καμί χωρίς την Αλγερία, έτσι και ο Τσίρκας δεν μπορεί να διαβαστεί και να κατανοηθεί χωρίς την Αίγυπτο. Ωστόσο, αυτή η λογοτεχνία πρέπει να διαβαστεί και μέσα στις τοπικές ιστορίες της αποικιοκρατίας αλλά και έξω από αυτές.
Περισσότερο από τεκμήριο για την αποικιοκρατία στην Αίγυπτο, η τριλογία είναι μυθιστόρημα που άνοιξε τον δρόμο για να συναντηθεί η νεοελληνική πεζογραφία με έναν πλατύτερο κόσμο, στο κέντρο του οποίου βρέθηκε η αφήγηση των “άλλων” ιστοριών αλλά και η αφήγηση των ιστοριών των Αλλων».