«Δεν μπορώ δεν τολμώ / ούτ’ έναν άγγελο να φανταστώ γιατί εγώ / σ’ άλλον πλανήτη, χωρίς αγγέλους / κατεβαίνω». Κι όμως η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ τους αγγέλους της τόλμησε να τους φανταστεί, στον άλλο πλανήτη πια, όπου τώρα, καθώς δεν βρίσκεται κοντά μας, δεν κατεβαίνει αλλά ανεβαίνει. Αλλά οι στίχοι αυτοί, από το ποίημά της «Η ευλογία της έλλειψης» που ανήκει σε μία από τις τελευταίες της συλλογές, την Ανορεξία της ύπαρξης του 2011, σφραγίζουν με το μεταφυσικό και υπαρξιακό τους βάθος μια ποίηση σπάνιου πάθους και αμεσότητας.
Οσοι τη γνωρίσαμε και τη συναναστραφήκαμε, ξέρουμε πως αυτό το πάθος ήταν πάθος ζωής, ή, για να χρησιμοποιήσω μια κοινοτοπία, για την Κατερίνα ποίηση και ζωή ταυτίζονταν. Στα ποιήματά της τα βιώματα μεταμορφώνονταν αλλά παρέμεναν κυρίαρχα διαψεύδοντας τον σαρτρικό αφορισμό ότι «ο άνθρωπος είναι ένα ανώφελο πάθος». Το πάθος (το ερωτικό κατεξοχήν), όπως αποτυπώνεται στα ποιήματά της, είναι κι ένα ξόρκι κατά του θανάτου και αντίδοτο στο αίσθημα της απώλειας. Γι’ αυτό κι εκεί το νόημα παράγεται όχι μόνο από το αίσθημα, αλλά και από την αίσθηση, που τη γνησιότερη έκφρασή της την αποκτά κανείς στη φύση. Διότι, σύμφωνα με τον τίτλο ενός από τα χαρακτηριστικότερα ποιήματά της, «Η φύση έχει την πιο ωραία μνήμη». Η φύση «έχει την πιο ωραία μνήμη», δεδομένου ότι μόνο εκεί όλο το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον συνυπάρχουν, αφού συνοψίζονται στην απόλυτη στιγμή, δηλαδή τη διάρκεια, τη φθορά και ταυτοχρόνως την αθανασία, ή αλλιώς στη διαρκή μεταμόρφωση που αέναα επαναλαμβάνει τον εαυτό της.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος