Γνώρισα την Κική Δημουλά στην εφηβεία μου, όταν μια συμμαθήτρια μού χάρισε το βιβλίο της Το τελευταίο σώμα μου (Στιγμή, 1989). Από τότε η φωνή των ποιημάτων της συνοδεύει τη ζωή μου. Λειτούργησε για μένα σαν σοφή συγγενής, που η πρόθεσή της είναι να ανασύρει και να επικοινωνήσει μια αλήθεια. Μου έδειξε πως μπορεί κανείς να δει τα καθημερινά και τα αόρατα με πολλά διαφορετικά μάτια.
Η σχέση μου με το έργο της Κικής Δημουλά πέρασε από τα στάδια που περνούν όλες οι σημαντικές σχέσεις: από τον ενθουσιασμό της γνωριμίας σε χαμηλόφωνους μονόλογους, από διαφωνίες και σιωπή σε νέες ανακαλύψεις και συγκινήσεις. Η φωνή της παρέμεινε στον εσωτερικό μου κόσμο και την άκουγα σαν σταθερό βηματισμό με συνεχείς στιγμές απογείωσης. Ο,τι είχε αιθέριο και υπερβατικό στην ποίησή της έμοιαζε να συγκρατείται από έναν σκελετό γήινο, από χώμα βαρύ και ποτισμένο καλά με αιχμηρή θλίψη. Σε αυτό το χώμα η Δημουλά φύτεψε τόσα δέντρα που θα έχουν να κουρνιάζουν, να απολαμβάνουν καρπούς και να χαίρονται σκιά πολλοί ακόμα ταξιδιώτες.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος