Ανθρωποι που γράφουν επιστολές από τη θάλασσα, άλλοι που ρεμβάζουν στην άκρη της βεράντας, άλλοι που ταξιδεύουν σε γέφυρες και τρένα. Ανθρωποι που υπήρξαν και επιστρέφουν ως ανάμνηση μελαγχολικών απευθύνσεων, νεκροί γονείς και χαμένοι εραστές, αλλά και άνθρωποι φασματικοί, σχέσεων που επινοήθηκαν. Στα σαράντα ένα ποιήματα του νέου ποιητικού βιβλίου της Μαρίας Λαϊνά Ο,τι έγινε. Ανθρωποι και φαντάσματα το υποκείμενο αναλογίζεται – με τη γνώριμη λιτή, εξομολογητική και ουσιαστική γραφή της – μέρες που φτάνουν στο τέλος τους, σχέσεις που έφτασαν στο δικό τους, μια ζωή που κλείνει κύκλους και κοιτάζει απολογιστικά προς ό,τι έγινε με μια αίσθηση φθοράς και αβεβαιότητας. Φθινοπωρινοί κήποι, νύχτες με τριζόνια, το σκοτάδι, η ομίχλη, τα όνειρα, τόποι μακρινοί, στον χώρο και στον χρόνο, μεταιχμιακοί, είναι τα υποβλητικά σκηνικά των μονολόγων τους που η δραματική τους ένταση – βαθιά αλλά ελεγχόμενη συγκίνηση δωρικής ποιότητας – μαρτυρεί τη μακρά εμπειρία της ποιήτριας στη θεατρική γραφή: «Ο χειρότερος εφιάλτης είπε / φαντάσου, είπε, να μάθεις ξαφνικά / εκεί που κάθεσαι, να μάθεις / να σου πουν δηλαδή αυτοί οι καριόληδες / ότι πιο πολύτιμες στιγμές σου / τα μέρη και οι άνθρωποι / δεν έχουν φύγει / ούτε πεθάνει / αλλά, χειρότερα, / δεν έχουν υπάρξει ποτέ / κόλαση, είπε / αυτό είναι κόλαση· / αλλά και τώρα πάλι βλέπω πράματα ανύπαρκτα / εκεί που κάθομαι τα βλέπω, καταλαβαίνεις; / Τι βλέπεις; είπα, πες μου κάτι ανύπαρκτο / που βλέπεις / νά είπε, έναν τάρανδο / να κατεβαίνει τον δρόμο / και περασμένο στο αυτί του ένα σκουλαρίκι / α, είπα, εντάξει, / αυτό υπάρχει!» («Πράματα ανύπαρκτα»).
Έντυπη έκδοση
Βιβλία
Έντυπη έκδοση