Η πολιτικοκοινωνική αγωνία διαπερνά ολόκληρη την ποίηση του Γιώργου Βέλτσου, αλλά στα δύο τελευταία βιβλία του οξύνεται, καθώς βρίσκεται στο επίκεντρό τους, αλλά και ορίζει την περιφέρειά τους. Η Λευκή Ελλάδα είναι στη ρητορική οργάνωσή της μια αποστροφή αφενός προς τη διαχρονική, εξιδανικευμένη και καπηλευμένη ιδέα της πατρίδας και αφετέρου προς τη σύγχρονη συλλογική ταυτότητά (μας), αποστροφή που λειτουργεί ως έκφραση βαθιάς απέχθειας, ιδίως προς τον δημόσιο βίο αυτού του τόπου ο οποίος, ιδωμένος από την εμπειρική σκοπιά και τη συνειδησιακή κρίση των ποιητών του, είναι πληγή (Σεφέρης) ή μητριά (Μέσκος). Το σύντομο εξαμερές ποίημα Ο κύκλος της Αχμάτοβα έρχεται να λειτουργήσει ως φυσική απόρροια της ψυχοσυναισθηματικής διάθεσης που γέννησε τη Λευκή Ελλάδα. Το ποίημα απευθύνεται στην πολύ γνωστή ρωσίδα ποιήτρια Αννα Αχμάτοβα (1889-1966) που η ζωή και το έργο της προσέλαβαν σε πολλά λογοτεχνικά έργα διαστάσεις συμβόλου, εξαιτίας της περιθωριοποίησης και των διώξεων που υπέστη από το σοβιετικό καθεστώς. Ο Βέλτσος οικειώνεται πτυχές του βίου και του έργου της Αχμάτοβα, συνθέτοντάς τα με περιστάσεις και πρόσωπα του δικού του βιωματικού περιβάλλοντος, από τη μητέρα του, που επίσης ονομαζόταν Αννα, μέχρι την, επίσης Μυκονιάτισσα στην καταγωγή και αριστερή συγγραφέα, Μέλπω Αξιώτη. Ουσιαστικά, όμως, η Αχμάτοβα του Βέλτσου, αν και πρόσωπο αντλημένο από τη λογοτεχνική ιστορία, λειτουργεί ως εκδοχή της ίδιας αλγεινής εμπειρίας που σημαδεύει και τη Λευκή Ελλάδα: το τραύμα στην αναπόδραστη σχέση του ποιητή, εν προκειμένω του Βέλτσου, με την πατρίδα.
Από τη μία η Ελλάδα, λοιπόν, και από την άλλη η ποίηση ορίζουν τα δύο άκρα μιας ταλάντευσης ή μιας διελκυστίνδας που εκτυλίσσεται με δράστη και θύμα της την ευαισθησία και τη συνείδηση του ποιητή, του Γιώργου Βέλτσου. Γι’ αυτό η ποίηση, όπως δήλωσε σε πρόσφατη συνέντευξή του, είναι επιτάφιος θρήνος. Γιατί ο ίδιος μένει παγιδευμένος στη φυλακή τής ακόμη άγραφης λευκής Ελλάδας (πόσοι και ποιοι διαβάζουν τη σύγχρονη ποίηση ως δραστική συμπύκνωση της συλλογικής αυτογνωσίας;) υποχρεωμένος να βιώνει, ως άλλη Αχμάτοβα, τη μοναξιά και την περιθωριοποίηση, με έσχατη καταφυγή του το να συνομιλεί εντελώς φαντασιακά, δηλαδή πραγματικά, με τους οικείους του, τους επίσης μοναχικούς και περιθωριοποιημένους, Ελληνες και ξένους.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος