Λοράν Μπινέ
Η έβδομη λειτουργία της γλώσσας
Μετάφραση Γιώργος Ξενάριος
Εκδόσεις Opera, 2018
σελ. 516, τιμή 18,02 ευρώ
Από τη Γαλλία μάς έρχεται ένα αστυνομικό μυθιστόρημα που διαφέρει από εκείνα που ξέρουμε, τα συνηθισμένα και προβλέψιμα. Τίτλος του Η έβδομη λειτουργία της γλώσσας. Από την εποχή του Ζαν Πατρίκ Μανσέτ, ο οποίος μπόλιασε την αστυνομική λογοτεχνία με τις ιδέες του Μάη του ’68, μέχρι σήμερα, οι Γάλλοι μάς εκπλήσσουν ευχάριστα. Ο συγγραφέας του, ο Λοράν Μπινέ, γνωστός για το εξαιρετικό του μυθιστόρημα HHhH που αναφέρεται στην εκτέλεση του Χάιντριχ, του γερμανού Προστάτη του Ράιχ στην Τσεχοσλοβακία, εδώ εισάγει στην πλοκή μιας κλασικής αστυνομικής ιστορίας την επιστήμη της σημειολογίας, όρο που επινόησε ο Ντε Σοσίρ, ιδρυτής της γλωσσολογίας. Και όχι μόνο αυτό. Βασικός ήρωας γύρω από τον οποίο κινούνται οι υπόλοιποι, υπαρκτά πρόσωπα ή επινοημένα, είναι ο Ρολάν Μπαρτ, ένας από τους σπουδαιότερους σημειολόγους του κόσμου. Τον Φεβρουάριο του 1980, ο Μπαρτ, καθώς επέστρεφε στο σπίτι του, ύστερα από ένα γεύμα με τον Φρανσουά Μιτεράν, φιλόδοξο σοσιαλιστή πολιτικό, οποίος αργότερα έγινε πρόεδρος της Γαλλίας, έπεσε θύμα τροχαίου δυστυχήματος.
«Η ζωή δεν είναι μυθιστόρημα ή, τουλάχιστον, έτσι θέλετε να πιστεύετε». Η επιγραμματική αυτή φράση είναι του ανώνυμου αφηγητή του μυθιστορήματος, δηλαδή του ίδιου του Λοράν Μπινέ, o οποίος συχνά μέσα στο κείμενό του συνομιλεί με τους αναγνώστες. Βλέπουμε λοιπόν τον Μπαρτ, «τον μεγαλύτερο κριτικό του 20ού αιώνα», να περπατάει στην ανηφόρα της οδού Μπιέβρ στο Παρίσι. Είναι αγχωμένος διότι ζει μόνος του μετά τον θάνατο της μητέρας του, με την οποία ο δεσμός ήταν «άκρως προυστικός». Ο αφηγητής ερμηνεύει το άγχος του ως συνέπεια όχι του θανάτου της μητέρας του ή της ανικανότητάς του να γράψει ένα μυθιστόρημα ή ακόμα της αδιαφορίας των αγοριών γι’ αυτόν, αλλά της libido sciendi, της δίψας της γνώσης: ήθελε να προκαλέσει επανάσταση στην ανθρώπινη σκέψη και ενδεχομένως προσδοκούσε ν’ αλλάξει τον κόσμο. Ισως την ώρα που περπατούσε να ένιωθε «σαν τον Αϊνστάιν» τη στιγμή που συλλάμβανε τη θεωρία της σχετικότητας.
Το βέβαιο είναι, διαβάζουμε, πως ο Μπαρτ εκείνη τη στιγμή δεν ήταν προσεκτικός. Σε λίγο ένα φορτηγάκι πέρασε και τον χτύπησε και έπεσε στην άσφαλτο σαν άψυχη κούκλα. Οι περαστικοί δεν μπορούσαν να γνωρίζουν τη σημασία εκείνου του δυστυχήματος που συνέβη το απόγευμα της 25ης Φεβρουαρίου 1980, αφού ακόμα και σήμερα ο κόσμος την αγνοεί, γράφει ο Λοράν Μπινέ. Κι εδώ αρχίζει ο δικός του ρόλος, εκείνος του συγγραφέα που γράφει ένα αστυνομικό μυθιστόρημα με αφορμή τον θάνατο του Ρολάν Μπαρτ. Τι κάνει λοιπόν ο Μπινέ; Επινοεί έναν αστυνομικό, τον Ζακ Μπαγιάρ, που έχει πολεμήσει στην Αλγερία και απεχθάνεται τους μακρυμάλληδες των πανεπιστημίων. Επινοεί ακόμα μια σκηνή στην οποία ο πρόεδρος της Γαλλίας, ο Ζισκάρ ντ’ Εστέν αναθέτει στον Μπαγιάρ να εξιχνιάσει τον ύποπτο θάνατο: κάποιος σκότωσε τον Μπαρτ επειδή έχει στην κατοχή του ένα έγγραφο που αφορά την εθνική ασφάλεια. Ο Μπαγιάρ πειθαναγκάζει έναν νεαρό καθηγητή πανεπιστημίου με ειδίκευση στη σημειολογία, τον Σιμόν, να τον συνοδεύσει στις έρευνές του ως διερμηνέας της ακατάληπτης γλώσσας των σημειολόγων και ξεκινούν ένα μεγάλο ταξίδι στην Μπολόνια, στη Νέα Υόρκη και στη Βενετία.
Τούτο το αστυνομικό μυθιστόρημα είναι επίσης και μια περιδιάβαση στη σημειολογία, στη γλωσσολογία, στη λογοτεχνία και στην πολιτική. Ο Μισέλ Φουκό, ο Ουμπέρτο Εκο, ο Ζακ Ντεριντά, ο Ζιλ Ντελέζ, η Τζούλια Κρίστεβα, ο Ζακ Λακάν, ο Λουί Αλτουσέρ, ο Νόαμ Τσόμσκι και άλλοι διανοητές παίρνουν μέρος σε ένα παράξενο παιχνίδι με δολοφονίες, ιστορίες με συνωμοσίες, βία, ακρωτηριασμούς και μπόλικο σεξ. Η λογοτεχνία η ίδια, κυρίως η γαλλική, είναι αστείρευτη πηγή περίτεχνων λογοτεχνικών ιστοριών, όπως η παρούσα.