Αλεξάνδρα Σαμουήλ
«Πάντα αριθμώ διέταξας»: Αναλογία, αριθμολογία και ποίηση
Eκδόσεις Μελάνι, 2018
σελ. 308, τιμή 17 ευρώ
Στην «Επισημείωσιν» του πρώτου βιβλίου των Ωδών ο Κάλβος εξηγώντας το ιδιότυπο μετρικό του σύστημα, με το οποίο επιχειρεί να αναπαραγάγει ποιητικά «την γνωστήν εις τους παλαιούς μόνον πολύτροπον αρμονίαν», γράφει: «Αποφεύγοντας ούτω το μονότονον των κρητικών επών μιμούμεθα τα κινήματα της ψυχής και χαρακτηρίζομεν τα όσα ή ο νους ή αι του ανθρώπου αισθήσεις απαντώσιν εις την φυσικήν και εις την φανταστήν οικουμένην». Με άλλα λόγια: «Χρησιμοποιώ αυτό το μετρικό σύστημα για να εκφράσω με τους στίχους μου αυτά που νιώθει η ψυχή μου από την επαφή της με τον κόσμο της γης («την φυσικήν οικουμένην») και τον κόσμο του σύμπαντος («την φανταστήν οικουμένην»)». Γιατί ο Κάλβος πίστευε στην ευρέως διαδεδομένη στην εποχή του ιδέα ότι, επειδή το σύμπαν είναι αρμονικό, οι ουράνιες σφαίρες δεν μπορεί να μην κατοικούνται από έλλογα όντα· και ότι η αρμονία του ποιητικού λόγου δεν είναι παρά αντανάκλαση της συμπαντικής αρμονίας, όπως την αισθάνεται μέσα του ο άνθρωπος, της μουσικής των ουρανίων σφαιρών.
Παρέθεσα το παραπάνω χωρίο του Κάλβου, γιατί θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως συγκεφαλαίωση του περιεχομένου του βιβλίου της Αλεξάνδρας Σαμουήλ. Αφορμή του οποίου, όπως διαβάζουμε στον Πρόλογό της, ήταν η προσπάθεια να ερμηνεύσει την ευρεία και συμβολική χρήση του αριθμού 3 στη νεοελληνική λογοτεχνία, τόσο στη δημοτική ποίηση όσο και στους «θύραθεν» ποιητές. Προσπάθεια που την οδήγησε στις απαρχές της κοσμολογικής σκέψης: εκείνης «της φιλοσοφικής θέασης του κόσμου που στηρίζεται στα μαθηματικά και στις μυστικές, αριθμητικές αντιστοιχίες του επίγειου με τον ουράνιο, υπεραισθητό κόσμο»· δηλαδή στην αναλογία και επικοινωνία του συμπαντικού μακρόκοσμου με τον ανθρώπινο μικρόκοσμο.
Το βιβλίο συντίθεται από δύο μέρη κι έναν Επίλογο. Το πρώτο μέρος αποτελεί η διαχρονική περιγραφή της αντίληψης αυτής της αναλογίας, που πιστευόταν ότι πραγματοποιείται διά του αριθμού, ο οποίος συγκρατεί το σύμπαν, συχνά διά του πολλαπλώς σημασιοδοτούμενου, κατά καιρούς, αριθμού της ενότητας και της αρμονίας, του αριθμού 3. Η Σαμουήλ, έχοντας εμβριθή γνώση των βασικών κειμένων της αριθμολογικής παράδοσης και των κειμένων των σημερινών μελετητών της, συνθέτει μια γοητευτική περιγραφή της πορείας της ανά τους αιώνες. Η οποία αρχίζει από τους Πυθαγορείους και τον Πλάτωνα, συνεχίζεται από τους Πατέρες της Εκκλησίας ως τους μυστικιστές της ύστερης αρχαιότητας, και από τους αποκρυφιστές και αστρολόγους του Μεσαίωνα ως τον Κοπέρνικο και τον Κέπλερ, για να υποστεί, τον 17ο και τον 18ο αιώνα, ένα ισχυρό πλήγμα από την εμφάνιση της ηλιοκεντρικής θεωρίας, χωρίς εντούτοις να απωθηθεί πλήρως. Αναζωπυρούμενη, μάλιστα, από το νευτώνειο ιδεώδες μιας νέας αρμονίας (με την εξάλειψη του διχασμού ανάμεσα στο νεοφανέν, μηχανικό, μαθηματικό στοιχείο και το μεταφυσικό), θα εκβάλει, διαφοροποιημένη από την αφετηριακή της καταγωγή, στον Ρομαντισμό και στους μοντερνιστές επιγόνους του.
Σε αυτή την περιδιάβαση η Σαμουήλ μάς οδηγεί όχι μόνο με την έκθεση των σχετικών θεωριών μειζόνων στοχαστών (Αυγουστίνος, Μακρόβιος, Ακινάτης, Αλμπέρτι, Φιτσίνο, Σβέντενμποργκ, Σέλινγκ, κ.ά.), αλλά και με την απεικόνισή τους σε στίχους κορυφαίων ποιητών (Ντάντε, Σπένσερ, Σαίξπηρ, Μίλτον, Νοβάλις, Μπλέικ, Μποντλέρ, κ.ά.) προετοιμάζοντάς μας για την περιγραφή της έκφρασής τους στο πεδίο της νεοελληνικής ποίησης.
Το νεοελληνικό πεδίο
Η μελέτη της των κοσμικών ανταποκρίσεων στη νεοελληνική λογοτεχνία ξεκινά με τη δημοτική και τη δημώδη ποίηση. Η Σαμουήλ διατυπώνει μια νέα – και πειστική – άποψη για την αίσθηση της κοσμικής αλληλουχίας στον δημοτικό και στον λαϊκό ποιητή. Θεωρώντας την απόρροια της ιδέας περί αρμονικού σύμπαντος, η οποία (αντλώντας και από αρχαϊκές πεποιθήσεις σχετικές με την επίδραση στον ρυθμό της ανθρώπινης ζωής των τριών φάσεων της σελήνης) κυριαρχεί στην αστρολογική κουλτούρα, λογία και λαϊκή, του Βυζαντίου, η συγγραφέας παρατηρεί ότι η κοσμική αλληλουχία στο δημοτικό τραγούδι και στο δημώδες ποίημα εκφράζεται κυρίως διά των τριαδικών σχημάτων που αφθονούν σε αυτά, συμβολικών της αλληλενέργειας ενός τριμερούς όλου (ο ανώτερος κόσμος του Θεού και των ουρανίων σωμάτων, ο επίγειος των ανθρώπων, και ο Κάτω Κόσμος του Χάρου). Μέσα από το πρίσμα αυτό, η ανάγνωσή της των δημοτικών τραγουδιών που δομούνται πάνω στο σχήμα της τριάδος («Τρία πουλάκια κάθονται…», «Τρί’ άστρα ‘ναι στον ουρανό…» κ.τ.λ.) είναι αποκαλυπτική.
Αποκαλυπτική είναι και η ανάλυση των οργανωμένων σε τριαδικά σχήματα ποιημάτων νεοελλήνων ποιητών. Η Σαμουήλ αναλύει και ερμηνεύει ποιήματα των Σολωμού («Το μυστικό δέντρο», «Εις το θάνατο της ανεψιάς του»), Ελύτη («Μυρίσαι το άριστον», «Τρεις φορές η αλήθεια»), Εγγονόπουλου («Μπολιβάρ», «Ανδανιεύς») και Σεφέρη (Μυθιστόρημα, ΙΒ’). Η ενάργεια της περιγραφής των περίπλοκων φιλοσοφικών/κοσμολογικών αντιλήψεων που υπαγορεύουν την τριαδική ερμηνεία αυτών των ποιημάτων είναι αξιοθαύμαστη.
Φάρμακο νηπενθές
Με το βιβλίο της Σαμουήλ οδηγούμαστε στην επιβεβαίωση ότι το λογοτεχνικό φαινόμενο, παρά τη διαφορετική περιγραφή του σε κάθε εποχή, είναι πάντοτε το ίδιο· ότι η δημιουργία του ποιητικού (και γενικά του καλλιτεχνικού) έργου, που πηγάζει από την έμφυτη στον άνθρωπο επιθυμία να υπερβεί – έστω στιγμιαία – το τραγικό αίσθημα της ανθρώπινης φθαρτότητας, το οποίο του προκαλεί η επίγνωση της αναπότρεπτης ροής του χρόνου («τα φάρμακά σου φέρε Τέχνη της Ποιήσεως, / που κάμνουνε -για λίγο- να μη νοιώθεται η πληγή»), πραγματοποιείται με τη δημιουργία από τον ποιητή (τόσο τον επώνυμο όσο και της δημοτικής ποίησης) ενός αρμονικού μικρόκοσμου που αναπαράγει (συνειδητά ή ασύνειδα) με γήινους όρους την υπερβατική αρμονία του κοσμικού μακρόκοσμου. Προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η αναδιάταξη από τον ποιητή της κοινής γλώσσας, που είναι γλώσσα συμβατική, σε μορφή οργανική: σε μια αλληλοπεριχώρηση των στοιχείων που συνθέτουν το ποίημα, η οποία να δίνει την αίσθηση ενός ζωντανού οργανισμού· ενός σώματος που κινείται με ρυθμό αρμονικό (χορευτικό), διαφορετικό από εκείνον της τρέχουσας (δηλαδή βαδίζουσας) κοινής γλώσσας.
Συνδυάζοντας στοιχεία μαθηματικών, κοσμολογίας, φιλοσοφίας, θρησκευτικής ανθρωπολογίας και συγκριτικής φιλολογίας, και γραμμένο με γλαφυρό ύφος, χωρίς τους βερμπαλισμούς του κυρίαρχου σήμερα θεωρητικού λόγου περί λογοτεχνίας, το «Πάντα αριθμώ διέταξας» περιέχει μιαν ουσιώδη ιστορία της Ποιητικής από την αρχαιότητα έως σήμερα. Καθώς στις μέρες μας – για πρώτη φορά στην ιστορία της θεωρίας του λογοτεχνικού λόγου – έχει αμφισβητηθεί η οργανική μορφή ως αναγκαία προϋπόθεση της σύνθεσης ενός λογοτεχνικού έργου, βιβλία όπως αυτό ελπίζει κανείς ότι θα βοηθήσουν στην επαναφορά των νεοελληνικών λογοτεχνικών σπουδών από τα νεόπλουτα μεταμοντέρνα προάστιά τους στο ιστορικό τους κέντρο.
Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι ομότιμος καθηγητής Θεωρίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.