«Προηγουμένως ήμασταν κάτι αθώοι φαντάροι. Χαζοί. Χωρίς εμπειρία. Τώρα μπορούσαμε να φάμε ένα σάντουιτς κοιτάζοντας έναν νεκρό. […] Είχα μετατραπεί σε άλλον. Σε κάποιον που κοιμάται και ξυπνάει με τη μυρωδιά του θανάτου». Η 51χρονη χιλιανή συγγραφέας Νόνα Φερνάντες φαντάζεται τη στιγμή που ο Αντρές Αντόνιο Βαλενσουέλα Μοράλες, ο άνθρωπος που δίνει το έναυσμα στη Ζώνη του λυκόφωτος (εκδ. Gutenberg), μετατρέπεται από στρατιώτη σε βασανιστή. Χρόνια αργότερα, το 1984, έχοντας συμμετάσχει σε πλήθος εγκλημάτων των μυστικών υπηρεσιών της χούντας του Αουγούστο Πινοτσέτ, η συνείδηση του Μοράλες θα λυγίσει και θα εξομολογηθεί τα πάντα σε μια δημοσιογράφο του περιοδικού «Cauces». Το άρθρο με τίτλο «Εγώ βασάνισα» θα είναι μία από τις πρώτες ατράνταχτες αποδείξεις της τύχης των «desaparecidos» (εξαφανισμένων) και η Φερνάντες επεξεργάζεται εδώ λογοτεχνικά ορισμένες από τις ιστορίες τους στις οποίες εμπλέκεται ή θα μπορούσε να είχε εμπλακεί ο Μοράλες, ενώ παράλληλα αγγίζουν τη ζωή της ίδιας και των οικείων της. Ενθεση της προσωπικής εμπειρίας της συγγραφέως στη ροή της μεγάλης ιστορίας, δοκίμιο για την τυραννία του Πινοτσέτ, εν μέρει ντοκουμέντο, εν μέρει μυθοπλασία, εν μέρει πραγμάτευση της μνήμης και του τραύματος, το βιβλίο της Φερνάντες περιγράφει εκείνη τη Χιλή ως αλλόκοτη διάσταση παρόμοια με τη «Ζώνη του λυκόφωτος», την ομώνυμη αμερικανική τηλεοπτική σειρά του παράδοξου, δίνοντας φωνή στην ανάδυση των συναισθημάτων και στην αναψηλάφηση του σκοτεινού παρελθόντος της χώρας που εκφράζεται έντονα την τελευταία δεκαετία.