«Τι είναι η Ευρώπη; Μια λυσσαλέα μάχη γειτόνων. […] Μια αντιφατική φιγούρα, αυστηρή και αβέβαιη συγχρόνως. […] Μια σκέψη που δεν εφησυχάζει ποτέ». Σε αυτή την ανήσυχη ήπειρο της εθνικής και πολιτικής διχοστασίας μεταξύ 1680 και 1715 οι διανοητικές σταθερές κλονίστηκαν και ο κόσμος της εποχής μετά τον Τριακονταετή Πόλεμο μετεξελίχθηκε σε αυτόν του Διαφωτισμού. Η κρίση της ευρωπαϊκής συνείδησης του ιστορικού Πολ Αζάρ (1878-1944), καθηγητή του Κολεγίου της Γαλλίας, του Πανεπιστημίου Κολούμπια και σημαντικής μορφής των γαλλικών γραμμάτων του 20ού αιώνα, γραμμένη το 1935, είναι ένας από τους σημαντικότερους οδοδείκτες στη μελέτη του φαινομένου αυτού. Χαρτογραφώντας το τοπίο του στοχασμού της περιόδου εντοπίζει τις συνέχειες και τις ασυνέχειες, τις διενέξεις και τις ρήξεις, τις πολιτισμικές τροπές που οδήγησαν στη διατύπωση του καινοτόμου πλαισίου της νεότερης Ευρώπης.
«Σχεδόν όλες οι ιδέες που φάνταζαν επαναστατικές κατά το 1760, ή ακόμα και το 1789, είχαν ήδη εκφραστεί από το 1680» γράφει ο Αζάρ διαγράφοντας μια ευθεία γραμμή από τα νέα ρεύματα σκέψης του 18ου αιώνα στη Γαλλική Επανάσταση. Οι μεταβολές ξεκινούν από αυτήν που σήμερα θα ονομάζαμε soft power. Στα τέλη του 17ου αιώνα η πολιτισμική ηγεμονία της Ευρώπης περνά από την ιταλική χερσόνησο στη Γαλλία: είναι η γαλλική γλώσσα, η γαλλική μόδα, η γαλλική κουζίνα που επιβάλλονται ως πρότυπα. Ξεχωριστή επιρροή αποκτούν παράλληλα η αγγλική φιλοσοφία και ιδιαίτερα η αγγλική πολιτική σκέψη, ωστόσο η Αγγλία παραμένει απομακρυσμένη ακόμη από την ευρωπαϊκή ηπειρωτική χώρα, ενίοτε μάλιστα τα έργα των στοχαστών της διαδίδονται μέσω γαλλικών μεταφράσεων. Ο ορθός λόγος, η κριτική και ο έλεγχος της αυθεντίας έρχονται στο προσκήνιο μέσω φωνών όπως αυτή του γάλλου φιλοσόφου Πιερ Μπέιλ που απορρίπτοντας τη διαδεδομένη πρόσληψη των κομητών ως οιωνών καταδικάζει κάθε αναπόδεικτη πρόταση. Ο Σπινόζα αμφισβητεί την αυθεντικότητα των βιβλικών συγγραφέων και την ίδια τη μοναρχία εφόσον βασίζεται επί της θρησκείας, ενώ πραγματεύεται τον χριστιανισμό ως ιστορικό φαινόμενο, όχι ως εξ αποκαλύψεως γνώση. Ο Ρισάρ Σιμόν εφαρμόζει το 1678 την κριτική και φιλολογική μέθοδο στην ανάγνωση της Αγίας Γραφής. Ο Τζον Λοκ εμφυσά τον εμπειρισμό στο ορθολογιστικό πνεύμα. Από τον Ούγκο Γκρότιους και τον Σάμουελ Πούφεντορφ ως τον Ρίτσαρντ Κάμπερλαντ και τον Φρανσουά Φενελόν οι ιδέες για τη σημασία και την υπεροχή του φυσικού δικαίου έναντι του θεϊκού διατρέχουν την Ευρώπη. Δίκτυα συνομιλητών και ομοϊδεατών αναπτύσσονται και διευρύνονται. Ωστόσο, οι εξελίξεις δεν είναι μονσήμαντες. Ενίοτε, μάλιστα, οι ίδιες προσωπικότητες ενσωματώνουν αντιφάσεις. Ο Γκότφριντ Λάιμπνιτς ανακαλύπτει (ταυτόχρονα με τον Ισαάκ Νεύτωνα) τον απειροστικό λογισμό αλλά ως το τέλος της ζωής του το 1716 αποδύεται σε μια απέλπιδα προσπάθεια επανένωσης της Καθολικής με τις προτεσταντικές Εκκλησίες. Ο Τζον Λοκ διαχωρίζει τον Λόγο από την πίστη, ο ίδιος όμως πιστεύει στη θεϊκή αποστολή του Ιησού Χριστού, στο κύρος των Ευαγγελίων και στα θαύματα. Παρόμοιες λεπτομέρειες που παραλείφθηκαν στην πορεία από το πορτρέτο του κατεξοχήν εμπειριστή με το οποίο ταυτίστηκε αργότερα δείχνουν πως η μετέπειτα πρόσληψη, η εγγραφή σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, λειαίνει τις ακμές καθιστώντας την εικόνα των προσώπων συνεκτικότερη από τη σύγχρονή τους.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.