Μήπως η CIA χρηματοδότησε τη δημιουργική γραφή στην Αμερική; Η ιδέα φαίνεται σαν εφεύρεση ενός δημιουργικού συγγραφέα. Και όμως, μια φορά και έναν καιρό, (το 1967 για να είμαστε ακριβείς) ο Πολ Ενγκλ δέχτηκε χρήματα από το Ιδρυμα Φάρφιλντ για να στηρίξει τη διεθνή γραφή στο Πανεπιστήμιο της Αϊόβα. Το Ιδρυμα Φάρφιλντ στην πραγματικότητα δεν ήταν ίδρυμα, αλλά μια βιτρίνα της CIA που υποστήριζε πολιτιστικές δραστηριότητες, κυρίως στην Ευρώπη, μέσω ενός οργανισμού με την επωνυμία «Κογκρέσο Πολιτισμικών Ελευθεριών».
Ο Ενγκλ, ο τότε διευθυντής του Εργαστηρίου Συγγραφής της Αϊόβα, είχε πλησιάσει πολύ φοβισμένα και με μεγαλειώδη σχέδια πριν από επτά χρόνια το Ιδρυμα Ροκφέλερ. «Πιστεύω ότι θα έχετε δει την πρόσφατη ανακοίνωση ότι η Σοβιετική Ενωση ιδρύει ένα Πανεπιστήμιο στη Μόσχα για φοιτητές ξένων χωρών» τους έγραψε. Αυτό το μόνο που μπορεί να σημαίνει είναι ότι «χιλιάδες έξυπνοι νέοι, πολλοί από τους οποίους δεν θα μπορούσαν ποτέ να αποκτήσουν πανεπιστημιακή εκπαίδευση στις δικές τους χώρες, θα αποκτήσουν εκπαίδευση… μαζί με την απαιτούμενη ιδεολογική μύηση». Ο Ενγκλ απέρριψε την ιδέα να μαζέψουν τους φοιτητές «σ’ έναν εύκολα επιτηρούμενο χώρο» ως μία «τυπική σοβιετική τακτική». Πίστευε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα έπρεπε «να την ανταγωνιστούν με σκληρό και μακροχρόνιο σχεδιασμό» μαζεύοντας τους ξένους φοιτητές σ’ έναν εύκολα ελεγχόμενο χώρο που λεγόταν Αϊόβα Σίτι. Ο Ενγκλ πήρε 10.000 δολάρια από το Πανεπιστήμιο της Αϊόβα για να πάει στην Ασία και στην Ευρώπη να στρατολογήσει νεαρούς συγγραφείς – αριστερών πεποιθήσεων διανοούμενους – και να τους στείλει στις Ηνωμένες Πολιτείες με υποτροφία.
Δημιουργική γραφή
Το Εργαστήριο Συγγραφής της Αϊόβα αναδύθηκε τη δεκαετία του 1930 και επηρέασε δυναμικά τα προγράμματα δημιουργικής γραφής. Πάνω από τα μισά προγράμματα του δεύτερου κύματος, από τα οποία γύρω στα 50 εμφανίστηκαν μέχρι το 1970, είχαν ιδρυθεί από αποφοίτους της Αϊόβα. Από τότε τα προγράμματα συνεχίζονται από το τρίτο, τέταρτο και πέμπτο κύμα αποφοίτων της Αϊόβα. Ετσι η κατεστημένη αντίληψη ότι από την Αϊόβα ξεκίνησε η έξαρση για τα M.F.A. (Μεταπτυχιακά Καλών Τεχνών) είναι αληθινή.
Ομως ένα επίσης δεδομένο κομμάτι της ιστορίας είναι ότι τα προγράμματα της δημιουργικής γραφής ξεπήδησαν αυθόρμητα. Η δημιουργική γραφή ήταν μία ιδέα της ο οποίας ο καιρός είχε έρθει. Οι συγγραφείς ήθελαν δουλειά και οι φοιτητές διασκεδαστικά μαθήματα. Στη δεκαετία του 1960, με τους σοβιετικούς δορυφόρους να περιστρέφονται, τους αμερικανούς baby boomers να εγγράφονται στα πανεπιστήμια και τα ομοσπονδιακά δολάρια να πλημμυρίζουν την ανώτερη παιδεία, τα κολέγια και τα πανεπιστήμια θαύμαζαν την επιτυχία της Αϊόβα και ακολουθούσαν το παράδειγμά της. Κρίνοντας από τους πρωτοπόρους, τα προγράμματα δημιουργικής γραφής έπιασαν. Η Αϊόβα φαινόταν σπουδαία. Διάσημοι συγγραφείς δίδαξαν εκεί, αποφοίτησαν από εκεί, διάβασαν, μέθυσαν, ερωτοτρόπησαν, πλούτισαν και έκαναν άλλους πλούσιους.
Ομως αυτό που τραβούσε τους συγγραφείς στην Αϊόβα δεν ήταν η εγγενής ομορφιά μιας αυθόρμητα καλής ιδέας. Αυτό που τραβούσε τους συγγραφείς στην Αϊόβα είναι αυτό που τραβά τους συγγραφείς οπουδήποτε: τα λεφτά και η δημοσιότητα, κάτι που τείνει να είναι λιγότερο αυθόρμητο από τις ιδέες.
Το χρήμα της CIA
Από πού λοιπόν προέρχονταν τα λεφτά και η δημοσιότητα; Ενα μεγάλο μέρος της απάντησης βρίσκεται στην αξιόλογη καριέρα του Πολ Ενγκλ, του δεύτερου διευθυντή του Εργαστηρίου, ενός αυτοδημιούργητου υποστηρικτή του Ψυχρού Πολέμου, του οποίου τα επιτεύγματα σε μεγάλο βαθμό είναι καλυμμένα από τη σκόνη των αρχείων. Για είκοσι χρόνια μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η Αϊόβα πλούτιζε από δωρεές συντηρητικών επιχειρηματιών που τους είχε πείσει ο Ενγκλ ότι αυτό το πρόγραμμα ενδυνάμωνε τις δημοκρατικές αξίες στο εσωτερικό και στο εξωτερικό: πολεμούσε τον Κομμουνισμό. Το Εργαστήριο ευδοκίμησε με επιταγές από μέρη όπως το Ιδρυμα Ροκφέλερ, που από το 1953 μέχρι το 1956 έδωσε στην Αϊόβα 40.000 δολάρια καλά λεφτά για την εποχή εκείνη. Με την πάροδο των χρόνων προσείλκυσε την υποστήριξη του Ιδρύματος Asia (ενός ακόμα διαύλου για τα χρήματα της CIA) και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Οσο για τη δημοσιότητα, αυτή ακολουθούσε το χρήμα και προσείλκυσε ακόμα περισσότερους συγγραφείς. Οι μεγαλοεκδότες Χένρι Λους και Γκάρτνερ Κόουλς ο νεότερος θεωρούσαν τους εαυτούς τους μαχητές σε μια μάχη ιδεών όταν αντιπαρέβαλλαν τον αμερικανικό τρόπο ζωής με τον γκρίζο σοβιετικό εφιάλτη μέσα από τις σελίδες των εφημερίδων και των ιλουστρασιόν περιοδικών τους. Ο Λους εξέδιδε το Time και το Life, ο Κόουλς έβγαζε το Look και πολλές εφημερίδες στις Μεσοδυτικές Πολιτείες, αλλά και οι δύο αγαπούσαν να προβάλλουν την Αϊόβα: την ενσάρκωση του λογοτεχνικού ατομικισμού, την αγάπη της για την προσωπική έκφραση, τους κάμπους της με τα καλαμπόκια της.
Γνωρίζοντας ότι μπορεί να στηριχθεί σε μία τέτοια δημοσιότητα ο Ενγκλ έστησε θεάματα στην Αϊόβα Σίτι για ακροατήρια που ήταν πολύ πέρα από την Αϊόβα Σίτι. Διάβασε επιμνημόσυνα σονέτα για τους νεκρούς της Αϊόβα στον πόλεμο σε μία τελετή για τη νέα φοιτητική ένωση. Διοργάνωσε έναν εορτασμό για τον Μποντλέρ κλείνοντας το μάτι προς τους μη κομμουνιστές αριστερούς του Παρισιού. Οργάνωσε φεστιβάλ για επιστήμες και τέχνες. Το Life, το Time και το Look μεταμόρφωσαν αυτά τα γεγονότα σε εντυπωσιακές ειδήσεις για τον τύπο και χάρη στα ακούραστα χέρια του Ενγκλ αυτά τα αποκόμματα έφθαναν στα γραμματοκιβώτια των πιθανών δωρητών.
[…]
Το Εργαστήριο της Αϊόβα απέκτησε εθνική σημασία επενδύοντας στους φόβους και τις ελπίδες του Ψυχρού Πολέμου. Ομως τα προγράμματα δημιουργικής γραφής που ιδρύθηκαν σύμφωνα με την εικόνα της Αϊόβα δεν του ταίριαζαν από αυτήν την άποψη. Κανένα άλλο πρόγραμμα δεν δοξάστηκε τόσο στις γυαλιστερές σελίδες του Look και του Life. Κανένα άλλο πρόγραμμα δεν δέχτηκε τέτοια αρχική στήριξη από τις εταιρίες Μaytag, U.S. Steel και Quaker Oats καθώς και από το περιοδικό Reader’s Digest. Κανένα άλλο πρόγραμμα δεν προκάλεσε τόσο το ενδιαφέρον του Ιδρύματος Asia, του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και της CIA. Και από αυτή τη διαφορά εν μέρει πρέπει να προήλθε η αποκλιμάκωση στην επιχείρηση της δημιουργικής γραφής.
* Το πλήρες κείμενο με τίτλο «Πώς το Πανεπιστήμιο της Αϊόβα ισοπέδωσε τη λογοτεχνία» δημοσιεύεται στο τεύχος του περιοδικού «(δε)κατα» που κυκλοφορεί στις 8 Ιανουαρίου 2019. Μετάφραση: Κατερίνα Μυστακίδου