Οι έλληνες τηλεθεατές παρακολουθώντας τα δελτία ειδήσεων θα έχουν προσέξει τις κατά καιρούς συγκρούσεις μεταξύ αστυνομικών και διαδηλωτών σε ορισμένα προάστια του Παρισιού με ασήμαντη συνήθως αφορμή. Η αστυνομία δεν φαίνεται να είναι δημοφιλής στη Γαλλία, άρα ούτε οι αστυνομικοί, οι οποίοι στην αργκό αποκαλούνται «flics», δηλαδή «μπάτσοι». Ενα μέρος των γάλλων αστυνομικών, όπως και οι ακροδεξιοί πολίτες, βρίσκονται σε αντιπαράθεση με τους αραβικής καταγωγής συμπατριώτες τους, κάτι που αξιοποίησε ο Ζαν-Κλοντ Ιζό στα βιβλία του. Γι’ αυτή την αντιπαράθεση μιλάει η Κλοέ Μεντί (Λυών, 1992) στο πολυβραβευμένο μυθιστόρημά της Τίποτε δεν χάνεται.
Κεντρικός ήρωας και αφηγητής είναι ο Ματιά, ένα παιδί έντεκα χρόνων αραβικής/ισλαμικής καταγωγής, ο οποίος βρίσκεται υπό την κηδεμονία του Ζε, διανοούμενου, λάτρη της ποίησης (Λαμαρτίνος, Μποντλέρ, Αραγκόν), αλλά και της Οδύσσειας του Ομήρου, που συνδέεται με την Γκαμπριέλα, νοσηλευόμενη σε νοσοκομείο, ύστερα από μια απόπειρα αυτοκτονίας. Ο Ματιά, του οποίου ο πατέρας που ήταν κοινωνικός παιδαγωγός έχει αυτοκτονήσει, η μητέρα του έχει εξαφανιστεί και τα αδέλφια του έχουν διασκορπιστεί, σκέφτεται συνεχώς τον Σαΐντ Ζαϊντί, έναν νεαρό που σκοτώθηκε με ροπαλιές από αστυνομικό, τον Τομά Ρος, μερικά χρόνια προτού γεννηθεί. Σκέφτεται συνεχώς το ζήτημα της απόδοσης δικαιοσύνης διότι οι δικαστές έχουν αθωώσει τον αστυνομικό, ο οποίος βγήκε από την αίθουσα του δικαστηρίου υπό τις ενθουσιώδεις επευφημίες των συναδέλφων του.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.