Οταν ο Γιώργος Θεοτοκάς (1905-1966) πήρε τον Ιανουάριο του 1927 το Simplon-Orient-Express για να πάει μετά την αποφοίτησή του για ελεύθερες σπουδές στο Παρίσι, ο ανήσυχος νέος δεν βιάστηκε το ταξίδι αλλά παραδόθηκε σε μια νέα εμπειρία που θα ανακινούσε τις επιθυμίες και θα προκαλούσε τις αισθήσεις του. Στις σημειώσεις που περιλήφθηκαν «Σαν ημερολόγιο [1929/31]» στο Ημερολόγιο της «Αργώς» και του «Δαιμονίου» (1989) διακρίνεται πως ο νεαρός, του οποίου του άρεσε να «μυρίζει με τα δύο [τ]ου ρουθούνια» τις χιλιάδες αυτοκίνητα που «λένε νέους ρυθμούς γύρω από τον Παρθενώνα», επιβιβάστηκε στο τρένο με τη δίψα για κίνηση και την περιέργεια για ένα εντατικό βίωμα της ταχύτητας: «Το τραίνο τρέχει. Σκύβω απ’ το παράθυρό μου. 100 την ώρα. Ο αέρας μού δέρνει τα μάγουλα. Αναπνέω βαθιά την καπνιά και την ταχύτητα. 110, 120. Μπροστά στα μάτια μου αστράψανε για μια στιγμή η Αδριατική, η Πάντοβα, η Βερόνα, το Μιλάνο, οι λίμνες».

Η ταχύτητα μετατόπισε τις χωροαντιληπτικές ικανότητες του ταξιδιώτη-συγγραφέα. Οι πόλεις και τα τοπία που περνούσαν από το παράθυρο του διαμερίσματός του πια φανερώνονται σαν μεμονωμένα στιγμιότυπα της κινούμενης πραγματικότητας που πολλαπλασιάζει τις προοπτικές και διευρύνει τους ορίζοντες του παρατηρητή. «Η Ευρώπη είναι τόσο μικρή και τα τραίνα πάνε τόσο γρήγορα» σημείωσε ο Θεοτοκάς τον ίδιο περίπου καιρό στο διήγημα «Μια γυναίκα σ’ ένα τραίνο», αποτυπώνοντας με αυτόν τον τρόπο τη διαφορετική πλέον αντίληψη των αποστάσεων και μαρτυρώντας την αναδιάταξη των τρόπων του αισθάνεσθαι και του σκέπτεσθαι σ’ έναν κόσμο εν κινήσει.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω