Είναι γνωστή η φράση του Ισαάκ Νεύτωνα «αν είδα μακρύτερα, είναι επειδή στάθηκα στους ώμους γιγάντων». Ως έκφραση σεβασμού στους πνευματικούς προκατόχους κάποιου είθισται να δηλώνει το χρέος στην προεργασία εκείνων για το δικό του διανοητικό επίτευγμα. Οπως αποκαλύπτει όμως ο Ουμπέρτο Εκο στο δοκίμιο που ανοίγει τη συλλογή «Στους ώμους των γιγάντων» το υπόβαθρό της μπορεί να αναχθεί στη διαμάχη του 16ου αιώνα μεταξύ «αρχαίων» και «μοντέρνων», των υποστηρικτών δηλαδή της υπεροχής των κλασικών έναντι των υπέρμαχων της νεότερης σκέψης. Παράλληλα, υπαινίσσεται τη μεσαιωνική επίκληση της αυθεντίας σε αντίθεση με τη νεωτερική αναφορά στο παρελθόν ως πηγή – την πρακτική που ακολούθησαν σε διαφορετικά μεταξύ τους πεδία προσωπικότητες από τον Μαρξ και τον Δαρβίνο ως τους προραφαηλίτες. Ακολουθώντας το νήμα, ο συγγραφέας καταλήγει στο 1968 ως σύγκρουση γενεών και επίκληση επαναστατικών γιγάντων (Μαρξ, Λένιν, Μάο Τσετούνγκ) σε αντίθεση με τις συγκρούσεις της εποχής της παγκοσμιοποίησης που αποτελούν εγκάρσια τομή στο κοινωνικό σώμα. Μέσα σε 26 σελίδες ο Εκο διανύει πέντε αιώνες σε ένα ταξίδι οξυδέρκειας, ευρυμάθειας και χιούμορ.
Το δηκτικό και σπινθηροβόλο πνεύμα του Ουμπέρτο Εκο λείπει από την ευρωπαϊκή γραφή στα δύο χρόνια που μεσολάβησαν από τον θάνατό του στις 19 Φεβρουαρίου 2016 σε ηλικία 84 ετών. Η εκτενής παραγωγή δοκιμίων του ωστόσο εξασφαλίζει ακόμη δείγματα της πολυσχιδούς σκέψης του. Εδώ πρόκειται για μια σειρά διαλέξεων που εκφωνούσε στο φεστιβάλ γραμμάτων, επιστημών και τεχνών La Milanesiana από το 2001 ως το 2015. Κρυπτογραφήματα, συνωμοσίες, το μεταβαλλόμενο ιδανικό της ομορφιάς, η ασχήμια ως ιδιότητα του κακού, η απεικόνιση του αόρατου, το παιχνίδι σημαίνοντος και σημαινόμενου, η αλήθεια, το ψέμα και οι τρόποι επαλήθευσής τους εναλλάσσονται με μια εξαιρετική κριτική του «Κόμη Μοντεχρήστου», μια ανάλυση της «Καζαμπλάνκα», ένα σχόλιο για τη σταδιακή εξαφάνιση της ιδιωτικότητας στη δυτική κοινωνία. Το εύρος και ο πλούτος των θεματικών του Εκο είναι τέτοια ώστε να μπορεί να κινείται άνετα κατά μήκος και κατά πλάτος της ευρωπαϊκής κουλτούρας ως εμβριθής γνώστης τόσο της λόγιας όσο και της λαϊκής εκδοχής της – από τον Αριστοτέλη ως τον Τζέιμς Μποντ.
Αυτό ακριβώς που τον διαχωρίζει ωστόσο από πολλούς ομοτέχνους του είναι η ικανότητα να αντλεί από αυτή του την εξοικείωση την ευχέρεια να συσχετίζει τόπους και περιστάσεις τους με τρόπο εύληπτο (και, μάλιστα, ψυχαγωγικό) για τον αναγνώστη. Για να αναλύσει το ζήτημα της σημασίας της ατέλειας στην τέχνη, για παράδειγμα, επικαλείται το πρόβλημα των χριστιανών πατέρων αναφορικά με την ανάσταση των σωμάτων: ο Αγιος Αυγουστίνος υποστηρίζει ότι θα αναστηθούν πλήρως ακόμη και όσοι έγιναν βορά κανιβάλων, ο Θωμάς Ακινάτης γράφει ότι θα αντικατασταθούν και τα ακρωτηριασμένα μέλη, δεν θα υπάρχουν όμως γεννητικά όργανα «γιατί οι μακάριοι δεν θα αποκτήσουν σύζυγο» – «σαν να λέμε ότι στον Παράδεισο θα μπορεί κανείς να κάνει περμανάντ, αλλά όχι έρωτα» σχολιάζει ο Εκο. Φωτίζοντας σε αυτή την άρτια και ωραία εικονογραφημένη όψιμη συλλογή, όπως και στις προηγούμενές του, τέτοιες λιγότερο φωτεινές σήμερα γωνίες του ευρωπαϊκού πολιτισμού, ο Ουμπέρτο Εκο αναδεικνύει εν τέλει τη θαυμαστή πολυπλοκότητά του.