Τώρα που το «ροκ του μέλλοντός μας» έφτασε όντως στο μέλλον είναι καιρός να αναστοχαστούμε τον πυρήνα των τραγουδιών του Διονύση Σαββόπουλου τοποθετώντας τα και πάλι στο ιστορικό και κοινωνικό τους περικείμενο.
Φόντο για το μεγαλύτερο μέρος της δισκογραφίας του, το οποίο κατατίθεται την περίοδο 1966-1983, είναι η δεκαετία του ’60, τα χρόνια της δικτατορία, η πρώτη εποχή της Μεταπολίτευσης – με άλλα λόγια, μια στιγμή ραγδαίων μεταβολών της ελληνικής κοινωνίας και μετάβασής της από το μετεμφυλιακό περιβάλλον στον σύγχρονο κόσμο, μεστή σε πολιτικά γεγονότα και πολιτισμικές μετατοπίσεις.
Σε αυτό το τοπίο αντανακλάσεων, διαθλάσεων, συνεχειών, ρήξεων, αντιφάσεων, οι απόηχοι της γενιάς των Beat, του Μπομπ Ντίλαν, των Beatles είναι πολλάκις διαπιστωμένοι, η επικοινωνία με τα ρεύματα της δυτικής μουσικής και η διασταύρωσή τους με την ελληνική παράδοση βρίσκονται στην καρδιά του έργου του Σαββόπουλου.
«Ζεϊμπέκικο» από τη μία, «Αγγελος εξάγγελος» (ή «Μια φορά σ’ αυτή τη ζήση», το «Once in Lifetime» των Talking Heads) από την άλλη· αναζήτηση της καλλιτεχνικής πραγματικότητας του ’80 στο τηλεοπτικό «Ζήτω το ελληνικό τραγούδι» αλλά και ροκ των σταδίων στη συναυλία στο νεότευκτο Ολυμπιακό Στάδιο το 1983.
Η αγγλόφωνη έκδοση The Rock Song of Our Tomorrow που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Αιώρα είναι μία ακόμη αφορμή για παρόμοιους συνειρμούς. Σε μετάφραση του καταξιωμένου μεταφραστή και πρώην καθηγητή Μεταφρασεολογίας του ΑΠΘ Ντέιβιντ Κόνολι, ενταγμένη στη σειρά Modern Greek Classics (όπου έχουν εκδοθεί, μεταξύ άλλων, Η Μεγάλη χίμαιρα του Μ. Καραγάτση, η Γαλήνη του Ηλία Βενέζη, Η πάπισσα Ιωάννα του Εμμανουήλ Ροΐδη), προορίζεται ως ανθολογία στίχων να καταστήσει τον Σαββόπουλο γνωστό σε ένα ξένο κοινό.
Επιλογή από το σύνολο του έργου του, δουλεμένη για να διαβαστεί, όχι για να τραγουδηθεί στα αγγλικά στις ίδιες μελωδίες, διατηρεί ωστόσο, όπως γράφει ο Ντέιβιντ Κόνολι στο σημείωμά του, τη ρίμα και τον ρυθμό του πρωτότυπου στο μέτρο του δυνατού.
Στον έλληνα αναγνώστη η συλλογή αυτή θα λειτουργήσει ως ευκαιρία εξωτερικού βλέμματος σε κάτι οικείο, ενώ το παράλληλο κείμενο στα ελληνικά θα θυμίσει ορισμένα από τα πιο γνωστά τραγούδια του Σαββόπουλου («Είδα την Αννα κάποτε», «Μπάλλος», «Ερχεται βροχή, έρχεται μπόρα», «Δημοσθένους λέξις», «Μια θάλασσα μικρή», «Ας κρατήσουν οι χοροί» και άλλα) όπου οι πρωταγωνιστές του, «του ’60 οι εκδρομείς», σε μια δημιουργική πορεία τεσσάρων δεκαετιών, βαδίζουν στις ποικίλες οδούς της φιλίας, του έρωτα, των κοινωνικών ιδανικών, των πολιτικών αγώνων, του έθνους, της νεανικής αντικουλτούρας.
«Ο Σαββόπουλος είναι ο έλληνας καλλιτέχνης που έφτασε εγγύτερα στο να αποτυπώσει στα τραγούδια του τη μακρά δεκαετία του ’60 ως ιδιαίτερη εμπειρία» σημειώνει εύστοχα στον πρόλογό του ο καθηγητής Νεοελληνικών και Πολιτισμικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης Δημήτρης Παπανικολάου.
Είναι πράγματι η επίτευξη μιας σύζευξης, μεταξύ ατομικών βιωμάτων και ευρύτερων πεπρωμένων, της αλληλεπίδρασης μικροϊστορίας και μακροϊστορίας, αυτή που αναδύεται μέσα από το έργο του Σαββόπουλου, έκδηλη ιδίως σε εκείνο το στάδιο της εντονότατης παραγωγικά εικοσαετίας ως το 1983, και αξίζει οπωσδήποτε να υπογραμμιστεί.
«Εξηλεκτρισμένος καρπός της πολιτισμικής επανάστασης της δεκαετίας του ’60, ισχυρός αναμεταδότης των σεισμικών δονήσεων των ετών που ακολούθησαν την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 1974 ή διαχρονικές μελωδίες που ήδη έθρεψαν τρεις διαδοχικές γενιές», όπως επισημαίνει ο δοκιμιογράφος Δημήτρης Καράμπελας στο δικό του προλογικό σημείωμα, τα τραγούδια του Διονύση Σαββόπουλου αποτυπώνουν μια προσωπική και ταυτόχρονα μια συλλογική πορεία.
Υπόγειες διαδρομές, φωνές ηλεκτρικές, θάλασσες μικρές, γαλάζιες προκυμαίες, ρήτορες και λωποδύτες, ζητιάνοι, εταίρες και προφήτες, ουράνια σώματα, πομποί, κεραίες και η Ιστορία που φτιάχνουν οι παρέες αποδεικνύουν του λόγου το αληθές.