Το 1822 στο καφενείο ενός χωριού στο Ναβαρίνο ένας ούγγρος εθελοντής της Ελληνικής Επανάστασης παίζει με το βιολί του έναν θούριο, το «Τραγούδι της ελευθερίας». Με τη σειρά του, ένας έκπληκτος γερμανός φιλέλληνας αφηγείται τον αντίκτυπο: οι Ελληνες, που «το τραγουδούσαν συχνά κλαίγοντας και βροντοφωνάζοντας», περιέρχονται σε τέτοια συναισθηματική έξαρση ώστε «άδειαζαν γύρω τις πιστόλες τους αδιαφορώντας πού πήγαιναν τα βόλια». Το περιστατικό, δηλωτικό της απήχησης εθνεγερτικών ασμάτων, των συμβολισμών του Αγώνα αλλά και των αισθητικών ανακατατάξεων που συνόδευαν την επαναστατική ρήξη, προβάλλει ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης Αλέξης Πολίτης ως ένδειξη ενός σημαντικού συσχετισμού. Η δεκαετία του πολέμου της ανεξαρτησίας σηματοδοτεί και μια έκδηλη μεταβολή στο πεδίο της διανόησης ή, όπως το διατυπώνει χαρακτηριστικά στον τίτλο του βιβλίου του: 1821-1831. Μαζί με την Επανάσταση γεννιέται και η καινούρια λογοτεχνία.
Για να στοιχειοθετηθεί μια τέτοια υπόθεση εργασίας απαιτείται η ανίχνευση προϋποθέσεων, προσώπων και εκδηλώσεων. Ο Διαφωτισμός, η κινητικότητα των εμπορικών στρωμάτων, η ευμάρεια μιας σειράς μεγάλων ή μικρότερων πόλεων είχαν δημιουργήσει δυνατότητες πολιτισμικών μεταβολών: «νεωτερικά βιβλία μεταφράζονταν, φιλολογικά περιοδικά κυκλοφορούσαν, φιλόμουσες «εταιρείες» ιδρύονταν». Η ποίηση του Αθανάσιου Χριστόπουλου και του Γιάννη Βηλαρά διαθέτει αυταξία που δεν εντοπίζεται προηγουμένως. Η γενικότερη δεκτικότητα προς το καινούργιο ήταν έκδηλη στην ευρεία αποδοχή και διάδοση των θουρίων, πολλοί από τους οποίους διακρίνονταν από ευρωπαϊκό ρυθμό και μελωδία. Επομένως, η τομή που κομίζει η Επανάσταση, προφανής στην αυτονόμηση της λογοτεχνίας από τη λογιοσύνη, έχει μια σειρά από πρόδρομα φαινόμενα.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.