Με τις συλλογές διηγημάτων του Δεινός καβαλάρης (2000) και Σφαίρες στο Αιγάλεω (2003), καθώς και με τα μυθιστορήματά του Το αόρατο άσυλο (2001), Ενας Αύγουστος χωρίς επίλογο (2005) και Ας μην ενοχληθεί κανείς (2008), ο Αρις Αλεβίζος αποκαλύπτει την ποικιλία των αφανών παγίδων του καθημερινού βίου. Οι μικρές κωμωδίες του Αλεβίζου συνορεύουν συχνά με μια σκεπτικιστική και στο βάθος μελαγχολική αντιμετώπιση της πραγματικότητας, πασχίζοντας να μετονομάσουν και να ξορκίσουν την ελαττωματική υφή της κοινωνίας αντί να δείξουν απροκάλυπτα την παθολογία της και να ζητήσουν επιτακτικά τη θεραπεία της. Με τη συλλογή διηγημάτων του Η δωρεά των δέντρων (2018) ο συγγραφέας τείνει να παραμερίσει το παλαιότερο πνεύμα διακωμώδησης, μιλώντας για τα δέντρα που έθρεψαν την παιδική του ηλικία στη Χάστεμη (Λευκοχώρα) της Μεσσηνίας ή κάνοντας λόγο για τις ασθένειες και για τον φόβο του θανάτου. Παρά τη μετακίνηση σε μια φανερά καινούργια περιοχή, όπως και τον μάλλον στενόχωρο προσανατολισμό του (τουλάχιστον στη δεύτερη ενότητα), το βιβλίο δεν γίνεται ποτέ καταθλιπτικό και πεισιθάνατο, διατηρώντας πάντοτε στον πυρήνα του ένα βιταλιστικό στοιχείο: μια χαραμάδα ή ένα περιθώριο για την προσήλωση σε δυνάμεις που μπορούν έστω και την εσχάτη ώρα, όταν ο ορίζοντας της ύπαρξης έχει στενέψει υπερβολικά, να αποβλέψουν σε μιαν αναγέννηση.
Με το καινούργιο του μυθιστόρημα Η Θέμις και τα ζάρια, ο Αλεβίζος μεταγράφει με μυθοπλαστικούς όρους τη μακρά δικηγορική του εμπειρία, υιοθετώντας το ιδιόλεκτο των περίτεχνων δικαστικών εγγράφων και των περίπλοκων δικαστικών διαδικασιών με τις οποίες είναι αναγκασμένος να έλθει σε επαφή ο πολίτης αν έτσι το υπαγορεύσουν οι περιστάσεις της ζωής του. Γλώσσα ελαφρώς περίπλοκη και ακατανόητη, που μπορεί να διασπάσει την προσοχή μας ή και να προκαλέσει την αντίδρασή μας με την ξηρότητα και τη στέγνα της, αλλά και να λειτουργήσει ειρωνικά και σατιρικά, όπως ακριβώς συμβαίνει με τον Αλεβίζο. Με τη σπουδαιοφάνεια από τη μια μεριά και με τη μακαρονοειδή σύνταξη του νομικού του ιδιώματος από την άλλη, ο συγγραφέας πετυχαίνει ένα δεξιοτεχνικό αμάλγαμα, που οδηγεί σε ένα είδος αποσάθρωσης της εφιαλτικής καθημερινότητας των κοστουμαρισμένων νομικών θεσμών. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο Αλεβίζος επιστρέφει στο πνεύμα της διακωμώδησης των παλαιότερων βιβλίων του, με τη διαφορά πως η διακωμώδηση αποκτά τώρα δραματικό χαρακτήρα. Ο δικηγόρος της ιστορίας μας, που ακούει στο όνομα Θέμης, μπλέκεται σε μιαν εξωφρενική ιστορία κληρονομιάς κι ενώ η έκβασή της μοιάζει περίπατος για τη συσσωρευμένη πείρα του, ο κόσμος έρχεται ανάποδα και οι αντίδικοί του (δύο μετανάστες από την Αλβανία) σε μια δικαστική διαμάχη για την κατανομή των περιουσιακών στοιχείων του καλύτερου φίλου του ανατρέπουν την καλή του εικόνα για να τον διασύρουν ακόμα και μετά τον θάνατό του (τον κατηγορούν για δυσφημιστή και συκοφάντη – ό,τι ακριβώς δεν έκανε παρά το ότι δεν υπήρξε άγγελος).
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.