Γόνοι εφοπλιστών, τραπεζικών, πανεπιστημιακών καθηγητών, δικηγόρων και πολιτευτών, οι λογοτέχνες της Γενιάς του 1930 είναι οι αστοί των ελληνικών γραμμάτων. Οταν εμφανίστηκαν στον Μεσοπόλεμο και ευαγγελίστηκαν μια «νέα λογοτεχνία», ίσως δεν αντιλαμβάνονταν τη βαριά σκιά και το βαθύ ίχνος που θα άφηναν στα νεοελληνικά γράμματα. Ωστόσο, ήδη από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, η νεωτερικότητά τους αμφισβητήθηκε. Από τη δεκαετία του 1990 μάλιστα, όταν τα μέλη αυτής της γενιάς παύουν να είναι ζώντες και δρώντες στα πνευματικά πράγματα και ενώ η αίγλη της γενιάς τους παραμένει αμείωτη, αρχίζει να αναπτύσσεται μια βιβλιογραφία σχετικά με την ατελέσφορη νεωτερικότητα μιας φιλόδοξης γενιάς που κατασκεύασε μεθοδικά τη φήμη και την υστεροφημία της τοποθετώντας τον εαυτό της σε μια ηγεμονική θέση στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας.
Το ιστορικό μυθιστόρημα το οποίο καλλιεργεί η γενιά αυτή από τα τέλη της δεκαετίας του 1930 ως το 1950 χρησιμοποιείται συχνά ως επιχείρημα αυτής της αμφισβήτησης. Πρόκειται για μια στροφή στο παρελθόν επειδή η λογοκρισία της δικτατορίας του Μεταξά δεν άφηνε περιθώρια σε έναν ρεαλισμό του παρόντος, για μια βολική οπισθοδρόμηση σε παρωχημένες λογοτεχνικές μορφές ή μήπως για μια υστερόβουλη συμμόρφωση προς το πνεύμα της εποχής και την εθνικιστική ιδεολογία του καθεστώτος προκειμένου οι λογοτέχνες να έχουν απήχηση σε ένα ευρύτερο κοινό;
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.