Στις δημοτικές εκλογές του Φεβρουαρίου του 1934, ο απερχόμενος δήμαρχος Αθηναίων Σπυρίδων Μερκούρης, παππούς της Μελίνας Μερκούρη, διεκδικεί για ακόμη μία φορά τη δημαρχία της πόλης. Απευθυνόμενος στις γυναίκες της Αθήνας θυμίζει όσα έκανε στην τελευταία θητεία του: «Αθηναίες μου κυρίες, τον Δήμον απέδειξα εις τέσσαρας κατά συνέχειαν τώρα Δημαρχίας ότι τον αντιλαμβάνομαι και τον θεωρώ, όπως και σεις, το σπίτι σας. Διότι και ο Δήμος διά τον Δήμαρχον είνε, και πρέπει να είνε, το μεγάλο σπίτι του λαού. Οπως κάθε σπίτι, κυρίες μου, έτσι και το μεγάλο σπίτι του λαού έχει και αυτό το νοικοκυριό του. Για το καλό νοικοκυριό του σπιτιού αυτού ειργάσθην και εργάζομαι επί πενήντα χρόνια…». Ο δήμαρχος-νοικοκύρης γίνεται πιο συγκεκριμένος: «Για τα παιδιά σας, κύριες μου, τη χαρά της ζωής σας, έκαμα τους κήπους και τα πάρκα, εις τα οποία τα μικρά σας, αντί να τρέχουν εις τους δρόμους ή να χλωμιάζουν μέσα στο σπίτι, ημπορούν να πηγαίνουν να παίζουν και να αναπνέουν καθαρό αέρα… Διά τα παιδιά σας πάλιν, παρ’ όλας τας αντιδράσεις, έκαμα μέσα στην πόλι, κυρίες μου, τα θαλάσσια παιδικά λουτρά, εις τα οποία το καλοκαίρι τα μικρά σας παίρνουν το μπάνιο τους και χαίρονται τη δροσιά του νερού…».
Τα λόγια του, που δημοσιεύονται στην εφημερίδα Ελληνική, μεταφέρει στον τόμο Καλό βόλι. Οι κάλπες και τα τερτίπια μιας άλλης εποχής (1864-1940) (Μίνωας, 2019) ο αθηναιογράφος Θωμάς Σιταράς.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος