«Οταν γύρισα τη Σικελία για πρώτη φορά πριν από τριάντα χρόνια, η Ορτυγία, το νησάκι των ορτυκιών, μου άφησε ανεξίτηλες εντυπώσεις. Και είπα στον εαυτό μου, εδώ θα ήθελα να έχω μια καλύβα, με θέα στο Ιόνιο. Αργότερα, όταν πέθανε η μητέρα μου, κληρονόμησα κάτι λίγα κι αγόρασα εδώ ένα διαμέρισμα». Ο Γιόαχιμ Σαρτόριους, ο πιο «μεσογειακός» μάλλον σύγχρονος γερμανός ποιητής, ζει σήμερα, στα 75 του, μεταξύ Βερολίνου και Ορτυγίας, στο κέντρο των αρχαίων Συρακουσών. Αγναντεύει τη θάλασσα, κόβει με το μάτι τη ζωή που εν πολλοίς βρίσκεται πια πίσω του. Πού να γυρίσω τα μάτια μου είναι ο τίτλος της τελευταίας ποιητικής συλλογής του που κυκλοφόρησε πρόσφατα.
Ο πρώτος από τους τέσσερις κύκλους της περιλαμβάνει 18 σικελικά ποιήματα με διπλό φόντο: τη ζωή στο μικροσκοπικό νησί και την αιώνια παρουσία της Μεγάλης Ελλάδας. Ενα καρβέλι ψωμί, ένα αρχαίο νόμισμα με εγχάρακτη τη νύμφη Αρέθουσα που είχε καταφύγει εδώ κυνηγημένη από τον ερωτύλο Αλφειό, ένας θεόρατος ξιφίας στον γάντζο της ψαραγοράς, το πέτρινο κοχύλι του αρχαίου θεάτρου. «Η Ορτυγία», μας λέει, «είναι πανάρχαια ελληνική επικράτεια. Ιδρύθηκε από τους Κορινθίους και ήταν για αιώνες μια μεγαλόπρεπη ελληνική πόλη. Ολα αυτά είναι ακόμα χειροπιαστά, στα ίχνη της πέτρας, στη ρυμοτομία της πόλης, στον θεόρατο ναό της Αρτέμιδος, εγκιβωτισμένο σήμερα μέσα στον καθεδρικό ναό. Και όπως κάθε καλοκαίρι, έτσι και εφέτος στο θέατρο των Συρακουσών παίζεται αρχαία τραγωδία».
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος