Στον ναό ενός ερειπωμένου καθολικού μοναστηριού, σκηνώματα έχουν τοποθετηθεί (και έχουν ντυθεί) με τέτοιον τρόπο ώστε (όρθια, κοντά το ένα στο άλλο) να δίνουν την κραυγαλέα εντύπωση ότι συμμετέχουν σε μια γαμήλια τελετή. Για το φριχτό αυτό θέαμα (προσβλητικού χαβαλέ) φρόντισαν κάποιοι αναρχικοί προτού εγκαταλείψουν το Καστέλ ντε Ολίβο. Το συγκεκριμένο χωριό, στο μέτωπο της Αραγώνας, υπέφερε πολλά. Ομως πλέον έχει περάσει στον έλεγχο των ρεπουμπλικανικών δυνάμεων. Επικρατεί ηρεμία στην περιοχή, κάτι σαν ράθυμη ανάπαυλα, παρότι οι φασίστες δεν είναι και τόσο μακριά, παρότι ο ισπανικός εμφύλιος βρίσκεται, κατά τα λοιπά, σε πλήρη εξέλιξη. Διανύουμε το καλοκαίρι του 1937 και ο Λιουίς ντε Μπροκά, ένας νεαρός υπολοχαγός καταγόμενος από μια εύπορη και μάλλον σεβαστή οικογένεια της Καταλωνίας, απόφοιτος της Νομικής μάλιστα, φτάνει εκεί με σκοπό να συναντήσει έναν παλιό και καλό του φίλο, επίσης στρατευμένο και μάχιμο, τον εκκεντρικό και κυκλοθυμικό Ζούλι Σολεράς. Ο Λιουίς, όπως μαθαίνουμε μέσα από το ημερολόγιό του, έχει αφήσει πίσω στη Βαρκελώνη την Τρίνι Μιλμάνι (τη σύντροφό του, κόρη αναρχικών ιδεαλιστών, με την οποία δεν έχουν παντρευτεί εξ επιλογής) και τον γιο που έκανε μαζί της, τον μικρό Ραμονέτ.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος