Ο βίος του βραχύς. Το σώμα του έργου του μικρό σε όγκο αλλά πυκνό στη διάρκεια μιας εξαετίας (1966-1972). Το αποτύπωμά του στα γράμματα διαρκές. Ο μεταπολεμικός πεζογράφος Μάριος Χάκκας (1931-1972), συγγραφέας τριών συλλογών διηγημάτων (Ο τυφεκιοφόρος του εχθρού, 1966, Ο μπιντές και άλλες ιστορίες, 1970 και Κοινόβιο, 1972), μιας ποιητικής συλλογής και ενός θεατρικού, δεν μπορούμε να πούμε ότι ατύχησε στην πρόσληψή του τόσο εν ζωή όσο και μετά θάνατον. Το 1978, μόλις λίγα χρόνια μετά τον θάνατό του, τα έργα του, που εξέδιδε ο Κέδρος, συγκεντρώθηκαν και σε έναν τόμο Απάντων και την ίδια χρονιά ο επιλεκτικός Λίνος Πολίτης τού αφιέρωσε αρκετές γραμμές στην Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας του. Συμπεριλήφθηκε γρήγορα σε πεζογραφικές ανθολογίες, τον βρίσκουμε στα σχολικά εγχειρίδια και στα ακαδημαϊκά προγράμματα των φιλολογικών σχολών, είναι ένας συγγραφέας του λογοτεχνικού μας κανόνα.
Ωστόσο, η κριτική πρόσληψη του ενταγμένου στην ΕΔΑ Χάκκα, του συνδεδεμένου με τους πρόσφυγες της Καισαριανής, του Χάκκα που έζησε διωγμούς και φυλακίσεις, περνά, σταθερά μέσα στον χρόνο, ανάμεσα από δύο Συμπληγάδες: την ένταξή του στην Αριστερά – και αργότερα την αποστασιοποίησή του και την αντιδογματική κριτική στάση του -, και στην ταλαιπωρία του από την ασθένεια του καρκίνου και τον πρόωρο θάνατό του. Οι μαρξιστικών καταβολών προσεγγίσεις βλέπουν στον Χάκκα έναν ρεαλιστή πεζογράφο που ασκεί με τη σάτιρα κριτική στη μετεμφυλιακή κοινωνία του μικροαστισμού, της αλλοτρίωσης και του καταναλωτισμού. Οι βιογραφικές προσεγγίσεις εξετάζουν την ασθένεια και τον επικείμενο θάνατο ως παραμέτρους καθοριστικές για τις επιλογές στη θεματολογία αλλά και στη διαμόρφωση του ύφους του.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.