Μπορεί στη Νυχτερινή βάρδια του καλλιγράφου (2015), που είναι η τοιχογραφία μιας σκοτεινής και λασπώδους επαρχίας μετά από έναν καταστροφικό σεισμό, η Μαρία Ξυλούρη να παρακάμπτει τον αστικό ιστό των δύο πρώτων μυθιστορημάτων της, τα οποία είναι το Rewind (2009) και το Πώς τελειώνει ο κόσμος (2012), οι βασικές της, όμως, γραμμές παραμένουν στο ακέραιο: εσωστρέφεια, αποπνικτικά κλειστοί χώροι, πολλαπλές επιμέρους ιστορίες σε τροχιά συνεχούς διασταύρωσης, μόνιμη ρευστότητα αλλά και επίμονη αναζήτηση μιας καθαρτήριας εξόδου. Κι αν στο Rewind βλέπουμε ανοίκειες μορφές με ραμμένο στόμα και σκιές να βαδίζουν στο πλάι των πρωταγωνιστών, και στο Πώς τελειώνει ο κόσμος συναντάμε ήρωες οι οποίοι ονειρεύονται τον θάνατο των άλλων, στη Νυχτερινή βάρδια του καλλιγράφου θα παρατηρήσουμε ένα βεληνεκές περισσότερο απορρυθμισμένο: φυσικά και ξυλόγλυπτα πουλιά που είναι έτοιμα να αποκτήσουν ανθρώπινες πλην άκρως επίφοβες ιδιότητες, απανωτά θανατικά (ένα στοιχείο που κυριαρχεί σε όλα τα βιβλία της Ξυλούρη), ακατάληπτες προφητείες, δαιμονικές συμφωνίες, κορμιά που προδίδουν μιαν ερεβώδη ομορφιά, καθώς και πρόσωπα που ενώ με τη μια τους όψη κραδαίνουν το δρεπάνι του Χάρου, με την άλλη υπόσχονται τη σωτηρία σωμάτων και ψυχών, με τη συγγραφέα να κινείται μάλλον προς το παραμύθι τρόμου και τη δυστοπική αλληγορία.
Ο θάνατος δεσπόζει και στην πρόσφατη, πρώτη συλλογή διηγημάτων της Ξυλούρη υπό τον τίτλο Πέτρινα πλοία. Τα πέτρινα πλοία της είναι πέτρες σε σχήμα καραβιού γύρω από τάφους σε τόπους της Βόρειας Ευρώπης: ένας τρόπος μεταφοράς των νεκρών διά μέσου του νερού στον κάτω κόσμο, όπως στην αρχαιοελληνική μυθολογία και στον Ομηρο, με τη διαφορά πως εδώ έχουμε να κάνουμε με μιαν αναποδογυρισμένη Νέκυια. Τα διηγήματα της Ξυλούρη, σε άμεση επικοινωνία τουλάχιστον με το τελευταίο μυθιστόρημά της, τοποθετούνται εκεί όπου τείνει να καταπέσει ο πανίσχυρος φράχτης μεταξύ ζωντανών και νεκρών ή μάλλον εκεί όπου οι νεκροί θέλουν να εγκαταλείψουν το μνήμα τους: γυναίκες που ξεσηκώνονται από την τελειωτική τους κατοικία ή περιδιαβαίνουν κρεμασμένες τον επάνω κόσμο, άνθρωποι που καταρρέουν εν μέσω αγνώστων, αμνημόνευτοι νεκροί που έλκουν την καταγωγή από τα χρόνια του Εμφυλίου, φαντάσματα που επιβιβάζονται στη λεωφορειακή γραμμή μιας ερημόπολης. Και μαζί τους ναυαγοί, σκλάβοι και πνιγμένοι σύντροφοι σε απόκοσμες νήσους του 18ου αιώνα ή νησιά που έχουν βγει από καλούπια καραβιών (φόρος τιμής στον Ζοζέ Σαραμάγκου), ξένοι που καταφτάνουν στα μέρη των νησιωτών για να αφήσουν εκεί την ύστατη πνοή τους, άνδρες οι οποίοι γλιστρούν από βράχους, αλλά και κόρες που έχουν υποκατασταθεί από γάτες για να ξεχαστεί πως έχουν καλύψει το σώμα τους με πυκνά τατουάζ.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.