Πώς τυχαίνει άραγε και ξεφεύγει κάποτε από τα μάτια μας (όχι μόνο από τα δικά μας, αλλά και από των κατά πολύ παλαιότερων) ένας συγγραφέας που θα μπορούσε άνετα να σταθεί στο ύψος όλων εκείνων οι οποίοι έχουν αναγνωριστεί και έχουν δικαίως ενταχθεί στον λογοτεχνικό κανόνα; Η απάντηση δεν είναι εύκολη, ούτε αυτονόητη. Ο Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης γεννήθηκε το 1882 στην Κοζάνη και πέθανε το 1938 στην Αθήνα, σε ηλικία 56 ετών. Σπούδασε νομικά στην ελληνική πρωτεύουσα, στη Βιέννη, στη Λειψία και στην Κωνσταντινούπολη, όπου ειδικεύτηκε στο Τουρκικό Δίκαιο, εξελέγη δύο φορές βουλευτής κατά τη διάρκεια του Εθνικού Διχασμού, δραστηριοποιήθηκε ως δημοσιογράφος και δημοσίευσε λογοτεχνικά, λαογραφικά και δημοσιογραφικά κείμενα. Χάρη στον Μάριο-Κυπαρίσση Μώρο, που έχει επιμεληθεί και σχολιάσει διεξοδικά την ανά χείρας εξαιρετικά προσεγμένη έκδοση, ο Τσιτσελίκης έρχεται τώρα ξανά στην επιφάνεια, μια εκατονταετία ακριβώς μετά τα χρόνια της δράσης του, για να μας εντυπωσιάσει με την πολυμέρεια και τον ολοζώντανο ακόμη δυναμισμό της διηγηματογραφίας του, η οποία φιλοξενήθηκε σε βιβλία και σε περιοδικά ή σε εφημερίδες μεταξύ 1911 και 1937.
Ο επιμελητής έψαξε πέρα από τα δύο εκδοθέντα έργα του Τσιτσελίκη, τις Μακεδονικές Εικόνες (1924) και το Ενα ξερρίζωμα (1926), στα διάσπαρτα κατάλοιπά του προκειμένου να ανασύρει, για τις ανάγκες της παρούσας έκδοσης, δεκαοκτώ διηγήματα γραμμένα μεταξύ 1918 και 1937. Γιατί όλα αυτά έμειναν για τόσο μεγάλο διάστημα στο σκοτάδι; Πιθανόν επειδή ο Τσιτσελίκης, παρά το κοσμοπολίτικο βιογραφικό του και την κοσμοπολίτικη, όπως θα δούμε, πεζογραφία του, δεν ξέφυγε πότε από τον στενό κύκλο της Κοζάνης και της Δυτικής Μακεδονίας. Πιθανόν, όμως, και εξαιτίας του γεγονότος ότι, όπως επίσης θα δούμε, όσα έγραφε ξεπερνούσαν οφθαλμοφανώς τους ιδεολογικούς και πολιτικοκοινωνικούς ορίζοντες της εποχής του. Για να συνεννοηθούμε ευθύς εξαρχής, θα πρέπει να πω ότι ο Τσιτσελίκης ήταν κατά του Βενιζέλου και υπέρ του βασιλιά Κωνσταντίνου, ζητώντας μαζί με άλλους την επάνοδο του τελευταίου εν Ελλάδι στο δημοψήφισμα του 1935. Κάτι τέτοιο, όμως, ουδόλως παρεμπόδισε τα διηγήματά του να ακολουθήσουν τον δρόμο της πολυγλωσσίας, της πολυφωνίας, των πολλαπλών πολιτισμικών αναφορών και της υπερεθνικής γραμμής.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος