Ενώ στον Επιβάτη παρακολουθούμε τη ζωή του Μπόμπι Γουέστερν τη δεκαετία του 1980, με αναδρομές στην ιστορία του και με εμβόλιμα κεφάλαια όπου σε παρελθόντα χρόνο η αδελφή του, η Αλίσια, μαθηματική διάνοια και διαγνωσμένη ως παρανοϊκή σχιζοφρενής, συνομιλεί με ένα πλάσμα της φαντασίας της, στο Stella Maris μεταφερόμαστε στο 1972 και στο ομώνυμο ψυχιατρικό άσυλο, όπου παρακολουθούμε επτά συνεδρίες της Αλίσια με έναν ειδικό. Μέσα από αυτές τις συνομιλίες ξετυλίγεται μια αφήγηση που συμπληρώνει την ιστορία του πρώτου βιβλίου, καθώς εδώ τα γεγονότα παρουσιάζονται από την οπτική γωνία της Αλίσια, η οποία έχει αφήσει τον αδελφό της σε κώμα στην Ιταλία και είναι σίγουρη ότι πρόκειται να τον χάσει για πάντα. Η συζήτηση δεν μένει σε αυτό, φυσικά, αλλά ξεστρατίζει σε δύσβατα φιλοσοφικά και επιστημονικά μονοπάτια, ειδικά προς την κατεύθυνση των μαθηματικών και της θεωρητικής φυσικής, χωρίς να παραλείπει τις χιουμοριστικές παρεκβάσεις, κάτι που συνηθίζουν να κάνουν οι σπουδαίοι αμερικανοί συγγραφείς.

Τα δύο βιβλία, Επιβάτης και Stella Maris, είναι άρρηκτα δεμένα μεταξύ τους, αποτελώντας δίπτυχο. Από τη μία πλευρά ο Επιβάτης δίνει ένα απαραίτητο πλαίσιο μέσα στο οποίο το Stella Maris αποκτά ακόμη μεγαλύτερο νόημα. Από την άλλη, διαβάζοντας το Stella Maris ο αναγνώστης θα δει με άλλο μάτι όσα διάβασε στον Επιβάτη. Και τα δύο βιβλία μαζί καταφέρνουν να είναι ταυτόχρονα σκοτεινά και φωτεινά, απαισιόδοξα και τρυφερά, αλλόκοτα και γεμάτα νοήματα, προσφέροντας μια οπτική που μπορεί να αποδειχθεί ευεργετική, εφόσον πρώτα αποδεχθεί κανείς το δεδομένο «ενός κόσμου θεμελιωμένου στη θλίψη των πλασμάτων του».

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω