Η παρουσία της 190 με το επιβλητικό bodykit στους δρόμους του Νότιου Λονδίνου ίσως παραπέμψει ορισμένους στην «υπερβολή» της δεκαετίας του ’80 και στην κυριαρχία αυτοσχέδιων όσο και αμφιλεγόμενης αισθητικής παρεμβάσεων σε πάσης φύσεως αυτοκίνητα. Ωστόσο η συγκεκριμένη περίπτωση διαφέρει κατά πολύ και όχι λόγω του εξαψήφιου τιμήματος που αξιώνει αλλά, κυρίως, χάρη στα διακριτικά της Brabus που κοσμούν το πίσω τμήμα.
Oι πιο ένθερμοι «παρατηρητές» της δεν είχαν καν γεννηθεί όταν τα αυτοκίνητα του είδους βρίσκονταν στις δόξες τους, αντιμετωπίζοντάς την ως την αποθέωση του «cool retro», ωστόσο κανείς δεν εντυπωσιάζεται από την αξία της, ένα σαφές δείγμα της απόστασης που έχει διανύσει η έννοια της βελτίωσης αυτοκινήτων από το τότε έως το σήμερα.
Ενας από τους αδιαμφισβήτητους πρωταγωνιστές αυτής της μεταβολής υπήρξε ο ιδρυτής της Brabus, Βodo Buschmann, ο οποίος ηγήθηκε της καθιέρωσης των βελτιωτικών οίκων, εισάγοντας το σκεπτικό του συνδυασμού της άφθονης ιπποδύναμης με απεριόριστες επιλογές εξατομίκευσης σε mainstream προτάσεις, χωρίς να αντιμετωπίζει το κόστος ως περιοριστικό παράγοντα.
Πλην ωστόσο της ουσιαστικής και θεσμικής συμβολής του στην εξέλιξη της βελτίωσης αυτοκινήτων από τη θέση του συνιδρυτή και επικεφαλής της Γερμανικής Ενωσης Βελτιωτών Αυτοκινήτων (VDAT), ο B. Buschmann, ο οποίος έφυγε από τη ζωή το 2018, υπήρξε επιβλητική προσωπικότητα από κάθε άποψη, στοιχείο που φρόντισε να μεταδώσει στα αυτοκίνητά του.
Ετσι ακόμα και για τον πλέον αδαή που δεν θα αναγνωρίσει τα χαρακτηριστικά σημάδια της Brabus στο αμάξωμα της 190Ε – τα οποία καταφανώς απέχουν πολύ από τα συνήθη kits βελτίωσης που παίρνει κανείς από το Amazon, με δεδομένο ότι τα συγκεκριμένα κατασκευάζονται «sur mesure» – o μπάσος ήχος του εξακύλινδρου αρκεί για να κατανοήσει ότι πρόκειται για κάτι εντελώς διαφορετικό. Στην κίνηση του Λονδίνου ο κινητήρας των 3.650 κ.εκ. μουγκρίζει θυμωμένα και απρόθυμα, προδίδοντας ότι έχει σχεδιαστεί για πολύ υψηλότερες ταχύτητες. Παρ’ όλα αυτά το soundtrack του κινητήρα ακόμα και υπό αυτές τις συνθήκες αποτυπώνει την επιμέλεια των μηχανικών που τον σχεδίασαν, παραπέμποντας συνειρμικά σε μια εποχή όπου οι μεγάλου κυβισμού κινητήρες με τις μεγάλες βαλβίδες καθώς και η τροφοδοσία των θαλάμων καύσης με γενναιόδωρες ποσότητες αέρα και καυσίμου ήταν μονόδρομος για την επίτευξη υψηλής ισχύος.
Βέβαια στην προκειμένη περίπτωση δεν πρόκειται για τυπικό δείγμα ούτε της Brabus ούτε της εποχής στην οποία αναμφισβήτητα ανήκει το συγκεκριμένο τετράτροχο. Για την ακρίβεια, πρόκειται για μια προσεκτικά σχεδιασμένη ρεπλίκα ενός αυτοκινήτου με πολλές ιδιαιτερότητες που την ανάγουν σε μοναδικό είδος.
Παίρνοντας όμως τα πράγματα από την αρχή, η 190 W201 ήταν επί της ουσίας το αυτοκίνητο που διεύρυνε το κοινό της Mercedes-Benz επί το νεανικότερο, ενώ σε δεύτερο χρόνο έκανε ακριβώς το ίδιο και για την Brabus που μέχρι τότε αρεσκόταν σε βελτιώσεις αυτοκινήτων με V8 κινητήρες, στοιχείο που παραμένει το σήμα κατατεθέν της μέχρι σήμερα. Ο B. Buschmann, ο οποίος ξεκίνησε την Brabus το 1977, από τον προαύλιο χώρο της αντιπροσωπείας αυτοκινήτων των γονιών του, εκτός από πληθωρική προσωπικότητα υπήρξε και εξαιρετικά οξυδερκής, διαβλέποντας στην 190E ένα ιδανικό όχημα για να εισαγάγει ένα ευρύτερο κοινό στον θαυμαστό κόσμο των βελτιώσεων.
Αρχικά φρόντισε να διοχετεύσει στις εταιρείες ενοικίασης αυτοκινήτων περίπου 200 βελτιωμένες 190. Προς επίρρωση του επιχειρήματός του ωστόσο δεν παρέλειψε στα τέλη της δεκαετίας του ’80, με τη βιομηχανία του tuning σε πλήρη άνθηση, να δημιουργήσει και ένα ακόμα πιο εκκεντρικό και σπορ προσανατολισμού δείγμα για δημοσιογραφική χρήση, με το οποίο οι εκπρόσωποι του ειδικού Τύπου της εποχής διασκέδασαν αρκούντως οδηγώντας με… τις πάντες μέσα σε σύννεφα καπνού από τα καμένα της ελαστικά. Οπως εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς, το συγκεκριμένο δημιούργημα της Brabus αποτελούσε ιδιάζουσα περίπτωση, καθώς, σε αντίθεση με τις συνήθεις, πιο πολυτελείς πρακτικές του βελτιωτικού οίκου, εκτός από τον αναβαθμισμένο εξακύλινδρο σε ευθεία διάταξη κινητήρα των 3,6 λίτρων, το εσωτερικό της υπάκουε σε μια προσεκτικά σχεδιασμένη αλλά πιο καθαρόαιμη αγωνιστική λογική που ενέτασσε στον εξοπλισμό της αγωνιστικά καθίσματα, κλωβό ασφαλείας, καθώς και μια σειρά από εξίσου σπορ λεπτομέρειες πρωτόγνωρες για το status της φίρμας. Οπως εξίσου εύκολα μπορεί να αντιληφθεί κάποιος με δεδομένη και την… αλόγιστη χρήση, το συγκεκριμένο αυτοκίνητο χάθηκε πολύ σύντομα για πάντα, προλαβαίνοντας ωστόσο να αποκτήσει την αύρα του μύθου. Κάπως έτσι ο κατά πολύ μεταγενέστερος της συγκεκριμένης Brabus Mercedes 190E υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων του βελτιωτικού οίκου, Sven Gramm, αποφάσισε να την επαναφέρει στη ζωή. Αφετηρία αποτέλεσε μια τυπική 190Ε με κινητήρα 2,6 λίτρων, ο οποίος, με την καθοριστική συμβολή μηχανικών που είχαν δημιουργήσει την αρχέτυπη και «δανεικά» εξαρτήματα (στροφαλοφόρο άξονα και πιστόνια) από τoν κινητήρα 3,0 λίτρων της E-Class W124, έφτασε στα επιθυμητά επίπεδα ισχύος, εν προκειμένω τους 268 ίππους.
Αδιάψευστο τεκμήριο της επιτυχούς αναβίωσής της υπήρξε η έγκριση του B. Buschmann αυτοπροσώπως, o οποίος πρόλαβε να δει – και όχι μόνο – την ολοκλήρωσή του. «Οταν πήγα στο εργοστάσιο για να το παραλάβω, έπεσα πάνω στον Buschmann, ο οποίος, αφού με ρώτησε αν το αυτοκίνητο ήταν έτοιμο και του απάντησα καταφατικά, μου είπε: «Πρέπει να με πάρεις μαζί σου!». Και με κάποιον τρόπο ο Herr Buschmann, o οποίος δεν ήταν και από τους πιο μικρόσωμους τύπους, κατάφερε να χωρέσει στα αγωνιστικά καθίσματα Recaro. Υστερα από λίγο χαμογελούσε πλατιά λέγοντας: «Νιώθω 20 χρόνια νεότερος»» θυμάται ο S. Gramm.
Επιστρέφοντας στο σήμερα και έχοντας αφήσει πίσω τον αστικό ιστό, κινούμενος πλέον στο λιγότερο πολυσύχναστo «επαρχιακό» δίκτυο του Surrey, η αλήθεια είναι ότι η 190 δείχνει μικρή με βάση τα σύγχρονα δεδομένα του είδους. Τα ελατήρια της Eibach με τα αμορτισέρ της Bilstein αποτελούν ιδανικό συνδυασμό για σπορ οδήγηση, χωρίς να μεταφέρουν περίσσεια κραδασμών. Ωστόσο το στοιχείο που αποτελεί πραγματικά αποκάλυψη είναι το σύστημα διεύθυνσης, το οποίο, αν και σχεδιαστικά διατηρεί την ίδια διάταξη με τις 190E της εποχής, χάρη στην παρέμβαση της Brabus εξαλείφει κάθε ίχνος ασάφειας, προσδίδοντας στο συγκεκριμένο τετράτροχο αξιοζήλευτη ακρίβεια και ευελιξία. Εχω επίσης τη βεβαιότητα ότι η πληθωρική πληροφόρηση που προκύπτει από τους μπροστινούς τροχούς σε κάθε μεταβολή είναι κατά πολύ ανώτερη σε σχέση με τις τυπικές Mercedes της εποχής στην οποία ανήκει.
Επίσης, ακόμα και αν κάθε φορά που κοιτάζω κλεφτά προς τα πίσω εκπλήσσομαι με την πολεμική ατμόσφαιρα που επικρατεί στο εσωτερικό, με κάποιον τρόπο η Brabus190E εξακολουθεί να παραμένει πιστή – και όχι μόνο σχεδιαστικά – στην πρώτη ύλη της, την οποία έχει «παραφθείρει» με ομολογουμένως απολαυστικό όσο και ιδιοφυή τρόπο. Εναν τρόπο που αν και αποτελεί μια διασκεδαστική παραφωνία στις συνήθεις τακτικές της Brabus αλλά και ευρύτερα, αν λάβει κανείς υπόψη τη θέση του βελτιωμένου είδους στην αυτοκινητοβιομηχανία, υπενθυμίζει έμπρακτα τον λόγο ύπαρξής του, αποτελώντας παράλληλα ιδανικό φόρο τιμής στους ανθρώπους που το καθιέρωσαν.
Κατά κοινή ομολογία τα βελτιωμένα αυτοκίνητα δεν είναι για τον οποιονδήποτε, ωστόσο όταν μπορεί κανείς να αντιληφθεί ότι η υλοποίησή τους ενέχει τόσο σεβασμό προς όλες τις κατευθύνσεις, δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει τη φρεσκάδα στη σκέψη και τη δημιουργικότητα – ακόμα και αν πρόκειται για ρεπλίκα αυτοκινήτου τεσσαρακονταετίας. Πολλώ μάλλον δε όταν αυτή αποτελεί πιστή αναπαραγωγή ενός μοναδικού δείγματος το οποίο σχεδιάστηκε ως η επιτομή του πιο ζωντανού κομματιού της αυτοκινητιστικής κουλτούρας και πλέον επανήλθε, ως ζωντανός θρύλος.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος