Οταν τις προάλλες η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ κλήθηκε να μιλήσει για τις προοπτικές της Ευρωζώνης, τόνισε ότι «η βασική δοκιμασία στην οποία η ΕΕ καλείται να ανταποκριθεί με επιτυχία είναι το πώς θα καταφέρει να γεφυρώσει επιτέλους το χάσμα ανάμεσα σε Βορρά και Νότο, να μειώσει τις ανισότητες που αυξάνονται λόγω πανδημίας και να μεταβεί σε μία περισσότερο βιώσιμη οικονομία»
Η δήλωση αυτή συνιστά μεγάλη τομή σε σχέση με το παρελθόν γιατί αναμειγνύει την ΕΚΤ με την εξέλιξη γεωγραφικών περιοχών και συγκεκριμένες κατηγορίες χωρών. Μέχρι τώρα υποτίθεται ότι η πολιτική της έπρεπε να μεριμνά μόνο για τη συνολική πορεία της ευρωζώνης, χωρίς να επιτρέπεται καν να κάνει διαπιστώσεις και διαχωρισμούς με βάση γεωγραφικά ή άλλα κριτήρια των κρατών-μελών, όπως το μέγεθος, η τεχνολογική ικανότητα κ.λπ. Για αυτό άλλωστε ιδρύθηκε ως ανεξάρτητη νομισματική διοίκηση, προς την κοινή πολιτική της οποίας τα κράτη-μέλη οφείλουν να προσαρμόσουν τη δική τους πορεία ώστε να αποφύγουν δυσάρεστες αποκλίσεις στο μέτωπο του πληθωρισμού και της ανταγωνιστικότητας. Στην πράξη όμως τα πράγματα δεν πήγαν και τόσο καλά όσο τα έλεγε η θεωρία.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.