O κλάδος του φαρμάκου αποτελεί έναν από τους βασικότερους πυλώνες ανάπτυξης της Εθνικής Οικονομίας, ενώ η συμβολή του στην προαγωγή της δημόσιας υγείας είναι αναμφισβήτητη και ανεκτίμητη. Σήμερα, περισσότερα από 8.000 νέα μόρια βρίσκονται υπό ανάπτυξη διεθνώς, γεγονός που καταδεικνύει το τεράστιο επιστημονικό έργο που καταβάλλεται και είναι ασφαλώς κατανοητό ότι πολύ λίγα από αυτά τα μόρια θα καταλήξουν τελικά στην αγορά. Στην Ελλάδα θα πρέπει να μας απασχολήσει πώς θα υιοθετήσουμε αυτήν την καινοτομία, καθώς σημαντικά ζητήματα για τη χώρα μας παραμένουν το δημογραφικό και η υποχώρηση της συνολικής χρηματοδότησης για δαπάνες υγείας και φαρμάκου.
Ο πληθυσμός γερνά και σε συνδυασμό με την αυξανόμενη ανάγκη για υγειονομική περίθαλψη, δημιουργούνται ασφυκτικές πιέσεις στους προϋπολογισμούς της ασφάλισης υγείας. Πιο συγκεκριμένα, η εξωνοσοκομειακή δαπάνη το τελευταίο δωδεκάμηνο αυξήθηκε κατά 6,3% έναντι της προηγούμενης περιόδου. Επιπλέον, η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη όλα τα τελευταία χρόνια οριοθετείται από μη ρεαλιστικούς κλειστούς προϋπολογισμούς και ως αποτέλεσμα αυτού η Ελλάδα υστερεί σημαντικά, για παράδειγμα, με στοιχεία του 2019 στη δημόσια κατά κεφαλήν νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, κατά -52% και -63% έναντι της Νότιας Ευρώπης (ΝΕ) και της Δυτικής Ευρώπης (ΔΕ) αντίστοιχα. Σε ένα ελεγχόμενο περιβάλλον, όπως είναι τα νοσοκομεία, αυτό είναι προφανές δείγμα ελλιπούς χρηματοδότησης. Παράλληλα, η Πολιτεία αδυνατεί να ελέγξει το μείγμα της συνταγογράφησης, γεγονός που οδηγεί σε μειωμένη αποτελεσματικότητα.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος