Οι συνέπειες της υγειονομικής κρίσης της Covid-19 στην ελληνική οικονομία, όπως καταγράφηκαν στα πρόσφατα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2ο τρίμηνο του 2020, δημιουργούν αβεβαιότητες για την ταχύτητα επαναφοράς της οικονομίας και καθιστούν επιτακτική την αναζήτηση των πολιτικών που θα την υποστηρίξουν. Με δεδομένο ότι η εξέλιξη των μακρο-δεικτών – ύφεση της τάξης του 15,2%, ανεργία 18,3%, σοβαρή επιδείνωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (έλλειμα 7 δισ.) – αποτυπώνει τον χαμηλό βαθμό ανθεκτικότητας της ελληνικής οικονομίας, η στρατηγική για την επόμενη μέρα, η στρατηγική της ανάκαμψης δεν μπορεί παρά να «βλέπει» σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα και να έχει στον πυρήνα της τη διαδικασία μετασχηματισμού της οικονομίας. Η ρεαλιστικότητα και η αποτελεσματικότητα κάθε αναπτυξιακής πολιτικής εκτιμάται σε πρώτο χρόνο, στη βάση των απαντήσεων που δίνονται στα ερωτήματα με «ποιους πόρους» και με «ποιο σχέδιο».
Κατά την τελευταία δεκαετία, η απάντηση στο πρώτο ερώτημα ήταν προφανώς η πιο δύσκολη. Το θέμα των διαθέσιμων πόρων και των βαθμών δημοσιονομικής ελευθερίας λειτουργούσε αποτρεπτικά σε αναπτυξιακές πρωτοβουλίες. Σήμερα όμως, στην Covid εποχή της ΕΕ, η απάντηση γίνεται αυτονόητα θετική και περιλαμβάνει σημαντική ενεργοποίηση πόρων, με προσωρινό μεν χαρακτήρα. Η συγκρότηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης συνολικού ύψους 750 δισ. €, προβλέπει μια σημαντική εθνική κατανομή επιχορηγήσεων και δανείων, η οποία – σε συνδυασμό με τους υπόλοιπους ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους – συνιστά ένα σημαντικό εργαλείο για τον μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος