Μια πραγματική μεταμόρφωση έχει συντελεστεί στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Μια μεταμόρφωση που ελάχιστοι θεωρούσαν εφικτή – και αυτοί ακόμη πίστευαν ότι θα απαιτήσει μεγάλο βάθος χρόνου, παραπάνω από μια δεκαετία. Οι ελληνικές συστημικές τράπεζες κατάφεραν, όμως, μέσα στα τελευταία τρία χρόνια να εξυγιάνουν τους ισολογισμούς τους και να απαλλαγούν από τη βαριά κληρονομιά των μη εξυπηρετούμενων δανείων που είχαν συσσωρευθεί την περίοδο της ελληνικής κρίσης. Αρκεί να θυμηθεί κανείς ότι μόλις το 2016 το απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων είχε φτάσει σε πρωτοφανή επίπεδα: 107 δισεκατομμύρια στους τραπεζικούς ισολογισμούς, κι αυτό μόλις πριν από έξι χρόνια, το 2016. Το τέλος του 2022 θα βρει τις τράπεζες με κάτω από 10 δισεκατομμύρια μη εξυπηρετούμενα δάνεια και μονοψήφιο δείκτη ΝΡΕ. Δεν υπάρχει προηγούμενο μιας τόσο ραγδαίας εξυγίανσης τραπεζικών ισολογισμών. Χάρη σε αυτήν το ελληνικό τραπεζικό σύστημα μπορεί σήμερα να χρηματοδοτεί την πραγματική οικονομία για να επιτύχει τους σταθερά υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης που χρειάζεται για τα επόμενα χρόνια. Χάρη σε αυτήν εκπληρώθηκε μια βασική προϋπόθεση και επιτεύχθηκε η έξοδος από το καθεστώς της ενισχυμένης εποπτείας, με αποτέλεσμα να είναι σε θέση η Ελλάδα να επιδιώκει ρεαλιστικά και τον τελευταίο μείζονα στόχο της εξομάλυνσης, την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.
Οι τράπεζες απαλλάχθηκαν από το απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων αλλά το ζήτημα του ιδιωτικού χρέους παραμένει. Η μεταφορά των δανείων σε βαθιά καθυστέρηση εκτός τραπεζικών ισολογισμών δεν σημαίνει ότι εξατμίστηκαν. Υπάρχουν και εξακολουθούν να αποτελούν τροχοπέδη στην οικονομία. Επομένως, η πρόκληση σήμερα είναι η αποτελεσματική και γρήγορη διαχείρισή τους. Και προϋπόθεση αποτελεί η ύπαρξη μιας υγιούς και λειτουργικής αγοράς για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΝΡΕ). Η αγορά αυτή έχει ήδη συγκροτηθεί και παραμένει σήμερα ενεργή. Η εξυγίανση των τραπεζών επιτεύχθηκε προπάντων μέσα από τη διαδικασία των τιτλοποιήσεων και τη θέσπιση του προγράμματος «Ηρακλής» (1 και 2) για την παροχή κρατικής εγγύησης στους τίτλους ανώτερης διαβάθμισης. Η διαδικασία συνεχίζεται και σήμερα, αλλά με πολύ χαμηλότερους όγκους, καθώς τα περισσότερα χαρτοφυλάκια ΝΡΕ έχουν τιτλοποιηθεί και μεταφερθεί, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό εποπτικό πλαίσιο, σε ιδιώτες επενδυτές. Αξίζει να σημειώσουμε ότι στην αγορά των ΝΡΕ έγιναν τα προηγούμενα χρόνια μερικές από τις μεγαλύτερες συναλλαγές που έφεραν άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα. Οι νέοι κάτοχοι των δανείων έχουν αναθέσει τη διαχείρισή τους σε εξειδικευμένες εταιρείες, τους servicers, που μαζί με τις τράπεζες και τις ασφαλιστικές εταιρείες συγκροτούν τους τρεις πλέον πυλώνες του χρηματοπιστωτικού συστήματος της χώρας.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.