Εχοντας να αντιμετωπίσουμε τη μία αναποδιά μετά την άλλη (ένταση με την Τουρκία, μεταναστευτικό, κορωνοϊός, εισαγόμενες επιπτώσεις της αναταραχής των αγορών μετά τον κορωνοϊό, ενεργειακή κρίση) πολλοί περίμεναν ότι η ελληνική οικονομία θα κατέρρεε. Αυτό δεν συνέβη, παρότι βεβαίως οι δυσκολίες εξακολουθούν να είναι μπροστά μας. Αντίθετα, είχαμε έναν υψηλό ρυθμό ανάπτυξης 8,3% το 2021 και το ποσοστό της ανάπτυξης του ΑΕΠ έκλεισε στο 7% το 1ο τρίμηνο του 2022!
Ολα αυτά δεν έτυχαν, πέτυχαν! Είναι αποτέλεσμα της συνολικής οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης: Της φορολογικής πολιτικής που μείωσε τους φόρους και έκανε πιο ελκυστικό το να επενδύει κανείς στην Ελλάδα. Της δημοσιονομικής πολιτικής που πέρασε τις «εξετάσεις» των Βρυξελλών και των αγορών. Της αδειοδοτικής πολιτικής που έκανε πιο απλή υπόθεση το άνοιγμα μιας επιχείρησης στη χώρα μας. Και, φυσικά, της εργασιακής και της ασφαλιστικής πολιτικής της κυβέρνησης, οι οποίες και εκείνες από την πλευρά τους συνετέλεσαν στο μέχρι τώρα αποτέλεσμα. Ως Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων θα αναφερθώ στις δύο τελευταίες αυτές πτυχές της πολιτικής μας:
Με τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 4,4 ποσοστιαίες μονάδες, δεν είμαστε μόνο εντάξει απέναντι στην προεκλογική μας δέσμευση, αλλά συμβάλλουμε επίσης τόσο στην αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων όσο και στη μείωση του μη μισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων!
Η πολιτική αυτή συμπληρώνεται με μια ουσιαστική παρέμβαση για τις επικουρικές συντάξεις των νέων, τους «ατομικούς κουμπαράδες» δηλαδή, που έχουν εισαχθεί για όσους μπαίνουν τώρα στην αγορά εργασίας, αλλά και για όσους νέους κάτω των 35 ετών το επιλέξουν από την 01.01.2023. Ολο αυτό είναι μία μεταρρύθμιση με βάση τις βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές, ώστε να στηριχθούν οι νέοι και να «πατήσει» σε πιο γερές βάσεις το ασφαλιστικό μας σύστημα!
Από την άλλη πλευρά, περάσαμε τον Νόμο για την Προστασία της Εργασίας, ο οποίος συνδύασε τον στόχο για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, με τον στόχο της προστασίας των εργαζομένων. Στηρίζουμε την ανταγωνιστικότητα με την αύξηση των υπερωριών στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, τη δυνατότητα εργασίας τις Κυριακές στις αποθήκες, τα logistics, τα κέντρα δεδομένων, τη φαρμακοβιομηχανία και με τη μείωση του γραφειοκρατικού βάρους για τις επιχειρήσεις. Από την άλλη προστατεύουμε τους εργαζομένους με τις νέες γονικές άδειες, τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, τα νέα δικαιώματα για τους εργαζομένους στα delivery, το «δικαίωμα αποσύνδεσης» στην τηλεργασία. Κορωνίδα όλων αυτών των παρεμβάσεων στο επίπεδο της προστασίας είναι η Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας, η οποία θα βοηθήσει στην εξασφάλιση συνθηκών δίκαιου ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων. Αλλά θα λειτουργήσει και ως εργαλείο κοινωνικής δικαιοσύνης που θα αποτρέψει στην πράξη φαινόμενα υποδηλωμένης-αδήλωτης εργασίας και απλήρωτων υπερωριών!
Παράλληλα, στον ΟΑΕΔ, τριπλασιάσαμε τους ρυθμούς των προγραμμάτων για τους ανέργους σε σχέση με την περίοδο ΣΥΡΙΖΑ. Συγκεκριμένα, την περίοδο 2020-2021 ο ΟΑΕΔ δημιούργησε 50.000 νέες θέσεις εργασίας. Ενώ ο σχεδιασμός για το 2022 είναι η δημιουργία πάνω από 86.000 τέτοιων νέων θέσεων!
Τώρα, ήρθαμε με τον νόμο «Δουλειές Ξανά» να εισαγάγουμε από τη μια πλευρά μία νέα λογική για τα ίδια τα επιδόματα, έτσι ώστε να ενθαρρύνουμε αυτούς που αναζητούν ενεργά εργασία. Και από την άλλη πλευρά να αντιμετωπίσουμε περιπτώσεις κατάχρησης των επιδομάτων από ορισμένους. Τι αλλάζει από εδώ και πέρα; Οι άνεργοι που προσλαμβάνονται θα παίρνουν για πρώτη φορά το επίδομα εργασίας. Δηλαδή, πέρα από τον μισθό τους, θα παίρνουν το 50% του επιδόματος ανεργίας μέχρι τη συμπλήρωση του χρόνου που θα το λάμβαναν κανονικά. Ταυτόχρονα, οι μακροχρόνια άνεργοι που συντάσσουν ατομικό ψηφιακό σχέδιο δράσης, θα παίρνουν μπόνους 300 ευρώ, ώστε να επανασυνδεθούν με τη Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης (ΔΥΠΑ). Αλλη καινοτομία που εισαγάγαμε είναι το σύστημα των 3 προσφορών εργασίας στον άνεργο (αντίστοιχες με το εργασιακό του προφίλ, τον προηγούμενο μισθό, τον τόπο κατοικίας, κ.τ.λ.), όπως ισχύει σχεδόν παντού στην Ευρώπη: εάν ο άνεργος απορρίπτει και τις 3 προσφορές, θα διαγράφεται από το μητρώο διότι, προφανώς, δεν ενδιαφέρεται για δουλειά, αλλά για επιδόματα. Τέλος εισαγάγαμε εισοδηματικά κριτήρια (αντίστοιχα του επιδόματος θέρμανσης) όχι για το επίδομα ανεργίας, αλλά για όλα τα υπόλοιπα επιδόματα. Διότι δεν είναι νοητό κάποιος να δηλώνει μόνος του ότι βγάζει 40.000 και 50.000 τον χρόνο και να είναι και εγγεγραμμένος στο μητρώο της ΔΥΠΑ και να παίρνει επιδόματα!
Με τον νόμο «Δουλειές Ξανά» περάσαμε επίσης ρυθμίσεις που θα μας βοηθήσουν να αλλάξουμε το σύστημα κατάρτισης και επανακατάρτισης στην Ελλάδα. Διότι υπάρχει σήμερα ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα ως προς τις δεξιότητες στη χώρα μας. Ειδικά σε μία σειρά από τεχνικά επαγγέλματα. Γι’ αυτό εισάγουμε τα Πανεπιστήμια στην κατάρτιση και συνδέουμε τις αμοιβές των παρόχων κατάρτισης και των καταρτιζομένων με τα αποτελέσματα της κατάρτισης. Ωστε να ενισχύσουμε την ποιότητα των προγραμμάτων αυτών και η κατάρτιση να μην αντιμετωπίζεται απλώς ως μία επιδοματική διαδικασία, αλλά ως πραγματικό όπλο των εργαζόμενων και των ανέργων για το μέλλον! Στο πλαίσιο της ίδιας αντίληψης ο ΟΑΕΔ έχει ήδη υπογράψει μνημόνια συνεργασίας με 4 διεθνείς γίγαντες (Google, Cisco, Amazon και Microsoft), με τους οποίους συνεργάζεται προς όφελος των νέων οι οποίοι μπορούν να αποκτήσουν πιστοποιητικά κατάρτισης με πραγματική αξία!
Η συνολική πολιτική της κυβέρνησης – αλλά και η πολιτική του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων σε ό,τι το αφορά – έχει σαν αποτέλεσμα η ανεργία να πέσει από το 17,2% το καλοκαίρι του 2019 στο 12,7% τον περασμένο Απρίλιο. Η προσπάθεια, βεβαίως, συνεχίζεται. Είναι προσπάθεια χωρίς «μαγικές συνταγές», αλλά βασισμένη σε πολιτικές οι οποίες έχουν πετύχει διεθνώς και οι οποίες είναι και αυτές που τελικά εξυπηρετούν τους εραγαζομένους. Διότι οι εργαζόμενοι δεν περιμένουν τα μεγάλα λόγια και τα συνθήματα της δεκαετίας του ’80 και του ’90 για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματά τους. Περιμένουν μία ουσιαστική κοινωνική πολιτική, η οποία έχει ως προϋπόθεση μία ορθολογική οικονομική πολιτική. Και αυτή είναι η πολιτική της σημερινής κυβέρνησης!
Ο κ. Κωστής Χατζηδάκης είναι υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.