Ο πληθωρισμός στα τρόφιμα είναι ένα διεθνές οικονομικό φαινόμενο που η σωστή ανάλυσή του, και πιθανή του αντιμετώπιση, απαιτεί την ολοκληρωμένη διερεύνηση των πολλαπλών παραγόντων που το επηρεάζουν αλλά και την καταγραφή των διαφοροποιήσεων της ελληνικής αγοράς. Το άρθρο αυτό παραθέτει τις κύριες επισημάνσεις/αλήθειες για την εξήγηση αυτού του φαινομένου και τις αναγκαίες συνθήκες και δράσεις για την πιθανή του αντιμετώπιση.
Α. Διεθνές φαινόμενο
Οι μεγάλες διακυμάνσεις στις διεθνείς τιμές βασικών αγροτικών εμπορευμάτων (π.χ. σιτηρά, καφές) βασίζονται σε πολλαπλούς παράγοντες όπως οι γεωπολιτικές εξελίξεις και πόλεμοι, ακραίες κλιματολογικές συνθήκες, μεγάλες αυξήσεις στα έξοδα λειτουργίας και bottlenecks στις διεθνείς αλυσίδες εφοδιασμού. Ο ταυτόχρονος συνδυασμός των παραγόντων αυτών δημιουργεί πολλαπλασιαστικά ακραία τιμολογιακά αποτελέσματα με δυσκολία να προβλεφθούν από τα υπάρχοντα γραμμικά μοντέλα.
Στις επεκταμένες (σε χρόνο, μέγεθος και πολυπλοκότητα) πλέον διεθνείς αλυσίδες εφοδιασμού στα τρόφιμα (πρώτες ύλες, εξοπλισμός, ημι-έτοιμα προϊόντα, μεταφορά και αποθήκευση, τελικά κανάλια διανομών) η χρονική υστέρηση μεταξύ του γεγονότος που αφορά την αιτία αύξησης της τιμής και της τοποθέτησης/αγοράς του προϊόντος στο ράφι, συνήθως είναι 1-2 χρόνια. Άρα δύσκολα εντοπίζεται η επεξήγηση μεταξύ αιτίας και αιτιατού όταν ανακοινώνονται τα στατιστικά στοιχεία από την Eurostat.
Οι τελικές τιμές πολλές φορές είναι αποτέλεσμα διεθνών εξωγενών γεγονότων ή δυναμικών στις αλυσίδες εφοδιασμού που δεν μπορούν να ελεγχθούν ή επηρεασθούν από τις μικρές τοπικές αγοράς κατανάλωσης, ιδιαίτερα μάλιστα όταν αξιοποιούνται στη διεθνή πολιτική σκακιέρα (π.χ. εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας).
Β. Ελληνική πραγματικότητα
Στην Ελλάδα έχουμε εξάρτηση από τις εισαγωγές κορυφαίων επωνύμων προϊόντων από διεθνείς εταιρίες όπου οι τιμολογιακές τους πολιτικές είναι διαφορετικές ανά περιοχή και επηρεάζονται από πολλούς παράγοντες, όπως το μέγεθος της τοπικής αγοράς, τη διαπραγματευτική δύναμη των τοπικών χονδρεμπόρων, τα κόστη διανομών λόγω της δύσκολης γεωγραφίας, το κόστος χρήματος, την κατακερματισμένη αγορά διάθεσης των τελικών προϊόντων κ.λπ.
Η κατακερματισμένη μικρή τοπική παραγωγή αγροτικών προϊόντων δεν έχει τις οικονομίες μεγέθους για οικονομική αντοχή διαρκείας, είναι ευάλωτη στις αθρόες εισαγωγές (και αυξομειώσεις των τιμών) των πρώτων υλών και του αναγκαίου εξοπλισμού, στα πιθανά διεθνή κερδοσκοπικά παιχνίδια, και στις πολιτικές εφοδιασμού των χωρών με γνώμονα καθαρά τα εθνικά τους συμφέροντα.
Το ελληνικό λιανεμπόριο τροφίμων έχει παραδοσιακά υψηλά στοκ ασφαλείας των προϊόντων – λόγω της απόστασης από τα διεθνή κέντρα παραγωγής αλλά και της πολύ δύσκολης γεωγραφίας με την πολυπλοκότητα στα logistics – που προσφέρουν την αναγκαία ομαλότητα στην τροφοδοσία κρίσιμων καταναλωτικών αγαθών (όπως στην αποφυγή ελλείψεων στα ράφια την περίοδο της πανδημίας) αλλά και επηρεάζει τη χρονική υστέρηση στις αλλαγές τιμών σε περιόδους πληθωρισμού ή αποπληθωρισμού.
Η προτίμηση των Ελλήνων στα επώνυμα καταναλωτικά προϊόντα, αφού τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, που συνήθως είναι πιο φθηνά και επηρεάζονται από μικρότερο αριθμό εμπλεκομένων εταιρειών στην παραγωγή και εμπορία τους, αντιπροσωπεύουν μόνο το 20-25% του όγκου αγορών όταν στις μεγάλες αγορές της Ευρώπης ξεπερνάει το 50% στις αντίστοιχες κατηγορίες. Επίσης οι τελικές τιμές επηρεάζονται από τον ΦΠΑ (13% ή 24%) στα τρόφιμα που είναι από τους υψηλότερους στην Ευρώπη.
Η αύξηση της κατανάλωσης λόγω αύξησης μισθών, καθολικών μέτρων ενίσχυσης λόγω της ενεργειακής κρίσης κ.λπ., δεν είναι ανασταλτικός παράγοντας των πληθωριστικών τάσεων ενώ δεν βοηθάει στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος έντονου κλαδικού ανταγωνισμού.
Γ. Υπερ-ρύθμιση της πολιτείας
Η πολιτεία έχει προχωρήσει σε μία σειρά από νομοθετήματα που έχουν ως στόχο τον περιορισμό των πληθωριστικών πιέσεων και ειδικά στις κατηγορίες των ειδών παντοπωλείου. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια καταγράφονται πάνω από 25 νομοθετήματα (νόμοι ή υπουργικές αποφάσεις) τα οποία ρυθμίζουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο την αγορά, όπως το καλάθι του νοικοκυριού, τα προϊόντα με μόνιμη μείωση τιμής, το πλαφόν στο μεικτό περιθώριο κέρδους και τώρα τα νέα μέτρα κατά των προσφορών. Αυτή η υπερ-ρύθμιση της αγοράς – σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες – πλέον προκαλεί μια διαρκή σύγχυση στην αγορά, τεράστια διοικητική γραφειοκρατία και ένα σημαντικό κόστος για τις επιχειρήσεις. Ενώ τα οφέλη μέχρι τώρα να μην καταγράφονται ιδιαίτερα σημαντικά.
Πρακτικά οι πρόσφατες ρυθμίσεις αφορούν κυρίως σε δύο μέτρα που έχουν στόχο τη μείωση των προσφορών, προωθητικών ενεργειών και εκπτώσεων, θεωρώντας ότι κάτι τέτοιο θα οδηγήσει σε μείωση των αρχικών τιμών των προϊόντων. Παρότι οι τελικές τιμές αρκετών προϊόντων θα μειωθούν, δεν είναι σαφές πώς θα επηρεαστεί μελλοντικά η τελική δαπάνη των καταναλωτών, καθώς αυτό που εν τέλει ενδιαφέρει τον καταναλωτή είναι το πώς επηρεάζεται το εισόδημά του.
Ενδεχομένως επίσης να λειτουργήσει αποθαρρυντικά για τις επιχειρήσεις στο να συνεχίσουν με την ίδια ένταση τις προωθητικές ενέργειες, κάτι που είναι πλέον τυπική πρακτική αγορών των ελλήνων καταναλωτών στα προϊόντα παντοπωλείου αλλά και υποδηλώνει και την ένταση ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων.
Δ. Αποτελέσματα και επόμενα βήματα
Η πρόσφατη σχετική μελέτη του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) – με πραγματικά στοιχεία από τα σούπερ μάρκετ – καταγράφει για τον Οκτώβριο 2024 μέση μείωση τιμών για τα προϊόντα παντοπωλείου (σε σχέση με τον Οκτώβριο 2023) της τάξης του 0,03% και μια μέση αύξηση τιμών των τροφίμων της τάξης του 0,98%.
Με μεγάλη βέβαια αυξομείωση – όπως αναμενόταν λόγω του διαφορετικού βαθμού επηρεασμού εξαιτίας των κλιματικών αλλαγών και των διαφορετικών καναλιών εφοδιασμού – μεταξύ των 23 διαφορετικών κατηγοριών που βρίσκονται στα σούπερ μάρκετ, όπως αύξηση +11,31% στα φρέσκα ψάρια και θαλασσινά και μείωση -8% στα απορρυπαντικά και είδη καθαρισμού. Οι σημαντικές αυξομειώσεις και διαφοροποιήσεις των μηνιαίων πληθωριστικών τάσεων των 23 μεγάλων κατηγοριών ειδών παντοπωλείου καταδεικνύει την πολυπλοκότητα του φαινομένου και τους πολλούς διαφορετικούς παράγοντες που επηρεάζουν τις πληθωριστικές τάσεις σε διαφορετικές υποκατηγορίες.
Η τάση συγκράτησης των τιμών καταγράφεται στις μελέτες του ΙΕΛΚΑ από τις αρχές του 2024. Αυτό είναι αποτέλεσμα των κυβερνητικών πρωτοβουλιών, της σταθεροποίησης των τιμών σε αρκετές πρώτες ύλες και στα κόστη παραγωγής, των συντονισμένων δράσεων της βιομηχανίας και του λιανεμπορίου για συγκράτηση του κόστους και των τελικών τιμών, και των καταναλωτικών συνηθειών για μείωση του όγκου αγορών και αλλαγών στις επιλογές μάρκας και καταστήματος αγορών.
Οι συνθήκες και τα γεγονότα που δημιουργούν τις πληθωριστικές τάσεις δεν θα εκλείψουν στο άμεσο μέλλον. Για να συνεχιστεί ο αγώνας αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού – πέρα από την καλυτέρευση της παραγωγικότητας και αποδοτικότητας των επιχειρήσεων – είναι αναγκαίες οι παρακάτω στοχευμένες δράσεις από τη δημόσια διοίκηση:
1. Αξιοποίηση των πραγματικών δεδομένων των εταιρειών – όπως καταγράφονται από τρίτες έμπιστες οντότητες – για τον κλαδικό προσδιορισμό της μεταβολής των τιμών και όχι μόνο οι δειγματοληπτικές τεχνικές που έχουν μεθοδολογικά μειονεκτήματα.
2. Αξιοποίηση των τεχνολογικών εργαλείων για άμεση και καθημερινή σύγκριση τιμών στα επώνυμα προϊόντα με άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
3. Ελεγχος της εξέλιξης τιμής (από τις πρώτες ύλες, την τιμή του αρχικού παραγωγού και έως την τελική τιμή) για τις κατηγορίες των φρέσκων προϊόντων.
4. Μέτρα πάταξης της φοροδιαφυγής που υπάρχει κατά κόρον στα κανάλια εφοδιασμού εκτός του οργανωμένου λιανεμπορίου τροφίμων.
5. Μείωση του ΦΠΑ στα λογικά επίπεδα των άλλων ευρωπαϊκών χωρών σε ευρέως χρησιμοποιημένα τρόφιμα από τα ευάλωτα οικονομικώς νοικοκυριά και τις νέες οικογένειες.
6. Δημιουργία ισχυρής τοπικής βιομηχανίας παραγωγής τελικών προϊόντων παντοπωλείου με οικονομίες μεγέθους και στόχευση στις διεθνείς αγορές.
7. Δημιουργία ενός τεχνολογικά εκσυγχρονισμένου πρωτογενούς γεωργικού κλάδου με υψηλή παραγωγικότητα και σταθερή ποσότητα και ποιότητα όλο τον χρόνο.
Ο κ. Γεώργιος Ι. Δουκίδης είναι Καθηγητής του Τμήματος Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.