Το Ουρογεννητικό Σύνδρομο της Εμμηνόπαυσης (ΟΣΕ) είναι ένας σχετικά νεότερος όρος που περιγράφει την κλινική οντότητα αυτού που ήταν παλαιότερα γνωστό ως αιδοιοκολπική ατροφία, ατροφική κολπίτιδα ή ουρογεννητική ατροφία. Περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα αλλαγών και συμπτωμάτων που αφορούν το γεννητικό και κατώτερο ουροποιητικό σύστημα καθώς και τη σεξουαλική υγεία μιας γυναίκας, ως επακόλουθα της πτώσης των οιστρογόνων μετά την εμμηνόπαυση.

Η συχνότητα του συνδρόμου είναι αρκετά υψηλή, καθώς το ΟΣΕ φαίνεται να επηρεάζει/αφορά περισσότερες από τις μισές (περίπου  το 50%-70%) των μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών.

Αλλά όχι μόνο, καθώς το σύνδρομο ή ορισμένα χαρακτηριστικά του είναι δυνατό να εμφανιστούν στο 15% περίπου νεότερων γυναικών, προ της εμμηνόπαυσης, καθώς επίσης σε ασθενείς που λαμβάνουν φαρμακευτική θεραπεία για τον καρκίνο του μαστού και ασθενείς, συχνά αρκετά νέες, που πάσχουν από πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια.

1. Ποια τα βασικά συμπτώματα του συνδρόμου; Βελτιώνονται με την πάροδο του χρόνου;

Οι κλινικές εκδηλώσεις του ΟΣΕ είναι ευρείες, ποικίλλουν σε βαρύτητα και είναι χρόνιες, καθώς δεν φαίνεται να βελτιώνονται χωρίς την κατάλληλη θεραπεία. Ετσι μια ασθενής μπορεί να εμφανίσει συμπτώματα, κατ’ αρχάς, από το γεννητικό σύστημα, όπως:

– Ξηρότητα, ατροφία κόλπου.

– Αίσθημα καύσου, κνησμού ή ερεθισμού.

– Πόνο ή πίεση στον κόλπο και στην πύελο.

– Ρίκνωση και στένωση του κόλπου.

– Αυξημένες κολπικές εκκρίσεις, χαρακτηριστικά λευκωπές, και συχνά κολπίτιδες.

– Πρόπτωση των πυελικών οργάνων (μήτρας, κύστης, ορθού).

Από το ουροποιητικό σύστημα παρατηρούνται:

– Διαταραχές ούρησης (δυσουρικά ενοχλήματα, συχνουρία, επιτακτικότητα).

– Ακράτεια ούρων.

– Ανάπτυξη συχνών ουρολοιμώξεων, που δύναται συχνά μέσα στον χρόνο να υποτροπιάζουν.

Συνακόλουθη των παραπάνω καταστάσεων είναι η σημαντική επίδραση του συνδρόμου στη σεξουαλική υγεία της γυναίκας, με την εμφάνιση:

– Δυσπαρευνίας (άλγους και δυσκολίας δηλαδή κατά την επαφή).

– Μειωμένης λίπανσης και εφύγρανσης του κόλπου.

– Συχνά κολπικής αιμόρροιας μετά την επαφή.

– Κολεόσπασμου (αντανακλαστικού σπασμού των μυών του κόλπου) και πυελικού άλγους.

– Και τελικά μείωσης της libido, της επιθυμίας, και απόσυρσης.

2. Πώς επηρεάζουν οι κλινικές εκδηλώσεις του συνδρόμου την ποιότητα ζωής της γυναίκας; Υπάρχει επαρκής ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των ασθενών;

Το τέλος της αναπαραγωγικής ηλικίας μιας γυναίκας δεν θα πρέπει να σημαίνει και το τέλος μιας ποιοτικής και ευχάριστης ζωής σε κάθε έκφανσή της. Οι ποικίλες κλινικές εκδηλώσεις του συνδρόμου δύνανται να έχουν μια σοβαρή επίδραση στην ψυχολογία, στη συναισθηματική και σεξουαλική υγεία, στην επαγγελματική και κοινωνική ζωή. Παρά την υψηλή συχνότητά του, το Ουρογεννητικό Σύνδρομο της Εμμηνόπαυσης παραμένει, έως και σήμερα, υποδιαγνωσμένο, κυρίως λόγω της συστολής, του αισθήματος ντροπής, πολλών ασθενών να αναζητήσουν βοήθεια, είτε λόγω του ότι συχνά, ασφαλώς λανθασμένα, θεωρείται μέρος της φυσιολογικής διαδικασίας γήρανσης. Καθίσταται λοιπόν πλέον επιτακτική η ανάγκη ενημέρωσης και των δύο φύλων για την αναζήτηση εξειδικευμένης φροντίδας και θεραπείας.

3. Ποιοι οι τρόποι αντιμετώπισης του Ουρογεννητικού Συνδρόμου της Εμμηνόπαυσης;

Στόχος της θεραπείας αποτελεί η ανακούφιση ή/και εξάλειψη των συμπτωμάτων.

Ως πρώτη γραμμή αντιμετώπισης των συμπτωμάτων ατροφίας και ξηρότητας συστήνεται η εφαρμογή κολπικών κρεμών ή gels που έχουν φυσικό τρόπο δράσης και μπορεί να περιέχουν συστατικά που δρουν θεραπευτικά, όπως υαλουρονικό οξύ, κολλαγόνο ή/και φυτοοιστρογόνα.

Για την αντιμετώπιση της δυσπαρευνίας και της σεξουαλικής δυσλειτουργίας συστήνεται η χρήση ενυδατικών – λιπαντικών κρεμών κολπικά, με ιδιαίτερη προσοχή στην επιλογή τους, ώστε να μιμούνται τα φυσικά υγρά του κόλπου και να μη διαταράσσουν την ισορροπημένη φυσιολογία της περιοχής.

Πέραν αυτών, ως περαιτέρω αντιμετώπιση του ΟΣΕ προτείνεται η χορήγηση σκευασμάτων ορμονικής θεραπείας είτε τοπικά στον κόλπο είτε συστηματικά.

Ενώ τα τελευταία χρόνια έχουμε στη διάθεσή μας εναλλακτικά περισσότερο παρεμβατικές θεραπείες, όπως π.χ. το κολπικό laser, για την ανάπλαση του κολπικού επιθηλίου και την ανακούφιση των συμπτωμάτων.

Τέλος, στη διαχείριση των συμπτωμάτων από το ουροποιητικό, θέση έχει η χορήγηση συμπληρωμάτων διατροφής, που περιέχουν βιταμίνες και φυσικά συστατικά, όπως εκχύλισμα cranberry και προβιοτικά, τα οποία δρουν είτε προληπτικά είτε σε συνδυασμό με τη φαρμακευτική αγωγή βελτιώνοντας το θεραπευτικό αποτέλεσμα.

 

4. Συμπληρωματικά στα κύρια θεραπευτικά μέτρα συστήνονται:

– Ενίσχυση / ενθάρρυνση σεξουαλικής δραστηριότητας: συστήνεται ισχυρά για τη βελτίωση της φυσικής λίπανσης, ελαστικότητας και καλής κατάστασης του βλεννογόνου και των μυών του κόλπου.

– Διακοπή καπνίσματος.

– Μείωση στρες – ψυχολογική υποστήριξη: φαίνεται να βοηθά γυναίκες με μη οργανικά αίτια ξηρότητας.

– Διατροφή: έλεγχος σωματικού βάρους, λήψη βιταμινών D και E, άλλων συστατικών με δράση που μιμούνται τα οιστρογόνα.

– Επιλογή άνετων ρούχων και εσωρούχων που επιτρέπουν τον επαρκή αερισμό της ευαίσθητης περιοχής.

– Aσκηση: επιφέρει βελτίωση της κατάστασης αγγείων / μυών, μείωση άγχους / κατάθλιψης, ενίσχυση αισθήματος ευεξίας / αυτοπεποίθησης.

5. Συμπερασματικά:

Το Ουρογεννητικό Σύνδρομο της Εμμηνόπαυσης και οι κλινικές εκδηλώσεις του δεν θα πρέπει να αποτελούν θέμα-ταμπού για τη σύγχρονη, δραστήρια γυναίκα κάθε ηλικίας. Η ευαισθητοποίηση και η πληροφόρηση του κοινού αλλά και των φορέων υγείας, καθώς και η εξατομικευμένη προσέγγιση κάθε ασθενούς, αποτελούν καίριες προϋποθέσεις για την έγκαιρη και έγκυρη διάγνωση κι αντιμετώπιση του συνδρόμου.

Ο κ. Δήμος Σιούτης είναι μαιευτήρας -γυναικολόγος MD, MSC, PhD, επιστημονικός υπεύθυνος Τμήματος Ουρογυναικολογίας & Διαταραχών Πυελικού Εδάφους – ΙΑΣΩ Μαιευτική Γυναικολογική Κλινική, ακαδημαϊκός υπότροφος Γ’ Μαιευτικής & Γυναικολογίας ΕΚΠΑ, Νοσ. «ΑΤΤΙΚΟΝ».