Πού βρισκόμαστε
Ενα μάθημα από τις προηγούμενες κρίσεις είναι ότι η επίγνωση των προβλημάτων είναι προϋπόθεση για την αντιμετώπισή τους. Από την άποψη αυτή, η ωραιοποίηση των προοπτικών, στην οποία επιδίδεται η κυβέρνηση, δεν συμβάλλει στη δημιουργία της εν λόγω στοιχειώδους προϋπόθεσης. Η πραγματικότητα είναι ότι δεν βρισκόμαστε σε έναν παγκόσμιο ανοδικό οικονομικό κύκλο ο οποίος θα σύρει και την ελληνική οικονομία αυτόματα ανοδικά. Βρισκόμαστε αντίθετα εν όψει ενός νέου καθοδικού κύκλου που συνδυάζει ύφεση, άνοδο επιτοκίων και επίμονο πληθωρισμό και θα μας επηρεάσει αρνητικά. Ούτε βρισκόμαστε σε μια θετικά υποσχόμενη «σταθερότητα» που δεν πρέπει να διαταραχθεί. Είμαστε μια χώρα σε απόκλιση, στο πλαίσιο της Ευρώπης, με συσσωρευμένο χρέος, τεράστιο επενδυτικό κενό, προβλήματα δημοκρατίας και κράτους δικαίου. Για πολλούς, γινόμαστε ξανά «ειδική περίπτωση». Και επιπρόσθετα, είμαστε σε μια ευρύτερη εμπόλεμη περιοχή που δημιουργεί πρόσθετους κινδύνους. Εχουμε ανάγκη λοιπόν από ένα άλμα, ποσοτικό αλλά πρωτίστως ποιοτικό, για να ξεφύγουμε από τον κίνδυνο μιας παγίδευσης διαρκείας σε διαδοχικές κρίσεις και αδιέξοδα.
Στο μεταξύ ανακατατάξεις και μετασχηματισμοί στην παγκοσμιοποίηση, όπως τη γνωρίσαμε, και στις διεθνείς αλυσίδες αξίας, μαζί με τα προβλήματα που δημιουργούν, διαμορφώνουν και ευκαιρίες και δυνατότητες για επέκταση της εγχώριας παραγωγής στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα για πρώτη φορά έπειτα από δεκαετίες. Σημαντικές δυνατότητες περικλείει και ο τουρισμός, αν λειτουργήσει ως μοχλός ανάπτυξης της εγχώριας παραγωγής αντί να «κανιβαλίζει» κάθε άλλη παραγωγική δραστηριότητα και αν προστατευτεί το φυσικό περιβάλλον που είναι προϋπόθεση της ανάπτυξής του.
Με ποια πολιτική φιλοσοφία;
Αν όμως αυτές και άλλες δυνατότητες αφεθούν σε μια νεοφιλελεύθερη λογική κερδοσκοπικής μεγέθυνσης χωρίς σχέδιο, κριτήρια, όρια και κανόνες, τότε η μετατροπή της χώρας σε ένα απέραντο «resort» και η τουριστικοποίηση των πάντων είναι η βέβαιη προοπτική της. Αυτό, εκτός των άλλων αρνητικών, θα υποβάθμιζε βεβαίως και την ίδια την ποιότητα του τουρισμού. Θα έλεγε κάποιος ότι η ανάπτυξη με κανόνες δεν είναι και τόσο δύσκολο να επιτευχθεί. Και όμως, ειδικά στο ελληνικό περιβάλλον, στο οποίο κανόνες δεν υπάρχουν ή όταν υπάρχουν εφαρμόζονται επιλεκτικά και πελατειακά, η «ανάπτυξη με κανόνες», δηλαδή, η ύπαρξη σχεδίου και μακροχρόνιας στρατηγικής, η καθολική και ίση τήρηση κοινωνικών και οικολογικών δεσμεύσεων και ορίων είναι ένα εγχείρημα δύσκολο ακόμη και για μια αριστερή κυβέρνηση, όπως είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε στην πράξη. Πόσο μάλλον για κυβερνήσεις που δεν πιστεύουν καν στην αναγκαιότητά τους. Στη φάση που βρισκόμαστε, το ζήτημα της πολιτικής φιλοσοφίας της ανάπτυξης αποκτά επομένως κεντρική, όχι μόνο θεωρητική, αλλά και πρακτική σημασία.
Η «δομημένη πολιτική φιλοσοφία», που μας διαβεβαίωσε ο κ. Μητσοτάκης από τη ΔΕΘ ότι είναι η πυξίδα της πολιτικής του, δεν τον βοήθησε και πολύ στην αντιμετώπιση της πανδημίας και των άλλων προβλημάτων. Τα μέτρα στήριξης που έλαβε στο πεδίο αυτό, όπως και ο ίδιος έμμεσα αναγνώρισε, τα έλαβε κατά παρέκκλιση από την εν λόγω «δομημένη πολιτική φιλοσοφία». Και βέβαια με άφθονο δανεισμό. Τα 50 δισ. ευρώ, που όπως είπε ξόδεψε ως τώρα, δεν προέκυψαν από τις «υπεραποδόσεις της οικονομίας» αλλά από δανεισμό, τα 38 δισ. με έκδοση νέων ομολόγων και τα 13 δισ. με αύξηση του βραχυχρόνιου δανεισμού με Repos. Αν σε κάτι συνέβαλε η νεοφιλελεύθερη «δομημένη φιλοσοφία» του κυρίου Μητσοτάκη, αυτό είναι τα ταξικά και πελατειακά κριτήρια με τα οποία διαχειρίζεται τους πόρους, περιλαμβανομένων και αυτών του Ταμείου Ανάκαμψης. Δεν είναι τυχαίο που έπειτα από τη βελτίωση των δεικτών φτώχειας και ανισοτήτων την περίοδο 2015-2019, αυτοί άρχισαν πάλι να επιδεινώνονται. Αλλά η διεύρυνση των ανισοτήτων και των αποκλεισμών είναι το βασικό αποτέλεσμα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής φιλοσοφίας υπό το όποιο περιτύλιγμα ή μείγμα και αν έχει εφαρμοστεί.
Η προοδευτική διέξοδος
Η διέξοδος δεν είναι το «ελάχιστο κράτος» που εισηγείται ο νεοφιλελευθερισμός. Ούτε το πελατειακό και αλλοπρόσαλλο κράτος που αποτελεί τη βαλκανική εκδοχή του. Και φυσικά δεν αποτελεί διέξοδο το «μεγάλο κράτος», της άκρας δεξιάς, ή το «κράτος – μεγάλος αδελφός» των υποκλοπών και των παρακολουθήσεων. Ούτε προστατεύει την κοινωνία μια ανασφαλής Ελλάδα ως περίκλειστο ξενοφοβικό φρούριο. Ολα αυτά μπορεί να συνταιριάζονται στη «δομημένη φιλελεύθερη πολιτική φιλοσοφία» του κυρίου Μητσοτάκη αλλά δεν μπορούν να συγκροτήσουν ένα ελπιδοφόρο όραμα για την Ελλάδα του μέλλοντος. Ενα τέτοιο όραμα πρέπει να έχει ως βάση του τις αξίες της οικολογικής βιωσιμότητας, της ανθεκτικότητας, της δικαιοσύνης, της ισότητας, της αλληλεγγύης. Δεν πρόκειται όμως για κάποιο απόμακρο αξιακό όραμα αλλά για επείγουσες πρακτικές ανάγκες της κοινωνίας.
Στις συνθήκες που διαμορφώνονται, μια αναπτυξιακή στρατηγική συμπερίληψης και μείωσης των ανισοτήτων γίνεται επείγουσα εθνική ανάγκη. Μια τέτοια στρατηγική δεν μπορεί να υπηρετηθεί μόνο με επιδοτήσεις. Αν το κυρίαρχο μοντέλο ανάπτυξης παράγει διαρκώς ελλείμματα, ανισότητες και νέους αποκλεισμούς, η εκ των υστέρων προσπάθεια επανενσωμάτωσης των θυμάτων του ακήρυχτου οικονομικού και κοινωνικού πολέμου είναι αδιέξοδη. Είναι λοιπόν το μοντέλο ανάπτυξης, παραγωγής και κατανάλωσης αυτό που πρέπει να αλλάξει. Και είναι αυτός ο λόγος που στη νέα φάση, αυτό που χρειάζεται η χώρα είναι προοδευτικές δομικές αλλαγές. Η Ελλάδα για να επιβιώσει πρέπει να μπει σε μια φάση πραγματικών μεταρρυθμίσεων που προστατεύουν την κοινωνία, μετασχηματίζουν την οικονομία, ενισχύουν τη δημοκρατία. Είναι ανάγκη να ενσωματώσουμε επιτέλους τους στόχους της βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης στην πολιτική φιλοσοφία μιας εθνικής στρατηγικής και στην καθημερινή πρακτική του κράτους, των πολιτών και πρωτίστως της νεολαίας.
Οι μεγάλες δομικές κρίσεις απαιτούν μεγάλες δομικές αλλαγές. Και αυτές μπορεί να τις εμπνεύσει, να τις συντονίσει και να τις υλοποιήσει μόνο μια προοδευτική κυβέρνηση που θα σηματοδοτήσει τη νέα αρχή που έχει ανάγκη η πατρίδα μας.
Ο κ. Γιάννης Δραγασάκης είναι βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και πρώην υπουργός.
Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στο Ειδικό Αφιέρωμα για την Οικονομία της Έντυπης Έκδοσης του Βήματος, την Κυριακή 25 Αυγούστου 2022