Το 2019 βρίσκει τον ενάρετο κύκλο της παγκόσμιας οικονομίας σε μεγάλη αμφισβήτηση. Κάποιες Κασσάνδρες προειδοποιούν για τον κίνδυνο μιας επανάληψης του κραχ του 2008. Αλλοι μετριοπαθέστεροι μιλούν απλώς για ύφεση. Οχι για καταστροφή. Αρκετές ανεπτυγμένες οικονομίες άλλωστε, με ενδεικτικότερη τη γερμανική, βρίσκονται με το ένα πόδι στην ύφεση – το τρίτο τρίμηνο του 2018 η γερμανική οικονομία συρρικνώθηκε κατά 0,2% και αν και το τελευταίο τρίμηνο η ανάπτυξη καταγραφεί αρνητική, τότε η μεγαλύτερη και ισχυρότερη ευρωπαϊκή οικονομία θα υποδεχθεί τη νέα χρονιά με ύφεση.
Η ιστορία των οικονομικών υφέσεων του 20ού αιώνα στον ανεπτυγμένο κόσμο δείχνει πάντως ότι αυτές είτε προκύπτουν από μια ανθρωπιστική καταστροφή (έναν παγκόσμιο πόλεμο δηλαδή), είτε, μεταπολεμικά, από μια πετρελαϊκή κρίση (που κι αυτή προκύπτει κατά κανόνα ύστερα από έναν περιφερειακό πόλεμο), είτε από την επιτοκιακή πολιτική των μεγάλων Κεντρικών Τραπεζών και κυρίως της Fed. Συγκεκριμένα από το αν παρατείνουν υπέρ το δέον τη σφιχτή νομισματική πολιτική, αν διατηρούν δηλαδή επί μακρόν τα επιτόκια υψηλά για να κρατήσουν υπό έλεγχο τις πληθωριστικές πιέσεις – και είναι αλήθεια ότι οι Κεντρικές Τράπεζες πάσχουν από μια εγγενή πληθωρισμοφοβία.
Τέλος πάντων, οι μετριοπαθείς αναλυτές του Bloomberg Economics στον εφετινό οικονομικό «Καζαμία» τους θεωρούν ότι το 2019 δεν θα φέρει το τέλος του αναπτυξιακού κύκλου σε γενικευμένο, παγκόσμιο επίπεδο. Φοβούνται, όμως, ότι θα αναδείξει μεγαλύτερους κινδύνους για την παγκόσμια οικονομία. Κι αυτό επειδή υπάρχουν ανοικτές και χαίνουσες πολιτικές πληγές που κινδυνεύουν να κακοφορμίσουν και να βλάψουν (και) την οικονομική ανάπτυξη. Το εντυπωσιακό είναι ότι μεταξύ των απειλών αυτών δεν περιλαμβάνουν την επιτοκιακή πολιτική των Κεντρικών Τραπεζών, αγνοώντας ότι και η Fed και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ακόμα και η Τράπεζα της Αγγλίας (παρά το Brexit!), έχουν εγκαταλείψει την αναπτυξιακή νομισματική πολιτική και κλείνουν τις στρόφιγγες της ρευστότητας.
Οι αναλυτές του Bloomberg εντοπίζουν επτά (!) απειλητικές για την ανάπτυξη «πληγές» τις οποίες κληροδοτεί στο 2019 η χρονιά που φεύγει:
1. Ο εμπορικός πόλεμος
«Αν σε κάτι συμφωνούν Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί είναι ότι η άνοδος της Κίνας αποτελεί μια πρόκληση για τις ΗΠΑ» σημειώνουν οι ειδικοί. Και εξηγούν ότι η Κίνα απειλεί την εφοδιαστική αλυσίδα σε ό,τι αφορά την υψηλή τεχνολογία. Επίσης παραπέμπουν σε μια διακομματική Επιτροπή του αμερικανικού Κογκρέσου (Επιτροπή Σινοαμερικανικής Επιθεώρησης για την Οικονομία και την Ασφάλεια), η οποία στην ετήσια αναφορά της προειδοποιεί για την «κινεζική στρατιωτική επέκταση» και για «τις προσπάθειες του Πεκίνου να υπονομεύσει τις κυρώσεις της Ουάσιγκτον κατά της Βόρειας Κορέας».
Η αλήθεια είναι ότι την 1η Μαρτίου 2019, που λήγει η τρίμηνη «εκεχειρία» που συμφώνησαν οι πρόεδροι Ντόναλντ Τραμπ και Σι Τζινπίνγκ την 1η Δεκεμβρίου 2018, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του G20 στο Μπουένος Αϊρες, για να δώσουν μια ευκαιρία στον διάλογο και στις διμερείς διαπραγματεύσεις για να λύσουν τις εμπορικές διαφορές ΗΠΑ και Κίνας, θα γνωρίζουμε πολύ περισσότερα για το αν το 2019 θα μείνει στην Ιστορία ως η χρονιά της αναβίωσης και διεθνούς επικράτησης του οικονομικού προστατευτισμού, μια χρονιά παλινόρθωσης των εμπορικών συνόρων. Και αξίζει να θυμηθεί κανείς τη σοφή ρήση του αμερικανού προέδρου Αβραάμ Λίνκολν, «σύνορα που δεν τα περνούν εμπορεύματα τα διασχίζουν στρατεύματα».
2. Η ιταλική κρίση
Η λαϊκιστική κυβέρνηση της Ιταλίας βρίσκεται εδώ και μήνες σε ένα ιδιότυπο bras de fer με τις Βρυξέλλες εξαιτίας του σχεδίου του προϋπολογισμού για το 2019, το οποίο οι εταίροι θεωρούν ότι εκτροχιάζει τα δημόσια οικονομικά της χώρας. Παρένθεση: Σιγά τον εκτροχιασμό δηλαδή, αφού προβλέπει έλλειμμα 2,4% του ΑΕΠ ενώ το Σύμφωνο Σταθερότητας «ανέχεται» ακόμα και έλλειμμα 3%, και εξάλλου η κωλοτούμπα Μακρόν (λόγω «κίτρινων γιλέκων») είναι βέβαιο ότι θα εκτινάξει το έλλειμμα της Γαλλίας από το 2,8%, που είχε γίνει δεκτό από την Κομισιόν δίχως να ανοίξει μύτη, στο 3,4% του ΑΕΠ το 2019. Κλείνει η παρένθεση.
Το πρόβλημα βέβαια είναι ότι η προηγούμενη «συστημική» κυβέρνηση της Ρώμης είχε υποσχεθεί έλλειμμα 0,8% για το 2019 και το ότι η μεγάλη απόκλιση των λαϊκιστών έχει ήδη κεντρίσει το «ενδιαφέρον» των αγορών. Ολα είναι σχετικά, ως γνωστόν, στις αγορές, για τις οποίες ισχύει ό,τι για τα παιχνίδια στα παιδιά και για το λιβάνι στους αγίους: μην τους τάξεις οικονομικό στόχο και δεν τηρήσεις το τάμα. Πέφτουν να σε φάνε! Ηδη η απόδοση του 10ετούς ιταλικού ομολόγου έχει εκτιναχθεί στο υψηλότερο επίπεδο των τεσσάρων και πλέον χρόνων.
Εδώ θα πρέπει πάντως να σημειώσει κανείς ότι οι Βρυξέλλες, έχοντας μείζονα προβλήματα να αντιμετωπίσουν το 2019 (με κορυφαία την επικράτηση φυγόκεντρων ευρωσκεπτικιστικών και λαϊκιστικών δυνάμεων στις ευρωεκλογές του Μαΐου και βέβαια το Brexit), είναι αποφασισμένες να μην παρατραβήξουν το σκοινί στη διελκυστίνδα με τη Ρώμη. Ηδη υπάρχει η αίσθηση ότι θα δεχθούν έναν προϋπολογισμό με έλλειμμα γύρω στο 2%. Πώς θα αντιδράσουν οι αγορές στις ανα-οριοθετήσεις και στους… αναστοχασμούς των Ευρωπαίων, είναι κάτι που η ζωή θα δείξει.
3. Το Brexit
Δεν χωρεί αμφιβολία ότι το δημοψήφισμα του Ιουνίου 2016 άνοιξε το κουτί της Πανδώρας για τη Βρετανία. Επειδή όμως πρόκειται (ακόμα…) για μια παγκόσμια οικονομική, πολιτική και στρατιωτική δύναμη, ο σεισμός της αποχώρησης της χώρας από την ΕΕ ίσως σηκώσει ένα τσουνάμι που θα σαρώσει και άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες.
Ενα Brexit δίχως συμφωνία θα στοιχίσει στο βρετανικό ΑΕΠ 7% έως το 2030, σύμφωνα με έρευνα του Bloomberg Economics. Ενα Brexit με συμφωνία, που θα προβλέπει την παραμονή της χώρας στην τελωνειακή ένωση, θα περιορίσει τις απώλειες στο 3% έως το 2030 συγκριτικά με την παραμονή στην ΕΕ. Προοπτική που, εν τέλει, ίσως δεν πρέπει να αποκλείεται με κατηγορηματικό τρόπο.
4. Οι εκλογικές αναμετρήσεις
Ποιος «συστημικός» βλέπει ψηφοφόρους και δεν τους φοβάται! Οπως δείχνουν σχεδόν όλες οι εκλογικές αναμετρήσεις της μεταμοντέρνας εποχής μας, που χαρακτηρίζεται από την απαξίωση των πάντων (δημοψήφισμα στη Βρετανία, προεδρικές στις ΗΠΑ, βουλευτικές σε Ιταλία, Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη μεταξύ άλλων), οι πολίτες στις εκλογές δεν ψηφίζουν: Καταψηφίζουν! Μέλημά τους είναι «να στείλουν ένα μήνυμα στο σύστημα».
Οι ευρωεκλογές θα αποτελέσουν μια ιδανική ευκαιρία σε κάθε πικραμένο νεόπτωχο, σε κάθε οργισμένο αποκλεισμένο και σε κάθε απογοητευμένο από την καθημερινότητά του πολίτη της ΕΕ να τιμωρήσει όσους θεωρεί υπεύθυνους για την ανατροπή του βασικού καπιταλιστικού κανόνα, η κάθε γενιά να ελπίζει βάσιμα ότι θα ζήσει καλύτερα από την προηγούμενη. Πόσο μαύρη θα είναι η επόμενη μέρα των εκλογών για την ευρωπαϊκή οικονομία εξαρτάται εν πολλοίς από το «μαύρο» που θα πέσει στα ευρωπαϊκά συστημικά κόμματα. Σε κάθε περίπτωση, οι πιο ευάλωτοι που θα την πληρώσουν πρώτοι θα είναι, φευ, οι «τιμωροί».
Εν πάση περιπτώσει, εκτός από την ΕΕ, εκλογές θα διεξαχθούν το 2019 και σε Αργεντινή, Ινδία, Ινδονησία, Νότια Αφρική, Νιγηρία, αλλά και στον ανεπτυγμένο οικονομικά Καναδά και στην Αυστραλία, όπου όμως οι κοινωνίες δεν έχουν (ακόμα;) ριζοσπαστικοποιηθεί όπως στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ.
5. Ο Ντόναλντ Τραμπ
Η περίπτωση του αμερικανού προέδρου είναι μοναδική, καθώς ουδέποτε προκάτοχός του υπήρξε τόσο επικίνδυνα απρόβλεπτος. Ασφαλώς υπάρχει γύρω του ένας κλοιός συνεργατών, ορατών τε και αοράτων, που προστατεύουν τον ίδιο από τον εαυτό του και το διεθνές status quo από τα κυκλοθυμικά τουιταρίσματά του. Το πέρασμα της Βουλής των Αντιπροσώπων υπό τον έλεγχο των Δημοκρατικών στις ενδιάμεσες εκλογές του 2018 ίσως έχει ως αποτέλεσμα εντός του 2019 να ενταθούν οι προσπάθειες για την παραπομπή και καθαίρεσή του. Κάτι διόλου ευπρόσδεκτο από τον κόσμο των αγορών και των επιχειρήσεων, που το πρώτο που απαιτεί από τους κυβερνώντες είναι η εξασφάλιση πολιτικής σταθερότητας.
6. Πετρέλαιο και γεωπολιτική
Οι σχέσεις των ΗΠΑ με το Ιράν και τους άλλους εχθρούς της Ουάσιγκτον (την «πυρηνική» Βόρεια Κορέα κυρίως) θα καθορίσουν τον βαθμό επικινδυνότητας για το ξέσπασμα ενός «επεισοδίου» με ανατρεπτικές επιπτώσεις για την παγκόσμια οικονομική τάξη. Οι σχέσεις των ΗΠΑ με τη Σαουδική Αραβία είναι επίσης κρίσιμες καθώς καθορίζουν εν πολλοίς την παγκόσμια πετρελαϊκή πολιτική. ΗΠΑ, Σαουδική Αραβία και Ρωσία (με αναβαθμισμένο ρόλο χάρη στη συνεργασία της Μόσχας με το Ριάντ σε ό,τι αφορά τον καθορισμό της προσφοράς) είναι η νέα τρόικα του πετρελαίου.
Σε γενικές γραμμές η προοπτική επιβράδυνσης του ρυθμού ανάπτυξης παγκοσμίως προοιωνίζεται κάμψη της ενεργειακής ζήτησης. Η μείωση της πετρελαϊκής παραγωγής κατά 1,2 εκατ. βαρέλια ημερησίως που συμφώνησαν το Ριάντ με την εκτός OPEC Ρωσία δεν μοιάζει αρκετή για να στηρίξει τις τιμές (η αγορά ανέμενε άλλωστε ελαφρώς δραστικότερη μείωση, κατά 1,3 εκατ. βαρέλια ημερησίως). Αποκλιμάκωση των τιμών φέρεται να επιθυμεί και η Ουάσιγκτον, παρά τα περί του αντιθέτου συμφέροντα των αμερικανών παραγωγών σχιστολιθικού πετρελαίου. Επεισόδια τύπου Κασόγκι, τέλος, φαίνεται πως δεν αρκούν για να κλονίσουν τη στρατηγική συνεργασία Ουάσιγκτον – Ριάντ.
7. Η τρομοκρατία
Είναι η πλέον ερεβώδης και ύπουλη (καθότι απολύτως ασύμμετρη) απειλή για την παγκόσμια οικονομία και ίσως η οδυνηρότερη πληγή της ανθρωπότητας ολόκληρης – αρκεί να σκεφθεί κανείς τι έχει να γίνει αν το χέρι των τρομοκρατών φθάσει μέχρι τα πυρηνικά. Η δολοφονική επίθεση στο Στρασβούργο στα μέσα Δεκεμβρίου έδειξε ότι ο εφιάλτης είναι πάντα παρών. Πόσο αισιόδοξη, άραγε, να είναι η μελέτη του αμερικανικού Πανεπιστημίου του Μέριλαντ που έδειξε ότι το 2017 ήταν η τρίτη συνεχόμενη χρονιά μείωσης του αριθμού των τρομοκρατικών επιθέσεων και των θυμάτων τους παγκοσμίως, όταν τη χρονιά αυτή (2017) καταγράφηκαν περί τις 10.900 επιθέσεις στις οποίες σκοτώθηκαν περισσότεροι από 26.400 άνθρωποι;
Σσσσσ, οι ελίτ κοιμούνται
«Οι ελίτ δεν έχουν συνείδηση αυτού που συμβαίνει» δήλωσε η διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) τον περασμένο Νοέμβριο στο Παρίσι, στο περιθώριο των εορτασμών για τα 100 χρόνια από τον τερματισμό του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μιλώντας στην εφημερίδα «Les Échos» η Κριστίν Λαγκάρντ είπε ότι οι μεγαλύτερες ανησυχίες στον πλανήτη σήμερα δεν εκπορεύονται από τις οικονομικές εξελίξεις, αλλά από τις πολιτικές.
«Η οικονομική συγκυρία δεν βρίσκεται σε κατάσταση συναγερμού. Προσωπικά είμαι ιδιαίτερα ανήσυχη για τις πολιτικές εξελίξεις στον κόσμο, για την έξαρση του λαϊκισμού και των αυταρχικών καθεστώτων. Για πρώτη φορά το 2017 ο αριθμός των δημοκρατικών καθεστώτων στον πλανήτη μειώθηκε» είπε η επικεφαλής του ΔΝΤ. Και η ευθύνη για τις εξελίξεις αυτές βαρύνει εν πολλοίς τις ελίτ: «Μετά το 2008 υπήρχε μια σαφής συνείδηση του τι έπρεπε να κάνουμε: να ρυθμίσουμε ορισμένους τομείς (σ.σ. απέφυγε να κατονομάσει τις τράπεζες), να επανεκκινήσουμε τις οικονομίες, να αρνηθούμε τον προστατευτισμό, να βελτιώσουμε τη διεθνή συνεργασία. Σήμερα όλα αυτά τα έχουμε ξεχάσει. Οι ελίτ δείχνουν να μην έχουν συναίσθηση της πραγματικότητας. Αλλά ο εφησυχασμός δεν συγχωρείται».