Στο άκουσμα της λέξης «Ιράκ» έρχονται στον νου συνειρμοί δυσάρεστοι. Πρόκειται για μια χώρα που ταλανίζεται σχεδόν συνεχώς τα τελευταία 40 χρόνια από πολέμους και συγκρούσεις. Ομως μετά το 2005 αναπτύχθηκε στο Ιράκ μια νησίδα ασφάλειας και σχετικής ευημερίας: η αυτόνομη Περιφέρεια Κουρδιστάν, με πρωτεύουσα το Ερμπίλ (αρχαία Αρβηλα). Αυτή η περιοχή παρέμενε σε μεγάλο βαθμό άγνωστη, από αρχαιολογικής άποψης, καθώς το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν απαγόρευε την πραγματοποίηση οποιασδήποτε έρευνας εκεί.
Το γεγονός ότι πλέον ήταν ασφαλής και προσβάσιμη στους ερευνητές προσέφερε μια σημαντική ευκαιρία για την οργάνωση μιας νέας αρχαιολογικής αποστολής. Εχοντας εξασφαλίσει την υποστήριξη του υπουργείου Εξωτερικών και του υπουργείου Πολιτισμού της Ελλάδας, το 2010 πραγματοποιήθηκε το πρώτο διερευνητικό ταξίδι στην περιοχή.
Η Διεύθυνση Αρχαιοτήτων μάς υπέδειξε μια αρχαιολογική θέση (Tell Nader) σε προάστιο του Ερμπίλ, η οποία είχε ήδη εν μέρει καταστραφεί από παράνομη εκσκαφή για οικοδομικές εργασίες. Ο μόνος τρόπος για να σωθεί αυτή η σημαντική θέση ήταν να τεθεί υπό την αιγίδα ενός ακαδημαϊκού ιδρύματος και να ξεκινήσει άμεσα μια σωστική έρευνα.
Τα πρώτα ευρήματα
Τα ευρήματα που έφεραν στο φως οι ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ 2011 και 2013 από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, υπό τη διεύθυνση του γράφοντος, ήταν ιδιαίτερα σημαντικά και έτσι δικαιολογήθηκε η κήρυξή της σε επίσημο αρχαιολογικό χώρο και η περίφραξή της. Μόλις 30 εκατοστά κάτω από την επιφάνεια του εδάφους άρχισε να αποκαλύπτεται η αρχαιότερη μέχρι τότε γνωστή θέση στην περιοχή, με κατάλοιπα που χρονολογούνταν μεταξύ της 7ης και 5ης χιλιετίας π.Χ. Βρέθηκαν εστίες και κλίβανοι για την παραγωγή κεραμικής και ίσως χαλκού από την ύστερη 5η χιλιετία, ευρήματα σπάνια και με ιδιαίτερη αρχαιολογική σημασία.
Τα πορίσματα της ανασκαφής έχουν δημοσιευθεί και παρουσιασθεί σε πλήθος επιστημονικών συνεδρίων. Είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς για τα εκατοντάδες ευρήματα σε ένα σύντομο κείμενο. Γι’ αυτό και επιλέγω να αναφερθώ εκτενέστερα σε ένα εύρημα, που εκ πρώτης όψης έμοιαζε να προκαλεί μικρό ενδιαφέρον, ωστόσο αποδείχθηκε συγκλονιστικό. Πρόκειται για τον σκελετό μιας γυναίκας που έζησε στην ύστερη 5η χιλιετία και πέθανε σε ηλικία περίπου 30 ετών. Μετά τον θάνατό της το σώμα της ρίχθηκε μπρούμυτα σε έναν πλέον ανενεργό κλίβανο. Κτερίσματα δεν υπήρχαν στην ταφή, με εξαίρεση τρία δόντια που είχαν τοποθετηθεί κοντά στο κεφάλι της και προέρχονταν από τρεις διαφορετικούς σκύλους. Επειδή επρόκειτο για ένα σπάνιο εύρημα, εξασφαλίσαμε την άδεια μεταφοράς του σκελετού στην Αθήνα.
Το κρανίο συγκολλήθηκε στο εργαστήριο συντήρησης του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας και στη συνέχεια έγινε μια ακτινογραφία και μια αξονική τομογραφία στον σκελετό. Οι εξετάσεις οδήγησαν και σε μια ανεπάντεχη διαπίστωση· όταν η γυναίκα βρισκόταν σε νηπιακή ηλικία, το κρανίο της δέθηκε με ταινίες, ώστε να αποκτήσει ένα συγκεκριμένο, ωοειδές, σχήμα. Πρόκειται για ένα είδος «ενσώματης» ταυτότητας, η οποία δεν μπορούσε να αντιστραφεί και δημιουργούσε έναν άρρηκτο δεσμό του ατόμου με την κοινότητά του. Η ταυτότητά της θα παρέμενε διαρκώς ορατή. Πρόκειται για μια πρακτική σχετικά διαδεδομένη στη Μεσοποταμία της 5ης χιλιετίας.
Ομως, στην περίπτωση της συγκεκριμένης γυναίκας, ο δεσμός με την κοινότητά της διερράγη εξαιτίας ενός ατυχούς γεγονότος. Η μελέτη από ειδικό αρχαιοπαθολόγο αποκάλυψε ότι τα τελευταία χρόνια της ζωής της δέχθηκε ένα δυνατό χτύπημα στο κεφάλι, όπου προκλήθηκε ένα βαθύ, αμβλύ τραύμα. Αν και το χτύπημα δεν οδήγησε στον θάνατο της γυναίκας, ήταν τόσο ισχυρό που της προκάλεσε ημικρανίες, ίσως επιληπτικές κρίσεις και πιθανώς οδήγησε σε μια αλλαγή της προσωπικότητάς της.
Προφανώς, έτσι εξηγείται το γεγονός ότι το σώμα της, μετά τον θάνατό της, δεν ενταφιάσθηκε, αλλά ουσιαστικά απορρίφθηκε μέσα σε έναν άδειο κλίβανο. Τα δόντια των σκύλων μάλλον τοποθετήθηκαν εκεί ως μαγικά, αποτροπαϊκά αντικείμενα για να προστατεύσουν τα μέλη της κοινότητας από το συγκεκριμένο άτομο. Αυτή η διεπιστημονική προσέγγιση μας επέτρεψε να ανασυνθέσουμε ψήγματα της ιστορίας όχι μόνο αυτής της άτυχης γυναίκας, αλλά και της κοινωνίας της εποχής της. Το κρανίο της εκτίθεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Ερμπίλ.
Οι εξελίξεις από τον εμφύλιο
Μεταξύ 2011-2013, δηλαδή μετά την έναρξη του εμφύλιου πολέμου στη Συρία, άρχισαν σταδιακά να δραστηριοποιούνται στην Περιφέρεια Κουρδιστάν περίπου 40 ξένες αποστολές. Ενδεικτικό της τότε αισιοδοξίας είναι ότι στο πρώτο διεθνές συνέδριο για την αρχαιολογία της Περιφέρειας Κουρδιστάν, που διοργανώθηκε το 2012 από το Πανεπιστήμιο Αθηνών στην Αθήνα, συμμετείχαν περίπου 100 αρχαιολόγοι από 20 χώρες.
Το 2014, μόλις λίγους μήνες μετά το τέλος μιας ανέφελης ανασκαφικής περιόδου, οι τρομοκράτες του Ισλαμικού Χαλιφάτου (ISIS) πραγματοποίησαν μια αιφνιδιαστική επίθεση και κατόρθωσαν να κατακτήσουν τη Μοσούλη. Το 2019, έπειτα από πολυετείς σκληρές μάχες, το ISIS ηττήθηκε, ωστόσο η περιοχή παρέμενε σχετικά ανασφαλής. Κατά τη διάρκεια αυτού του διαστήματος διατηρήσαμε τις επαφές μας με τα μέλη της αρχαιολογικής κοινότητας του Ερμπίλ και προσφέραμε ηθική και υλική υποστήριξη. Το 2022 το Πανεπιστήμιο Αθηνών συνέχισε την ανασκαφή στο Tell Nader, αλλά και στο Tell Baqrta, μια ιδιαιτέρως σημαντική αρχαιολογική θέση περίπου 30 χιλιόμετρα νότια του Ερμπίλ.
Πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες αρχαίες πόλεις της Μεσοποταμίας με συνολική έκταση 1.000 στρεμμάτων. Η ανασκαφή του 2022 έφερε στο φως ένα τμήμα μνημειακού κτιρίου της σασσανιδικής περιόδου (224-651 μ.Χ.): τρία δωμάτια με δάπεδο από άργιλο και τοίχους κατασκευασμένους με ωμοπλίνθους, καθώς και τμήμα μίας σκάλας κτισμένης με οπτοπλίνθους. Οι πρόσφατες συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή ωστόσο, οδήγησαν σε νέα διακοπή των ερευνών στην περιοχή, αφήνοντας πίσω μόνο την ελπίδα το ερευνητικό έργο μελλοντικά να συνεχιστεί, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν.
Ο κ. Κωνσταντίνος Κοπανιάς είναι Καθηγητής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.