Ύστερ’ από τη Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή του 1774, που έθεσε τέρμα στον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1768-1774, έγιναν ορισμένες ανακατατάξεις στις βλέψεις και τους προσανατολισμούς των σκλαβωμένων Ελλήνων. Αντιλήφθηκαν από τότε οι Έλληνες πόση ισχύ αποκτούσαν με την τέχνη του ναυτικού, την οποία προσπάθησαν να τελειοποιήσουν για να τη μεταχειριστούν εναντίον της Τουρκίας. Δεν πέρασε πραγματικά πολύς χρόνος και οι Έλληνες ναυτικοί υπερείχαν των Τούρκων από αριθμητική και από τεχνική άποψη και ριζώθηκε στα πνεύματά τους η ιδέα της ναυτικής κυριαρχίας κατά την περίοδο κατά την οποία θα χωρίζονταν από την Τουρκία.
Έτσι η πρόσληψη Ελλήνων στην υπηρεσία του τουρκικού στόλου είχε αντίθετα αποτελέσματα από εκείνα που περίμενε η Πύλη. Γιατί η συμπάθειά τους στρεφόταν προς τη Ρωσία: τα ελληνικά καράβια ταξίδευαν με την προστασία της ρωσικής σημαίας και οι πρόξενοί της στο Αιγαίο τους υποκινούσαν να μεταναστέψουν στα εδάφη της. Αντιδρώντας η Πύλη μεταχειριζόταν τους Έλληνες ήπια και τους χορηγούσε πολλά πλεονεκτήματα, περισσότερα απ’ ό,τι στα πλοία άλλων κρατών. Και ενώ τα πλοία τους ήταν μικρά σύμφωνα με τους κανονισμούς του Τερσανέ (τουρκικού ναυστάθμου), ο αρχιναύαρχος Χουσεΐν Πασάς κατάργησε τους περιορισμούς και έτσι οι ραγιάδες των ελληνικών νησιών, ιδιαίτερα της Τσάμλιτζας (Σπετσών), της Σουλατζά (Ύδρας) και της Ιψαρά (των Ψαρών), απέκτησαν πλοία μεγάλα και πραγματοποιούσαν ταξίδια στην Ευρώπη και πέρα απ’ αυτή. Άρχισαν έτσι να συγκεντρώνουν πλούτη μεγάλα σε μικρό χρονικό διάστημα. Την εποχή του Ναπολέοντος, όταν η Ευρώπη ολόκληρη ήταν ανάστατη και πεινούσαν οι πληθυσμοί στη Δύση, ωφελήθηκαν από το θαλάσσιο εμπόριο, προόδεψαν πολύ, μιμήθηκαν τους τρόπους των Ευρωπαίων και άρχισαν να μεταδίδουν στη χώρα τους τις ιδέες της ελευθερίας, οι οποίες κυκλοφορούσαν στη Δύση.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.