Μακρύς και επίπονος ο δρόμος για τη θεσμική και δομική ανασυγκρότηση

Το νέο έτος 2019 σηματοδοτεί την έναρξη μιας περιόδου προκλήσεων για τη μεταμνημονιακή Ελλάδα, ο βαθμός επιτυχούς αντιμετώπισης των οποίων θα καθορίσει την οριστική έξοδο από τη μακροχρόνια ύφεση, θέτοντας τα θεμέλια για μια σύγχρονη και σταθερή αναπτυξιακή τροχιά μετασχηματισμού και ανασυγκρότησης, βασισμένη στην ανταγωνιστικότητα και στην εξωστρέφεια, που αποτελεί αναγκαία και ικανή προϋπόθεση για τη διαμόρφωση καλύτερων όρων εξυπηρέτησης του δυσβάστακτου δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, καθώς και για τη σταδιακή απομείωσή του.

Μάλιστα δε, σε μια περίοδο ραγδαίων αλλαγών σε παγκόσμιο επίπεδο που συντελούνται αφενός μεν λόγω του τεχνοοικονομικού μετασχηματισμού στο πλαίσιο της 4ης βιομηχανικής επανάστασης και της μετάβασης στη μεταψηφιακή εποχή, αφετέρου δε λόγω της αποδιάρθρωσης της, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, μεταπολεμικής παγκόσμιας τάξης (σύστημα κανόνων, θεσμών και εταιρικών σχέσεων) και της εντεινόμενης αμφισβήτησης της παγκοσμιοποίησης, με συνακόλουθο την επικράτηση του λαϊκισμού και των γενικευμένων ρατσιστικών και εθνικιστικών τάσεων, καθώς επίσης και σειράς αυταρχικών καθεστώτων.

Οι εξελίξεις αυτές διαμορφώνουν ένα αβέβαιο και ασταθές διεθνές περιβάλλον για την παγκόσμια οικονομία, με κύριες απειλές την αναβίωση του προστατευτισμού, την εντεινόμενη χρηματοοικονομική αστάθεια και την υπερχρέωση των ασθενέστερων οικονομιών και όχι μόνο, τις περιφερειακές γεωπολιτικές εντάσεις και τις ανεξέλεγκτες μεταναστευτικές ροές, ενώ έχει καταστεί πλέον προφανές ότι η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής αποτελεί την πρώτη προτεραιότητα για την επιβίωση του πλανήτη.

Το αναμφισβήτητα δυσμενές αυτό περιβάλλον καθιστά δυσχερή τον σχεδιασμό και την υλοποίηση του αναγκαίου μακροπρόθεσμου πλάνου αποκατάστασης της ανταγωνιστικότητας και ανασυγκρότησης και ανάπτυξης της οικονομίας που θα καταστήσουν δυνατή την απομείωση του χρέους. Μάλιστα δε, όταν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας παραμένουν ακόμα το κρίσιμο προαπαιτούμενο, αφού στην παγκόσμια κατάταξη του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ για το 2018, παρά τη σχετική βελτίωση τα τελευταία έτη, η χώρα υστερεί απελπιστικά όσον αφορά τη λειτουργία των θεσμών (87η θέση), την αγορά εργασίας (107η θέση), το χρηματοπιστωτικό σύστημα (114η θέση) και τη μακροοικονομική σταθερότητα (83η θέση) (World Economic Forum, The Global Competitiveness Report 2018).

Επίσης, οι σαφώς μη ανταγωνιστικές συνθήκες για την επιχειρηματική δραστηριότητα (υψηλότερη φορολογία, κόστος χρήματος, ενεργειακό κόστος, γραφειοκρατία κ.ά.) και η υστέρηση των μηχανισμών και φορέων εποπτείας στα ζητήματα διαφάνειας και εταιρικής διακυβέρνησης διατηρούν ένα περιβάλλον μη ελκυστικό για τις επενδύσεις, όπως άλλωστε επιβεβαιώνουν τα μεγέθη του τριμηνιαίου ακαθάριστου σχηματισμού πάγιου κεφαλαίου που παραμένουν σχεδόν αμετάβλητα την τελευταία επταετία, περί το 50% του αντίστοιχου μεγέθους κατά την έναρξη της κρίσης το 2009.

Η προφανής καθυστέρηση στον εκσυγχρονισμό του ξεπερασμένου ή αδύναμου θεσμικού πλαισίου και στην αντιμετώπιση και άρση των διαρθρωτικών αδυναμιών επιβραδύνουν τον δομικό μετασχηματισμό του παραγωγικού συστήματος και την ανάπτυξη της παραγωγικής βάσης προς την κατεύθυνση βελτίωσης της θέσης της χώρας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας, με συνέπεια, παρά τις αναμφισβήτητα θετικές εξελίξεις της τελευταίας τριετίας (αναστροφή πτωτικής τάσης βιομηχανικής παραγωγής, αύξηση των εξαγωγών, μείωση της ανεργίας και για έκτο διαδοχικό τρίμηνο διατήρηση αυξητικού προσήμου στο ΑΕΠ) που συνέβαλαν στην επιτυχή έξοδο από τη μνημονιακή επιτήρηση, έντονοι να παραμένουν οι προβληματισμοί αφενός μεν για τους μηχανισμούς διαμόρφωσης των υπερπλεονασμάτων, αφετέρου δε για τον κίνδυνο αύξησης του εμπορικού ελλείμματος, παρά την αύξηση των εξαγωγών, λόγω της αδύναμης παραγωγικής βάσης, αφού μεταξύ άλλων το μερίδιο της μεταποίησης (8,7% του ΑΕΠ) παραμένει το τρίτο χαμηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ενωση και η απασχόληση στη βιομηχανία την περίοδο 2009-2017 έχει μειωθεί κατά 162.300 άτομα.

Κατόπιν αυτών, υπό την πίεση όλων των προς επίλυση διαρθρωτικών αδυναμιών που προαναφέρθηκαν, είναι περισσότερο από προφανές ότι είναι ακόμη πολύ μακρύς και επίπονος ο δρόμος για τη θεσμική και δομική ανασυγκρότηση, που προϋποθέτει

αφενός μεν την ολοκλήρωση του προγράμματος μεταρρυθμίσεων για την περαιτέρω εξυγίανση του δημόσιου τομέα, καθώς επίσης του χρηματοπιστωτικού («κόκκινα» δάνεια, κεφαλαιακή επάρκεια), φορολογικoύ και ασφαλιστικού συστήματος, αφετέρου δε συγκροτημένο σχεδιασμό για την ενίσχυση της εργασιακής παραγωγικότητας και την ανάπτυξη των δεξιοτήτων, όπου η χώρα κατέχει την τελευταία θέση στην ευρωπαϊκή κατάταξη (European Centre for the Development of Vocational Training: 2018 European Skills Index).

Οι πολιτικοί, οικονομικοί και κοινωνικοί φορείς της χώρας θα πρέπει επιτέλους να αναμετρηθούν με τις μακροχρόνιες παθογένειες του όλου ελληνικού συστήματος, που απαιτούν ριζοσπαστική αντιμετώπιση, στο πλαίσιο της οποίας δεν χωρούν οι συνήθεις στείρες και εν πολλοίς υποκριτικές πολιτικές αντιπαραθέσεις. Επειτα από μια μακρά περίοδο εσωστρέφειας αποτελεί αναμφισβήτητη πρόκληση για όλους, και κύρια για τις πολιτικές ηγεσίες, να θέσουν σαν πρώτη προτεραιότητα τα ζητήματα της διαμόρφωσης ανταγωνιστικού και ελκυστικού για τις επενδύσεις περιβάλλοντος.

Η σταθερότητα, η διάρκεια και η προσήλωση στους στόχους του προγράμματος ολοκλήρωσης των μεταρρυθμίσεων και της θεσμικής και δομικής ανασυγκρότησης, που θα καταστήσουν τη χώρα ελκυστικό προορισμό ξένων επενδύσεων, αποτελούν επίπονη, αλλά τη μόνη οδό, σηματοδοτώντας μια σύγχρονη αναπτυξιακή πορεία, στο πλαίσιο του συντελούμενου παγκόσμιου τεχνοοικονομικού μετασχηματισμού, που υπό την προϋπόθεση της πολιτικής σταθερότητας θα εξασφαλίσει τη δυνατότητα διαχρονικά σταθερής προσφυγής στις αγορές για την εξασφάλιση των πόρων της αναπτυξιακής διαδικασίας και της εξυπηρέτησης του χρέους.

Είναι τα προαπαιτούμενα η υλοποίηση των οποίων θα σημάνει το τέλος των οδυνηρών συνεπειών, της μακρόχρονης λειτουργίας ενός σαθρού, διεφθαρμένου, διαπλεκόμενου και κοινωνικά άδικου οικοδομήματος και θα σηματοδοτήσει την οριστική έξοδο από την κρίση, επαναφέροντας τις ελπίδες για ένα δημιουργικό αύριο στα ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας.

 

*Ο κ. Ευστάθιος Ν. Τσοτσορός είναι ομότιμος καθηγητής Παντείου Πανεπιστήμιου,πρόεδρος και CEO Ομίλου ΕΛΠΕ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.