Μετά από έναν χρόνο από την τρομοκρατική, φρικαλέα, απάνθρωπη επίθεση της Χαμάς της 7ης Οκτωβρίου 2023 κατά αμάχων κατοίκων του Ισραήλ, η σύγκρουση έχει εισέλθει στην πλέον κρίσιμη φάση της και η κλιμάκωση φαντάζει ως πιο πιθανή και εγκυμονεί πολλούς κινδύνους ανθρωπιστικούς, στρατιωτικούς, οικονομικούς για την ευρύτερη περιοχή και την Ευρώπη.

Δεν είμαι βέβαιος ότι ακόμη και σήμερα έχει γίνει κατανοητό σε όλους τι σήμανε αυτή η βάρβαρη επίθεση για το Ισραήλ, η οποία σχεδιάστηκε για να αποτραπούν οι Συμφωνίες του Αβραάμ και η στρατηγική της λήθης του παλαιστινιακού ζητήματος, όμως με τον πλέον απάνθρωπο τρόπο. Για το Ισραήλ ήταν αμφισβήτηση της ασφάλειάς του (και από ορισμένα κράτη της ίδιας της ύπαρξής του κατά παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου) και των πολιτών του και κυρίως του λόγου ύπαρξής του ως έδαφος ασφάλειας για όλους τους εβραίους της Γης και της δημιουργίας έθνους σαν όλα τα άλλα με έδαφος δικό του, όπως το διατύπωσε ο Μπεν Γκουριόν.

Αυτή η πτυχή της ασφάλειας είναι κυρίαρχη. Από την άλλη πλευρά, η συσσωρευμένη οργή και ανέχεια, η πολιτική ομηρεία των μετριοπαθών Παλαιστινίων, οι κακές συνθήκες διαβιώσεώς τους, δημιούργησαν πρόσφορο έδαφος για το μίσος και τη βία.

Η διαφορά ξεκίνησε ως εδαφική με την πρωτοβουλία του Μπαλφούρ το 1917 να δοθούν εδάφη για να κτισθεί μία εθνική φωλιά για τον εβραϊκό λαό. Το σιωνιστικό σχέδιο υποστηριζόμενο και με αγορά γης στην Παλαιστίνη από τον Λόρδο Λίονελ Βάλτερ Ρότσιλδ άρχισε να υλοποιείται με σταδιακές μεταναστεύσεις (αλία). Το Ολοκαύτωμα νομιμοποιεί ασφαλώς κατά τραγικό ιστορικό τρόπο παγκόσμια τη δημιουργία εβραϊκού κράτους (έχοντας προβλέψει και παλαιστινιακό κράτος, είναι αλήθεια εδαφικά μικρότερο).

Στις 14 Μαΐου 1948 ο Νταβίντ Μπεν Γκουριόν καθιστά το Ισραήλ ανεξάρτητο κράτος κάνοντας το σιωνιστικό όνειρο πραγματικότητα. Η πικρία των γηγενών αράβων κατοίκων της Παλαιστίνης, ως προς την εδαφική διανομή, τους οδηγεί στην εσφαλμένη ιστορικά απόφαση του πρώτου αραβοϊσραηλινού πολέμου με νίκη του Ισραήλ, προσάρτηση και άλλων εδαφών και καταστροφή (Νάκμπα) των παλαιστινίων Αράβων.

Δεν υπάρχει εδώ χώρος για την αναφορά των επομένων (πολλών) κεφαλαίων αυτής της σύγκρουσης, απλώς θέλω να παρατηρήσω ότι τα δεδομένα της λύσης άλλαξαν. Αλλαξαν εδαφικά με τις συγκρούσεις και τους εποικισμούς που δυσκολεύουν σήμερα την εδαφική επίλυση χωρίς πολιτικό κόστος. Αλλαξαν επίσης γιατί από αρχικά εδαφική εργαλειοποιήθηκε μετά την επικράτηση θεοκρατικών καθεστώτων (πηγές φανατισμού, μίσους και αντιπαλότητας, εχθροί του ανθρώπου) ως ένα παράδειγμα αδικίας από την κυρίαρχη Δύση.

Το Παλαιστινιακό γίνεται αντιδυτικό σύμβολο. Το Ισραήλ προμαχώνας της Δύσης. Και χρησιμοποιείται για την αύξηση επιρροής του Ιράν διά απεσταλμένων οργανώσεων, μεταξύ άλλων της Χαμάς και της Χεζμπολάχ που έχουν την ιδιαιτερότητα να ελέγχουν de facto οι μεν τους Παλαιστίνιους (μετά την ήττα της μετριοπαθούς Φατάχ του Αραφάτ) και τον Λίβανο. Και το αντιδυτικό μέτωπο διευρύνεται με την αρχηγική φιλοδοξία του Ιράν που είναι σπουδαίος πολιτισμός αλλά και σημαντική στρατιωτική δύναμη. Κατά κάποιο τρόπο οι μετριοπαθείς πολίτες των χωρών αυτών βρίσκονται σε ομηρεία (πολιτική, ψυχολογική και φυσική) των ακραίων θεοκρατικών δυνάμεων.

Η απελευθέρωσή τους και από τον ζυγό των θεοκρατών είναι κύρια παράμετρος λύσης. Ειρήνη βιώσιμη μπορεί να γίνει με όσους τη θέλουν και μόνο. Αλλαξαν τέλος γιατί άλλαξε η στρατηγική των εμπλεκομένων. Ως προς τη λύση. Η πλειοψηφούσα ιστορική λύση των δύο κρατών λόγω του ζητήματος ασφάλειας και (της απαράδεκτης) μη αναγνώρισης του κράτους του Ισραήλ (έμμεσα είχε αναγνωριστεί από τον Αραφάτ στο Οσλο αλλά ποτέ από τη Χαμάς), δείχνει επί του παρόντος να μην μπορεί να γίνει αποδεκτή. Αντίθετα φαίνεται πιο πιθανή μία λύση πολιτικής αυτονομίας των Παλαιστινίων με ισοπολιτεία και ισονομία εντός του κράτους του Ισραήλ. Αλλά και ως προς τη μέθοδο.

Η στρατηγική του Ράμπιν ήταν να συμφωνήσει πρώτα με τον Αραφάτ και ύστερα να επιδιώξει ειρήνη με τους υπόλοιπους. Η στρατηγική του Νετανιάχου είναι αντίθετη. Πρώτα η αντιμετώπιση των εχθρών, των κινδύνων και των απειλών και μετά η ειρήνη. To Ισραήλ έχει αποφασίσει να δώσει τη μάχη της εξάλειψης των φανατικών οργανώσεων με την ελπίδα ότι θα εξελιχθεί σε επιχείρηση ειρήνης και απελευθέρωσης των ομήρων μη φανατικών Αράβων.

Είμαστε έτσι σήμερα σε άλλο σημείο από το 1993 και τις (ανολοκλήρωτες δυστυχώς) συμφωνίες του Οσλο (από τις οποίες όμως διαδικαστικά μπορούμε να διδαχθούμε) και το Καμπ Ντέιβις του 2000 (και την Τάμπα 2001). Και ασφαλώς το κλίμα στις ΗΠΑ άλλαξε ριζικά μετά την επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και τη μάχη κατά της τρομοκρατίας (που κάπως ανάλογα βίωσε και το Ισραήλ την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου 2023). Το όραμα ειρήνης είναι η μόνη εν τέλει λύση (έστω και αν φαίνεται σήμερα απίθανη).

Πώς μπορεί να φαντάζει; Πιστεύω ως προς τη διαδικασία αυτή (όπως και αυτή του Οσλο) θα πρέπει να είναι ένας οδικός χάρτης,  με σταθμούς και χρόνο ώστε να ωριμάσουν οι συνθήκες που θα έχουν δημιουργηθεί. Και βέβαια να δοθεί χρόνος με εκεχειρία. Επί της ουσίας χωρίς την αναγνώριση της ύπαρξης του Ισραήλ και την εγγύηση της ασφάλειάς του και των πολιτών του άμεσα δεν μπορεί να υπάρξει λύση. Και αυτή η συμφωνία θα πρέπει να περιλαμβάνει όλους τους εμπλεκόμενους (στο πρότυπο της ειρήνης με την Αίγυπτο, την Ιορδανία και την ολοκλήρωση των Συμφωνιών του Αβραάμ).

Δεν φθάνει η συμφωνία των proxies αλλά απαιτείται και η συμφωνία των principals. Η πολιτική αυτονομία αλλά και η ανάπτυξη των Παλαιστινίων με τη διασφάλιση όσο γίνεται υψηλότερων προδιαγραφών διαβίωσης είναι απαραίτητη άμεσα. Ο (παρηκμασμένος υπό αμφισβήτηση) ΟΗΕ και τα αραβικά κράτη πρέπει να διαδραματίσουν σπουδαίο ρόλο. Με μία παραχώρηση πρόσκαιρη: την ασφάλεια των περιοχών θα την εποπτεύει το Ισραήλ μέχρι τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους.

Η κατάληξη μετά από πάροδο χρόνου ικανού λήθης και τήρηση όλων των σταδίων προς την ειρήνη θα είναι η δημιουργία ενός  παλαιστινιακού κράτους ειρηνικής συνύπαρξης και γιατί όχι και συνεργασίας με το Ισραήλ. Είναι θαυμαστές οι ηγεσίες που επικρατούν στις πολεμικές συγκρούσεις, είναι όμως ιστορικές για τους λαούς τους οι ηγεσίες που υλοποιούν την (ματωμένη) ειρήνη. Η μόνη μάχη που αξίζει να δοθεί είναι αυτή της ειρήνης και κατά του μίσους.

Ο κ. Χάρης Παμπούκης είναι Καθηγητής Νομικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και τέως υπουργός Επικρατείας.