Το όνομά της σφράγισε ανεξίτηλα τον κόσμο του κλασικού μπαλέτου αφού υπήρξε αναμφίβολα μια από τις σημαντικότερες χορεύτριες όλων των εποχών. Η καριέρα της ταυτίστηκε με το βρετανικό Βασιλικό Μπαλέτο, ενώ η συνεργασία της με τον Ρούντολφ Νουρέγεφ γράφτηκε με χρυσά γράμματα στην παγκόσμια ιστορία του χορού. Ωστόσο, πέρα από θρυλική μπαλαρίνα, η Μαργκότ Φοντέιν ήταν και μια γυναίκα που αγάπησε και αγαπήθηκε. Για χάρη του παναμέζου συζύγου της Ρομπέρτο Αρίας τη δεκαετία του ’50 δεν δίστασε να εμπλακεί σε απόπειρα πραξικοπήματος κατά της κυβέρνησης της χώρας του, που ωστόσο απέτυχε. Σε κάθε περίπτωση, η ζωή της υπήρξε μυθική και όσοι μπορούν να διατηρούν μνήμες από τις συγκλονιστικές της εμφανίσεις στο Ηρώδειο είναι σε θέση να το βεβαιώσουν.
Η μικρή Πέγκι μεγαλούργησε
Γεννημένη στην Αγγλία ως Μάργκαρετ Εβελιν Χούκαμ – όνομα που άλλαξε όταν άρχισε την καριέρα της ως μπαλαρίνα – έκανε τα πρώτα της βήματα στον χορό σε ηλικία 4 μόλις ετών και δεν σταμάτησε παρά μόνο αφού είχε πλέον περάσει για τα καλά τα 60. Στα 9 της χρόνια ακολούθησε την οικογένειά της στη Σανγκάη όπου οι γονείς της είχαν βρει εργασία σε μια εταιρεία καπνού, έχοντας προηγουμένως περάσει μικρά διαστήματα σε άλλες πόλεις της Κίνας. Εκεί η μικρή Πέγκι, όπως την αποκαλούσαν τότε, συνέχισε τα μαθήματα χορού με τον ρώσο εμιγκρέ Γκιόργκι Γκοντσάροφ, η παρτενέρ του οποίου Βέρα Βόλκοβα άσκησε αργότερα μεγάλη επίδραση στην καριέρα της, αφού εκείνη την εποχή δεν σκεφτόταν να γίνει χορεύτρια και ήταν μάλλον «χλιαρή» μαθήτρια. Ηταν όμως ανταγωνιστική και το γεγονός ότι στην τάξη της το επίπεδο ήταν υψηλό την έσπρωχνε να προσπαθήσει περισσότερο…
Σε ηλικία 14 ετών επέστρεψε με τη μητέρα της στην Αγγλία προκειμένου να «κυνηγήσει» μια καριέρα στον χορό. Την επόμενη χρονιά, το 1934, έγινε μέλος των μπαλέτων Vic-Wells (το κατοπινό μπαλέτο Sadler’s Wells και στη συνέχεια Βασιλικό Μπαλέτο) ενώ την ίδια χρονιά ο πατέρας της – ο οποίος βρισκόταν ακόμη στην Κίνα – ζήτησε διαζύγιο από τη μητέρα της προκειμένου να παντρευτεί τη νέα του σύντροφο. Το 1935 έγινε πρώτη χορεύτρια του συγκροτήματος διαδεχόμενη την Αλίσια Μάρκοβα, ενώ ο χορογράφος του Vic-Wells σερ Φρέντερικ Αστον δημιούργησε πολλούς ρόλους για τη Φοντέιν και τον τότε παρτενέρ της Ρόμπερτ Χέλπμαν, με τον οποίο συνεργάστηκε τις δεκαετίες του ’30 και του ’40.
Σημαντική χρονιά για την προσωπική ζωή της νεαρής μπαλαρίνας ήταν το 1937. Στο πλαίσιο μιας επίσκεψης του συγκροτήματος στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ συνάντησε τον μετέπειτα σύζυγό της, 18χρονο, τότε, φοιτητή Νομικής. Τον ερωτεύτηκε όταν τον είδε να χορεύει ρούμπα σ’ ένα πάρτι. Πέρασαν μία εβδομάδα μαζί, αλλά εκείνος επέστρεψε στον Παναμά για τις καλοκαιρινές διακοπές αφήνοντάς την πίσω απογοητευμένη. Θα περνούσαν πολλά χρόνια ως τον γάμο τους το 1955…
Το «πραξικόπημα» και η φυλακή
Με τον ρόλο τής Αουρόρα που ερμήνευσε στη διάρκεια μιας περιοδείας του Βασιλικού Μπαλέτου στις ΗΠΑ το 1949, η Φοντέιν έγινε πραγματική σταρ, κερδίζοντας παγκόσμια αναγνώριση, με τον αμερικανικό Τύπο να παραληρεί κυριολεκτικά. «Το Λονδίνο την ήξερε εδώ και κάμποσο καιρό, η Ευρώπη την έχει ανακαλύψει και μόλις χθες κατέκτησε μια ακόμη ήπειρο» γράφτηκε χαρακτηριστικά μεταξύ πολλών άλλων. Τα περιοδικά «Time» και «Newsweek» κυκλοφόρησαν με τη φωτογραφία της στο εξώφυλλό τους.
H αναθέρμανση της σχέσης της με τον Αρίας έγινε αφού ο τελευταίος την επισκέφθηκε στο καμαρίνι της ύστερα από μια παράσταση της «Ωραίας Κοιμωμένης». Εκείνος τότε ήταν διπλωμάτης, εκπροσωπούσε τη χώρα του στα Ηνωμένα Εθνη και είχε ήδη δημιουργήσει οικογένεια. Ωστόσο, ζήτησε διαζύγιο από τη σύζυγό του και παντρεύτηκε τη Φοντέιν, η οποία προσπάθησε ν’ ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που υπαγόρευε η θέση του συντρόφου της. Παρ’ όλ’ αυτά δεν απέφυγε την κριτική: την κατηγόρησαν για έλλειψη ενδιαφέροντος για την πολιτική, ενώ μια εμφάνισή της στο Γιοχάνεσμπουργκ το 1956 προκάλεσε αρνητικά σχόλια εξαιτίας του απαρτχάιντ. Αντίστοιχο αντίκτυπο είχε και η παράσταση που έδωσε για την Ιμέλντα Μάρκος.
Τον Απρίλιο του 1959 η Φοντέιν συνελήφθη, κρατήθηκε για 24 ώρες σε παναμέζικη φυλακή και τελικά μεταφέρθηκε στη Νέα Υόρκη. Η ίδια και ο σύζυγός της επιχείρησαν απόπειρα πραξικοπήματος εναντίον του τότε προέδρου του Παναμά, πιθανώς με προτροπή του Φιντέλ Κάστρο. Σύμφωνα με τη Φοντέιν, το σχέδιο οργανώθηκε στη διάρκεια του ταξιδιού του ζευγαριού στην Κούβα τον Ιανουάριο του ίδιου χρόνου, όπου ο Κάστρο τους υποσχέθηκε βοήθεια. Η απόπειρα απέτυχε, η ίδια απελευθερώθηκε με ενέργειες του βρετανικού υπουργείου Εξωτερικών και τελικά επανενώθηκε με τον σύζυγό της στο Ρίο ντε Τζανέιρο τον Ιούνιο του 1959.
Η γνωριμία με τον Νουρέγεφ
Δυο χρόνια αργότερα και ενώ η Φοντέιν σκεφτόταν ν’ αποσυρθεί από τον χορό, ο Ρούντολφ Νουρέγεφ αυτομόλησε στη Δύση με την ευκαιρία των παραστάσεων των τότε Μπαλέτων Κίροφ στο Παρίσι. Παρ’ όλο που δίσταζε να συνεργαστεί μαζί του λόγω της 19χρονης διαφοράς ηλικίας μεταξύ τους, τελικά το τόλμησε στο ντεμπούτο του με το Βασιλικό Μπαλέτο, το οποίο έγινε με τη «Ζιζέλ» στις 21 Φεβρουαρίου 1962. Οι δυο τους ταίριαξαν αμέσως κι έκαναν τεράστια διεθνή επιτυχία, με τον έναν να οδηγεί τον άλλον στις καλύτερες παραστάσεις τους, ενώ έγιναν και στενοί φίλοι. Εμειναν στην ιστορία για τις εμφανίσεις τους σε έργα όπως ο «Κουρσάρος», η «Μπαγιαντέρα», η «Λίμνη των Κύκνων», η «Ραϊμόντα», ενώ έδωσαν την πρεμιέρα του μπαλέτου «Μαργαρίτα και Αρμάνδος» το οποίο δημιούργησε ο Αστον ειδικά γι’ αυτούς. Το 1972 η Φοντέιν αποσύρθηκε μερικώς από τον χορό, αλλά συνέχισε να δίνει παραστάσεις κατά περιόδους ως το τέλος της δεκαετίας. Αργότερα αποσύρθηκε στον Παναμά γράφοντας βιβλία και φροντίζοντας τον σύζυγό της, ο οποίος ήταν τετραπληγικός ύστερα από απόπειρα δολοφονίας εναντίον του. Πέθανε το 1991 από καρκίνο, σε ηλικία 72 ετών, ακριβώς 29 χρόνια μετά την πρεμιέρα της «Ζιζέλ», την πρώτη της συνεργασία με τον Νουρέγεφ.
Οι σταθμοί στη ζωή της
□ Γεννήθηκε ως Μάργκαρετ Ε. Χούκαμ.
□ Εκανε τα πρώτα της βήματα στον χορό σε ηλικία τεσσάρων ετών.
□ Η καριέρα της ταυτίστηκε με το βρετανικό Βασιλικό Μπαλέτο.
□ Τον Σεπτέμβριο του 1961 χόρεψε στην Αθήνα, στη σκιά της Ακρόπολης, εντυπωσιάζοντας ως Οντίλ στη «Λίμνη των Κύκνων».
□ Το 1962 δημιούργησε ντουέτο με τον Νουρέγεφ, γεγονός που της χάρισε μια δεύτερη καριέρα.
□ Δημιούργησε «σχολή» χάρη στη λυρική και αρμονική της κίνηση και την άψογη τεχνική της.