Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης το ανοσοποιητικό σύστημα της γυναίκας βρίσκεται σε μερική καταστολή. Σαν αποτέλεσμα είναι επιρρεπής σε μολύνσεις και ιώσεις, οι οποίες μπορούν να αποβούν μοιραίες τόσο για τη μητέρα όσο και για το έμβρυο.
Για παράδειγμα, κοινά νοσήματα όπως η γρίπη έχει διαπιστωθεί ότι αυξάνουν την πιθανότητα η μητέρα να νοσήσει βαριά και να παρουσιάσει σοβαρές επιπλοκές που μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και στον θάνατο.
Ιδιαίτερα σοβαρές μπορεί να είναι οι συνέπειες και στο έμβρυο, δεδομένου ότι η γρίπη μπορεί να προκαλέσει αποβολές, συγγενείς ανωμαλίες αλλά και πρόωρο τοκετό.
Ειδικότερα τα ομοσπονδιακά Κέντρα Ελέγχου και Προλήψεως των Ασθενειών (CDC) των ΗΠΑ και το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ, έχουν προειδοποιήσει ότι η γρίπη προσβάλλει πιο δυναμικά τις εγκύους από ό,τι τις υγιείς γυναίκες που δεν είναι έγκυοι.
Επιπλέον, μελέτες έχουν δείξει ότι ο εμβολιασμός της εγκύου λειτουργεί προστατευτικά και για το μωρό της μετά τη γέννησή του από τη γρίπη, καθώς τα αντισώματα της μητέρας περνούν στο έμβρυο. Μάλιστα, η ασπίδα για τα νεογέννητα διαρκεί επί 6 μήνες μετά τη γέννησή τους.
Αντίστοιχα, εάν η μητέρα νοσήσει από κοκίτη ενόσω βρίσκεται σε προχωρημένη εγκυμοσύνη (κοντά στον τοκετό) διατρέχει αυξημένο κίνδυνο να νοσήσει και το νεογνό. Καθώς δε το ανοσοποιητικό σύστημα των νεογέννητων μωρών είναι ανώριμο, οι συνέπειες μπορεί να είναι ιδιαίτερα δυσάρεστες. Ειδικότερα, το επιστημονικό προσωπικό του CDC των ΗΠΑ έβαλε στο μικροσκόπιο στοιχεία της περιόδου 2011-2014 από έξι αμερικανικές Πολιτείες, που αφορούσαν βρέφη ηλικίας κάτω των 2 μηνών.
Αυτό που διαπίστωσαν σχετικά με τα μωρά γυναικών οι οποίες είχαν εμβολιαστεί με το εμβόλιο Tdap (εμβόλιο διφθερίτιδας, τετάνου και κοκίτη) κατά το τρίτο τρίμηνο της κυήσεως, ήταν ότι καταγράφηκαν 78% λιγότερα κρούσματα κοκίτη.
Επιπλέον, το εμβόλιο ήταν επίσης κατά 90% αποτελεσματικό στην πρόληψη των σοβαρών κρουσμάτων της νόσου σε βρέφη, ενώ οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι μόλις μία στις δύο εγκύους που γέννησαν τα μωρά τους μεταξύ φθινοπώρου 2015 και άνοιξης 2016 είχαν εμβολιαστεί.
Οι νέες μητέρες πρέπει επίσης να προφυλάσσονται από τον πνευμονιόκοκκο, μηνιγγιτιδόκοκκο καθώς επίσης και από την ηπατίτιδα Α και Β και αλλά νοσήματα (ιώσεις, βακτήρια ή τοξοειδή) κατά τη διάρκεια τις λοχείας και του θηλασμού.
Είναι σημαντικό δε να σημειωθεί ότι τα εμβόλια, τα όποια περιέχουν ανενεργούς ιούς, βακτήρια ή τοξοειδή είναι απόλυτα ασφαλή για το έμβρυο. Συνεπώς, δεν ευθύνονται για συγγενείς ανωμαλίες, απώλεια του βάρους του εμβρύου ή πρόωρο τοκετό.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα παραπάνω, οι ειδικοί συνιστούν οι έγκυοι και οι νέες μητέρες, σε συνεννόηση πάντα με τον μαιευτήρα-γυναικολόγο τους, να υποβάλλονται στον απαραίτητο εμβολιασμό, προφυλάσσοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τόσο τον εαυτό τους όσο και το μωρό τους.

Ο ιός της γρίπης

Κατά τη διάρκεια της επιδημίας της γρίπης όλες οι έγκυοι πρέπει να εμβολιάζονται από τον ανενεργό ιό της γρίπης. Συγκεκριμένα και σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμού Ενηλίκων του υπουργείου Υγείας της χώρας μας οι έγκυοι πρέπει να κάνουν το αντιγριπικό εμβόλιο σε οποιοδήποτε τρίμηνο της κυήσεως, ενώ εμβολιαστική κάλυψη χρειάζονται και οι λεχώνες και οι γυναίκες που θηλάζουν τα μωρά τους.
Ιδανικά το εμβόλιο πρέπει να γίνεται τον Οκτώβριο ή τον Νοέμβριο, αλλά δεν απαγορεύεται να γίνει και αργότερα ή ακόμη και στις αρχές του φθινοπώρου, δεδομένου δε ότι πέρυσι τα πρώτα βαριά κρούσματα γρίπης καταγράφηκαν νωρίτερα σε σχέση με τα περασμένα έτη.
Το δεύτερο εμβόλιο στο οποίο πρέπει να υποβάλλονται οι έγκυοι είναι το Tdap (τετάνου, διφθερίτιδας και κοκίτη). Το εμβόλιο αυτό πρέπει να γίνεται μεταξύ της 27ης και της 36ης εβδομάδας κυήσεως, καθώς το έμβρυο εμβολιάζεται παθητικά μέσω της μητέρας και κατ’ αυτόν τον τρόπο προστατεύεται σαν νεογνό από τον κοκίτη όταν γεννηθεί.
Σε ό,τι αφορά τα εμβόλια του πνευμονόκοκκου ή του μηνιγγιτιδοκόκκου μπορούν να χορηγηθούν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης εάν υπάρχει ο κίνδυνος μόλυνσης της εγκύου. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά το εμβόλιο του  μηνιγγιτιδικόκκου συνιστάται μεταξύ άλλων σε περιόδους επιδημιών ή σε περίπτωση ταξιδιού σε μία περιοχή όπου ενδημεί η νόσος. Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν έχει βρεθεί ότι τα εμβόλια αυτά προκαλούν προβλήματα ή επιπλοκές στο έμβρυο.
Για τον ίδιο λόγο, δηλαδή στην περίπτωση που οι έγκυοι διατρέχουν υψηλές πιθανότητες να μολυνθούν από ηπατίτιδα Α ή Β, πρέπει επίσης να λάβουν εμβολιαστικά μέτρα.
Υπάρχουν όμως και κάποια εμβόλια τα οποία δεν πρέπει να χορηγούνται σε γυναίκες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Η απαγόρευση αφορά εμβόλια με ενεργούς ιούς, όπως είναι αυτά έναντι της ερυθράς, της ανεμοβλογιάς, της παρωτίτιδας και της ιλαράς. Αυτός είναι και ο λόγος που συνιστάται ο εμβολιασμός των γυναικών για αυτά τα νοσήματα πριν την εγκυμοσύνη.
Ομως, κατά τη διάρκεια της λοχείας και του θηλασμού όλα τα ανωτέρω εμβόλια μπορούν να χορηγηθούν, δεδομένου ότι δεν προκαλούν προβλήματα στα νεογνά, ούτε αυτά νοσούν λόγω των εμβολίων. Στην περίπτωση πάντως, που μια έγκυος κάνει κατά λάθος το εμβόλιο MMR (ερυθρά, παρωτίτιδα, ιλαρά) ή της ανεμοβλογιάς δεν συστήνεται η διακοπής της κυήσεως.

Απαραίτητα

Επίσης κατά τη λοχεία και τον θηλασμό δύναται να δοθεί και το εμβόλιο του HPV.
Σε κάθε περίπτωση είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι τα εμβόλια είναι απαραίτητα στην εγκυμοσύνη, όπως άλλωστε και για κάθε ενήλικο. Και αυτό διότι προφυλάσσουν τη μητέρα από σοβαρή νοσηρότητα αλλά και θνησιμότητα. Επίσης προφυλάσσουν το νεογνό του οποίου το αμυντικό σύστημα είναι ανώριμο και συνεπώς ανέτοιμο να αντιμετωπίσει σοβαρές ασθένειες.
Ο γυναικολόγος μπορεί να απαντήσει σε απορίες των εγκύων και να τις καθοδηγήσει αναλόγως, όπως άλλωστε και κάθε ενήλικο γυναίκα κατά τη διάρκεια της ετήσιας γυναικολογικής εξέτασης.
Ο κ. Γεώργιος Φαρμακίδης είναι καθηγητής Μαιευτικής-Γυναικολογίας και Εμβρυομητρικής Ιατρικής Πανεπιστήμιου Stony Brook NY.