Ο Ισοκράτης, στο κείμενό του με τίτλο «Κατά Σοφιστών», περιγράφοντας τον μύθο της επιστροφής των Ηρακλειδών, αναφέρει τη φράση «Δει καρτερείν επί τοις παρούσι και θαρρείν περί των μελλόντων», δηλαδή «Πρέπει να υπομένουμε τα παρόντα και να έχουμε κουράγιο για τα μέλλοντα».
Και εκεί ακριβώς βρισκόμαστε και πάλι σήμερα, ως Ελλάδα, ως Ευρώπη, ως παγκόσμια κοινότητα.
Η έξαρση της οικονομικής αβεβαιότητας που επικρατεί και πάλι τους τελευταίους μήνες σε παγκόσμιο επίπεδο, μετά την προσωρινή ανάκαμψη από την πανδημία της COVID-19 που στιγμάτισε όλον τον κόσμο από άκρη σε άκρη, λόγω του υψηλού πληθωρισμού και του πολέμου στην Ουκρανία, έχει επηρεάσει αρνητικά τις προσδοκίες των οικονομιών διεθνώς και κατ’ επέκταση τους πολιτικούς χειρισμούς εντός και εκτός ευρωζώνης. Ωστόσο, η ελληνική οικονομία για ακόμη μία φορά επιδεικνύει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα και ευελιξία παρά την παρατεταμένη αβεβαιότητα, όσο και αν οι προοπτικές της προσπαθούν να θολώσουν από το δύσκολο κλίμα που επικρατεί.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι η ελληνική οικονομία παραμένει ανεπηρέαστη από την επιδείνωση του διεθνούς περιβάλλοντος. Τους πρώτους μήνες του 2022 παρατηρήθηκε κάμψη της επιχειρηματικής και καταναλωτικής εμπιστοσύνης και αύξηση των πληθωριστικών πιέσεων. Η Ελλάδα, παρά τις αναμενόμενες απώλειες που υφίσταται – όπως, εξάλλου, και ολόκληρη η Ευρώπη – λόγω της ενεργειακής κρίσης, εκτιμάται ότι θα παρουσιάσει ρυθμό ανάπτυξης υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, τόσο για το 2022 όσο και για το 2023. Ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας προβλέπεται για το 2022 στο 3,5% και για την ευρωζώνη στο 2,7%, ενώ για το 2023 στο 3,1% και στο 2,3% αντίστοιχα. Οι επενδύσεις επίσης ενισχύονται συνεχώς, καθώς η χώρα μας εμφανίζεται πρωταθλήτρια στην Ευρώπη για την τριετία 2021-2023, με διψήφια μάλιστα άνοδο των επενδύσεων για το 2021 (19,6%) και το 2022 (14,7%). Στο πλαίσιο της ενίσχυσης των επενδύσεων πρέπει να σημειωθεί και η σύναψη της στρατηγικής συμφωνίας μεταξύ της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας και της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας Επενδύσεων και της ADQ των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, η οποία αναμένεται να χρηματοδοτήσει επενδύσεις στη χώρα μας, αξίας τεσσάρων δισεκατομμυρίων ευρώ, σε διάφορους τομείς και κεφάλαια της ελληνικής οικονομίας. Φυσικά και η ανεργία στην Ελλάδα έχει μειωθεί – σε ετήσια βάση – κατά 3,2% από το 2019 και συνεχίζει να συρρικνώνεται, καθώς προβλέπεται το 2023 να υποχωρήσει στο 13,1%.
Η οικονομική κρίση που επήλθε, παρά τους ικανοποιητικούς δείκτες σε όλα τα επίπεδα, συνεχίζει να πλήττει τους προϋπολογισμούς των πολιτών και να δημιουργεί συνεχώς πρόσθετες δυσκολίες, αλλά δεν αναμένεται να οδηγήσει σε μη αντιστρέψιμες καταστάσεις. Κατά συνέπεια, το 2022 η ελληνική οικονομία προβλέπεται να συνεχίσει να αναπτύσσεται, αν και με ηπιότερο ρυθμό σε σχέση με το 2021. Ο ρυθμός ανόδου του πραγματικού ΑΕΠ το 2022 σίγουρα αναμένεται να εξαρτηθεί από την έκταση των διαταράξεων στις διεθνείς τιμές ενέργειας και τροφίμων. Παρ’ όλα αυτά, το δημόσιο χρέος θα εξακολουθήσει να υποχωρεί και προβλέπεται από το 193,3% του ΑΕΠ, που ήταν το 2021, να μειωθεί το 2022 στο 185,7% του ΑΕΠ και το 2023 στο 180,4% του ΑΕΠ.
Οι σημαντικότερες προϋποθέσεις για την αντιμετώπιση των προκλήσεων και τη διατήρηση της οικονομικής δυναμικής και της επίτευξης των στόχων είναι:
1.
Η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, με το αποτύπωμά τους να είναι ήδη εμφανές σε τομείς όπως ο ψηφιακός μετασχηματισμός του κράτους, συμπεριλαμβανομένης της φορολογικής διοίκησης.
2.
Η συνεχής μείωση της ανεργίας ως συνέπεια των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας.
3. Η αύξηση των επενδύσεων.
4.
Ορθολογική αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών κονδυλίων, με κυριότερα το νέο ΕΣΠΑ και το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, συνολικού ύψους περίπου 80 δισ. ευρώ μέχρι το 2027.
Οι πόροι του νέου Εταιρικού Συμφώνου Περιφερειακής Ανάπτυξης 2021-2027, όπως ονομάζεται πλέον το νέο ΕΣΠΑ, φθάνουν για πρώτη φορά τα 26,2 δισ. ευρώ. Ενώ ο νέος διαχειριστικός νόμος που ψηφίστηκε πρόσφατα στη Βουλή αναμένεται να απλοποιήσει ακόμη περισσότερο τις διαδικασίες καθώς αναπτύσσει νέα πληροφοριακά συστήματα και διαχειριστικά εργαλεία, θωρακίζοντας ταυτόχρονα οριζόντια όλους τους δικαιούχους. Με αυτόν τον νέο σχεδιασμό στοχεύουμε να οδηγήσουμε την οικονομία προς την κατεύθυνση της ανάπτυξης αλλά και της ανθεκτικότητας, που είναι και το σημαντικότερο ζητούμενο, έτσι ώστε πέρα από την ανάκαμψή της να καταφέρουμε και τη θωράκισή της για μετέπειτα ανάγκες και κρίσεις που μπορεί να προκύψουν, μια και φαίνεται πως βρισκόμαστε σε έναν κύκλο επαναλαμβανόμενων κρίσεων.
Η κατεύθυνση, όμως, των πόρων του νέου ΕΣΠΑ έχει σχεδιαστεί με τέτοιον τρόπο ώστε να ενισχυθούν όλοι οι πυλώνες του κράτους αλλά και της κοινωνίας. Με αυτή τη λογική, το 30% των πόρων αναμένεται να κατευθυνθεί στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, το 28% του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου σε δράσεις κοινωνικής ένταξης, ενώ το 8% στην καταπολέμηση της παιδικής φτώχειας και το 14% στην απασχόληση των νέων, στηρίζοντας ουσιαστικά τις πιο ευάλωτες κοινωνικά ομάδες που έχουν πληγεί ανεπανόρθωτα την τελευταία δεκαετία. Το νέο ΕΣΠΑ όμως έρχεται να υποστηρίξει και μια σειρά από εθνικές στρατηγικές, όπως το Εθνικό Σχέδιο για το Κλίμα, για τις Μεταφορές αλλά και για την Ενέργεια, ώστε να καταστεί η χώρα μας ενεργειακά αυτόνομη. Με εμβληματικά έργα όπως ο τερματικός σταθμός στη Ρεβυθούσα αλλά και η έναρξη των εργασιών στον σταθμό στην Αλεξανδρούπολη.
Με τον παραπάνω σχεδιασμό και μένοντας πιστοί στον δρόμο της ανάπτυξης και των μεταρρυθμίσεων, η Ελλάδα προχωρεί στη δημιουργία στέρεων θεμελίων, ώστε το 2022 να αποτελέσει μια χρονιά που θα έχει και αυτή με τη σειρά της, παρά την ενεργειακή κρίση, αναπτυξιακή πορεία. Πορεία που θα οδηγήσει στη στήριξη αλλά και στη σταδιακή αύξηση του εισοδήματος των νοικοκυριών και επιχειρήσεων, τη δημιουργία συνεχώς νέων θέσεων εργασίας αλλά και την ένταξη της χώρας μας στις δυναμικές οικονομίες της Ευρώπης, διασφαλίζοντας ένα μέλλον ευημερίας και ανάπτυξης για τις επόμενες γενιές.
Ο κ. Γιάννης Τσακίρης είναι υφυπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων.