Η πρωτοβουλία «Ανάσα Ζωής» που ξεκίνησε την άνοιξη του 2021 μέσα στην καραντίνα αποτελεί μια εκστρατεία ενημέρωσης, ευαισθητοποίησης και κινητοποίησης που σκοπό έχει τη μείωση των καπνιστών στην Ελλάδα, καθώς και την καθιέρωση μιας διαδικασίας ελέγχου του καρκίνου του πνεύμονα σε αρχικό στάδιο. Το όραμά μας είναι: υγιείς άνθρωποι απαλλαγμένοι από την απειλή του καρκίνου του πνεύμονα! Στόχος μας είναι: η ενημέρωση και κινητοποίηση όλων των ανθρώπων και κυρίως όσων ανήκουν στις ομάδες κινδύνου, η παρότρυνση και υποστήριξη για τη διακοπή καπνίσματος από τους επαγγελματίες υγείας, η καθοδήγηση και υποστήριξη από τους πνευμονολόγους για τα κατάλληλα βήματα έγκαιρης διάγνωσης σε αρχικό στάδιο και αντιμετώπισης πιθανών ευρημάτων.
Η «Ανάσα Ζωής» έχει εξελιχθεί σε μια κοινωνική συμμαχία και γι’ αυτό προσκαλούμε την Πολιτεία να δράσει μαζί μας για έναν κοινό σκοπό: μια κοινωνία απαλλαγμένη από τον καρκίνο του πνεύμονα. Είναι μεγάλη τιμή για εμάς που έχουμε ήδη αρωγούς σε αυτή την προσπάθεια την αναπληρώτρια υπουργό Υγείας κυρία Μίνα Γκάγκα, τον Δήμο Αθηναίων, την Ελληνική Εταιρεία Χειρουργών Θώρακος – Καρδίας – Αγγείων, την Ελληνική Εταιρεία Γενικής/Οικογενειακής Ιατρικής, την Ελληνική Εταιρεία Καρκίνου του Πνεύμονα (ΕΛΕΚΑΠ), την Ελληνική Ομοσπονδία Καρκίνου (ΕΛΛΟΚ), τον Σύλλογο Καρκινοπαθών Εθελοντών Φίλων Ιατρών Αθηνών (ΚΕΦΙ) και τη FairLife – Φροντίδα και Πρόληψη για τον καρκίνο του πνεύμονα, ενισχύοντας τη διαμόρφωση ενός πλαισίου υγείας που μας αφορά όλους. Εχουμε ακόμη να διανύσουμε μια σημαντική πορεία αλλά μας δίνει μεγάλη χαρά η ανταπόκριση που έχουν δείξει μέχρι στιγμής οι οργανισμοί υγείας και η Πολιτεία.
Προσυμπτωματικός έλεγχος
Ο προσυμπτωματικός έλεγχος του καρκίνου του πνεύμονα μέσω της χαμηλής δόσης αξονικής τομογραφίας θώρακα (LDCT) αφορά ανθρώπους καπνιστές ή πρώην καπνιστές με σημαντική όμως καπνιστική έκθεση τουλάχιστον 20 έτη με μέσο όρο 1 πακέτου την ημέρα, 50-80 ετών, που θα υποβάλλονται μία φορά ανά έτος στην εξέταση αυτή με σκοπό τη πρώιμη ανίχνευση του καρκίνου του πνεύμονα. Ο στόχος του προσυμπτωματικού ελέγχου για τον καρκίνο του πνεύμονα είναι η αναγνώρισή του σε πρώιμο στάδιο, όταν η χειρουργική θεραπεία είναι ακόμη δυνατή. Στα μετέπειτα στάδια, και ειδικά όταν η νόσος είναι συμπτωματική, είναι συνήθως εκτεταμένη, με την πρόγνωση για τον καρκίνο του πνεύμονα να θεωρείται δυσμενής.
Για τα άτομα υψηλού κινδύνου, υπάρχουν αποδεδειγμένες ενδείξεις ότι η LDCT μειώνει την πιθανότητα θανάτου από καρκίνο του πνεύμονα. Το ερώτημα που πολλές φορές αναφέρεται στη βιβλιογραφία είναι αν υπάρχει κίνδυνος από την παρέμβαση αυτή. Ο προσυμπτωματικός έλεγχος για τον καρκίνο του πνεύμονα έχει τουλάχιστον τρεις κινδύνους: Ενα τεστ προσυμπτωματικού ελέγχου για τον καρκίνο του πνεύμονα μπορεί να υποδηλώσει ότι ένα άτομο έχει καρκίνο του πνεύμονα όταν δεν υπάρχει καρκίνος. Αυτό ονομάζεται ψευδώς θετικό αποτέλεσμα. Τα ψευδώς θετικά αποτελέσματα μπορεί να οδηγήσουν σε εξετάσεις παρακολούθησης και χειρουργικές επεμβάσεις που δεν χρειάζονται και μπορεί να έχουν περισσότερους κινδύνους. Ενα τεστ προσυμπτωματικού ελέγχου για τον καρκίνο του πνεύμονα μπορεί να βρει περιπτώσεις που μπορεί να μην έχουν προκαλέσει ποτέ πρόβλημα στον ασθενή. Αυτό ονομάζεται υπερδιάγνωση. Η υπερδιάγνωση μπορεί να οδηγήσει σε θεραπεία που δεν χρειάζεται. Η ακτινοβολία από επαναλαμβανόμενες δοκιμές LDCT μπορεί να προκαλέσει καρκίνο σε κατά τα άλλα υγιή άτομα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο προσυμπτωματικός έλεγχος καρκίνου του πνεύμονα συνιστάται μόνο σε ενηλίκους που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο να αναπτύξουν τη νόσο λόγω του ιστορικού και της ηλικίας του καπνίσματος και που δεν έχουν πρόβλημα υγείας που περιορίζει σημαντικά το προσδόκιμο ζωής τους ή την ικανότητα ή/και την προθυμία τους να υποστούν θωρακοχειρουργική επέμβαση, εάν χρειάζεται.
Η διακοπή του καπνίσματος
Παράλληλα όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η πλειονότητα των μελετών έχει δείξει πως η διακοπή του καπνίσματος μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης και θανάτου από καρκίνο του πνεύμονα σε σύγκριση με τη συνέχιση του καπνίσματος. Αρα η προσπάθεια και η στόχευση είναι διπλή, όχι μόνο η πρώιμη ανίχνευση αλλά και η παράλληλη στόχευση σε τεχνικές και παρεμβάσεις για τη διακοπή του καπνίσματος, όπου ο ρόλος του πνευμονολόγου είναι σημαντικός.
Πόσο όμως εφικτή είναι αυτή η παρέμβαση; Τι απαιτεί; Απαιτεί πρώτα την ασφαλιστική συναίνεση του κράτους για την κάλυψή του. Δεύτερον, την ύπαρξη επιστημονικού πρωτοκόλλου για τη διαχείριση των ατόμων που υποβάλλονται σε LDCT. Το πρωτόκολλο αυτό θα πρέπει να αφορά συνεργασία θεσμικών επιστημονικών εταιρειών που να έχουν εμπειρία ομάδων εργασίας και όχι ανακοινώσεων με σκοπό τις εντυπώσεις, χωρίς όμως ουσία. Πώς θα γίνει η εφαρμογή μιας τέτοιας παρέμβασης χωρίς να γνωρίζει κάποιος πώς θα τη χειριστεί. Το πρωτόκολλο αυτό θα πρέπει να έχει ελληνική ταυτότητα και όχι να βασίζεται σε διεθνείς πρακτικές που αφορούν άλλα συστήματα υγείας. Τέλος, θα πρέπει να ξεκινήσει για το δημόσιο σύστημα υγείας σαν πιλοτικό πρόγραμμα με σκοπό να αξιολογηθεί η λειτουργία του.
Το όραμα της ΕΠΕ δεν μπορεί παρά να αποτελεί μια συγκροτημένη προσπάθεια και συνεργασία με την Πολιτεία. Χωρίς τη στήριξή της για την εφαρμογή του εθνικού προγράμματος προσυμπτωματικού ελέγχου, δεν μπορεί να επιτευχθεί η έγκαιρη και ριζική αντιμετώπιση του καρκίνου του πνεύμονα. Στόχος και της ΕΠΕ και του κράτους είναι η προστασία του κοινωνικού συνόλου, οπότε ευελπιστούμε ότι θα είμαστε συνοδοιπόροι σε αυτόν τον στόχο.
Ο κ. Στέλιος Λουκίδης είναι καθηγητής Πνευμονολογίας – Φυματιολογίας στο ΕΚΠΑ, πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας (ΕΠΕ).