Το «σενάριο Τόμσεν» προσπαθεί να διαχειριστεί πλέον η κυβέρνηση, όσο ο χρόνος για την επίτευξη συμφωνίας με τους δανειστές και ολοκλήρωση της αξιολόγησης πλησιάζει δραματικά στο όριο του καλοκαιριού, όπου η χώρα και πάλι θα απειληθεί με ένα πιστωτικό γεγονός, ενώ η Ευρώπη θα ασχολείται με την αποτροπή των φαινομένων αποσύνθεσης λόγω του βρετανικού δημοψηφίσματος.
Εν αναμονή του προαναγγελθέντος Eurogroup της Δευτέρας, όπου αναμένεται να επιχειρηθεί κατ’ αρχάς κάποια διευθέτηση του ζητήματος των προληπτικών μέτρων, το Μέγαρο Μαξίμου αποδύθηκε από την προηγούμενη Πέμπτη στο νέο κύμα της επικοινωνιακής του επίθεσης.
Με μια εκ πρώτης όψεως ανεξήγητη κίνηση ανακοίνωσε πως το φορολογικό και το ασφαλιστικό νομοσχέδιο θα εισαχθούν προς συζήτηση και ψήφιση στην Ολομέλεια της Βουλής το Σαββατοκύριακο.
Ωστόσο η μορφή με την οποία το νομοσχέδιο έρχεται στη Βουλή προξένησε πολλές απορίες, δεδομένου ότι σε αυτό περιλαμβάνεται μόνο ένα μέρος των (υποτίθεται) συμφωνηθέντων μέτρων με τους δανειστές και ειδικότερα οι ρυθμίσεις για το Ασφαλιστικό και οι φορολογικές κλίμακες. Υπό την έννοια αυτή, το νομοσχέδιο, με μέτρα που δεν υπερβαίνουν τα 3,6 δισ. ευρώ και στα οποία δεν συμπεριλαμβάνονται οι έμμεσοι φόροι και οι αυξήσεις στον ΦΠΑ, ακόμη και ψηφισμένο ελάχιστη επίδραση θα έχει στην ατμόσφαιρα της συζήτησης στο Eurogroup.
Οι επόμενες ψηφοφορίες

Η απόφαση της εσπευσμένης εισαγωγής στη Βουλή ενός πακέτου μέτρων που θα μπορούσε να έχει ψηφιστεί από τον προηγούμενο Οκτώβριο ερμηνεύθηκε από πολλές πλευρές ως μια μεθοδευμένη κίνηση με στόχευση στο εσωτερικό της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, αφενός, και στη διαρκώς αναπροσαρμοζόμενη επικοινωνιακή τακτική της κυβέρνησης, αφετέρου.
Οπως πάντως άφηναν να εννοηθεί στελέχη που συγκαταλέγονται στην ομάδα των «53+», η συγκεκριμένη ψήφιση των «ελλιπών» μέτρων δεν πρόκειται να απειλήσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Την ίδια στιγμή όμως στις παρυφές της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ και δευτερευόντως των ΑΝΕΛ είναι αισθητό ότι εντείνεται η αγωνία για τη συνέχεια.
Υπό την προϋπόθεση ότι το πακέτο των μέτρων (τα οποία σημειωτέον ο πρόεδρος της Βουλής Ν. Βούτσης χαρακτήρισε μη προαπαιτούμενα αλλά «εργαλεία») θα περάσει από τη Βουλή, το ενδιαφέρον μετατίθεται στα όσα θα επακολουθήσουν, αρχής γενομένης από τη συνεδρίαση του Eurogroup που έχει προγραμματιστεί για τη Δευτέρα.
Με τη μείζονα εκκρεμότητα να παραμένει στο πεδίο των προληπτικών μέτρων των 3,5 δισ. ευρώ («δεν θα περάσουν από τη Βουλή» επέμεινε την Πέμπτη ο κ. Βούτσης), η βασική αγωνία της κυβέρνησης εντοπίζεται στο να αποσπάσει μια κάποια δέσμευση για το χρέος –κάτι που μόνο επικοινωνιακές ανάσες θα της έδινε, αφού η όποια ρύθμιση ουδεμία ουσιαστική επίπτωση θα έχει τα αμέσως επόμενα χρόνια.
Σε αυτές τις συνθήκες όμως πολλοί είναι οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ οι οποίοι εκφράζουν τον προβληματισμό τους για τις επόμενες ψηφοφορίες. Σύμφωνα με κάποιες χαμηλόβαθμες κομματικές πηγές, η στάση των βουλευτών της σημερινής πλειοψηφίας δεν μπορεί να προδιαγραφεί αυτή τη στιγμή, ειδικώς επειδή η τακτική που επιλέχθηκε θα οδηγήσει τους βουλευτές να ψηφίζουν αλλεπάλληλες επιβαρύνσεις σε βασανιστικές δόσεις, με το σταγονόμετρο.
Κατά τα όσα ανέφεραν δε έμπειροι κοινοβουλευτικοί, «τις περισσότερες φορές οι εκπλήξεις στη Βουλή δεν έρχονται από όσους έχουν διακηρύξει την αντίθεσή τους αλλά από κάποιους που έχουν παραμείνει σιωπηλοί».
Οσο ο χρόνος περνά και η συμφωνία στην καλύτερη περίπτωση θα μπορούσε να έχει ολοκληρωθεί ως τις 22 Μαΐου, από το επικοινωνιακό κέντρο του Μεγάρου Μαξίμου φανερώνεται ότι η κυβέρνηση θα ποντάρει για μία ακόμη φορά στο χαρτί που θεωρεί πως είναι το πιο ισχυρό: τον ίδιο τον Πρωθυπουργό.
Στο πλαίσιο αυτό ο κ. Τσίπρας αναμένεται να τεθεί επικεφαλής μιας εκστρατείας συνεχών ομιλιών και επιθέσεων κατά της αντιπολίτευσης, η οποία σταθερά θα εγκαλείται για σύμπλευση με το ΔΝΤ, τους δανειστές κ.λπ. Για την Παρασκευή το μεσημέρι είχε προγραμματιστεί ομιλία του στην ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ σφοδρή προμηνύεται η αντιπαράθεσή του με την αντιπολίτευση κατά τη διάρκεια της συζήτησης των νομοσχεδίων το Σαββατοκύριακο.
Αυτοεκπληρούμενη προφητεία;

Με τα χρονικά περιθώρια πάντως να στενεύουν, κάποιοι από τους βουλευτές της πλειοψηφίας αρχίζουν να κατανοούν ότι η κυβέρνηση υπό τις παρούσες συνθήκες έχει εγκλωβιστεί σε ένα σενάριο, το οποίο με δική της πρωτοβουλία εξύφανε και πάντως επιχείρησε να αξιοποιήσει, χωρίς κανένα απολύτως αποτέλεσμα.
Οπως με αφοπλιστικό τρόπο «αποκάλυψε» ο βουλευτής των ΑΝΕΛ Θ. Παπαχριστόπουλος μιλώντας στη Βουλή: «Τι άλλο μπορούσε να κάνει η κυβέρνηση όταν έβγαλε στη φόρα τον διάλογο Τόμσεν – Βελκουλέσκου; Το παλεύει με νύχια και με δόντια το ΔΝΤ. Πώς θα το έκαιγε διαφορετικά»…
Το μόνο που απομένει για το προσεχές διάστημα και εν όψει μιας ενδεχόμενης βασανιστικής παράτασης της εκκρεμότητας είναι η εκ μέρους της κυβέρνησης απόπειρα να εμφανιστεί ως δικαιωμένη από τις εξελίξεις, υποστηρίζοντας ότι οι καθυστερήσεις οφείλονται στους διεθνείς συνομιλητές της και όχι στη δική της κωλυσιεργία και στη νέα εκδοχή «δημιουργικής ασάφειας».
Υπό αυτό το πρίσμα, οι διάλογοι Τόμσεν – Βελκουλέσκου που είχαν δημοσιοποιηθεί προ μηνός προσλαμβάνουν ιδιαίτερη σημασία, καθώς μετατρέπονται σε βασικό σενάριο των εξελίξεων –τις οποίες όμως η κυβέρνηση δεν προτίμησε να αποτρέψει αλλά να επιβεβαιώσει.
«Τι χρειάζεται για να φθάσουμε στο σημείο λήψης αποφάσεων; Στο παρελθόν έχει υπάρξει μόνο μία φορά που ελήφθη απόφαση και αυτή ήταν όταν τους τελείωναν τα χρήματα και κινδύνευαν με χρεοκοπία. Σωστά» αναφερόταν μεταξύ άλλων στο δημοσίευμα των WikiLeaks, ως φράση που αποδιδόταν στον Πόουλ Τόμσεν, ο οποίος περιέγραφε ως εξής τη συνέχεια: «Και είναι πιθανό αυτό να συμβεί ξανά. Σε αυτή την περίπτωση (η συζήτηση) θα τραβήξει ως τον Ιούλιο και σαφώς οι Ευρωπαίοι δεν πρόκειται να κάνουν συζητήσεις για έναν μήνα πριν από το Brexit, επομένως σε κάποια φάση θα θέλουν να κάνουν ένα διάλειμμα και μετά θα θέλουν να ξαναρχίσουν μετά το δημοψήφισμα (στη Βρετανία)».
Καθώς η διαπραγμάτευση πλησιάζει με δραματικό τρόπο στο χρονικό σημείο που περιέγραφε ο αξιωματούχος του ΔΝΤ, η αγωνία μεταφέρεται στο αν θα επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις του για τις εξελίξεις, ειδικώς όταν τεθεί το ζήτημα των όρων και του τρόπου συμμετοχής του ΔΝΤ στη συνέχεια του προγράμματος (κάτι που η ελληνική πλευρά δεν επιθυμεί, καθώς η ρύθμιση του χρέους προϋποθέτει μεταξύ των άλλων και –τουλάχιστον –τα πρόσθετα μέτρα που η κυβέρνηση δεν αποδέχεται). «Βασικά εμείς εκείνη την ώρα λέμε «Κοίταξε, κυρία Μέρκελ, αντιμετωπίζεις ένα δίλημμα, πρέπει να σκεφθείς τι θα σου κοστίσει περισσότερο: να προχωρήσεις χωρίς το ΔΝΤ –δεν θα ρωτούσε η Bundestag «Το ΔΝΤ δεν είναι μαζί μας;» –ή να διαλέξεις την ανακούφιση του χρέους που πιστεύουμε ότι χρειάζεται η Ελλάδα, προκειμένου να συνεχιστεί η συνεργασία μας; Σωστά. Αυτό είναι το πραγματικό θέμα» φερόταν να δηλώνει στην υποκλαπείσα συνομιλία του ο Πόουλ Τόμσεν.

ΑΓΩΝΙΑ
Η βασική αγωνία της κυβέρνησης εντοπίζεται στο να αποσπάσει μια κάποια δέσμευση για το χρέος – κάτι που μόνο επικοινωνιακές ανάσες θα της έδινε, αφού η όποια ρύθμιση ουδεμία ουσιαστική επίπτωση θα έχει τα αμέσως επόμενα χρόνια.

Πολλοί είναι οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ οι οποίοι εκφράζουν τον προβληματισμό τους για τις επόμενες ψηφοφορίες. Η στάση των βουλευτών της σημερινής πλειοψηφίας δεν μπορεί να προδιαγραφεί αυτή τη στιγμή, επειδή η τακτική που επιλέχθηκε θα τους οδηγήσει να ψηφίζουν αλλεπάλληλες επιβαρύνσεις σε βασανιστικές δόσεις, με το σταγονόμετρο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ