Το πιστεύω του μέλους της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ και συμβούλου στο υπουργείο Δικαιοσύνης Πάνου Λάμπρου που έγινε γνωστός ανά το πανελλήνιο με τις καταγγελίες του Γιάννη Πανούση «για διασυνδέσεις με έγκλειστα μέλη τρομοκρατικών οργανώσεων» δεν έχει αλλάξει από τότε που εντάχθηκε, πιτσιρικάς ακόμη, στον «Ρήγα Φεραίο»: «Ανήκω στην κινηματική Αριστερά, δηλαδή την Αριστερά που κινείται, που αγκαλιάζει τα κινήματα ώστε να εκσυγχρονίζεται, που ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κοινωνίας και των ανθρώπων, γιατί διαφορετικά χάνει το οξυγόνο της» λέει χαρακτηριστικά. Στην «κινηματική Αριστερά» περιλαμβάνει ακόμη και τα κινήματα της Ακρας Αριστεράς, αφού τα θεωρεί «πρώτα εξαδέλφια της Αριστεράς».
Από ακτιβιστής έγινε σύμβουλος


Τα κινήματα δηλαδή, όπως αναφέρει, θα πρέπει να λειτουργούν παράλληλα ή ακόμη να ενσωματώνονται στο κόμμα. Κάτι που συνέβη ήδη στον ΣΥΡΙΖΑ όταν στελέχη του που παλαιότερα ήταν στο περιθώριο βρέθηκαν ξαφνικά στην εξουσία. Με ενεργή συμμετοχή στις διαδηλώσεις, με τραύματα στο κεφάλι και στα πλευρά από τα ρόπαλα και τις ασπίδες των ΜΑΤ, με συνεχείς συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής, με τις συνεχείς επισκέψεις στις φυλακές υπερασπιζόμενος τα δικαιώματα των κρατουμένων, πέρασε ξαφνικά στην αντίπερα όχθη: σύμβουλος για την αναμόρφωση του σωφρονιστικού συστήματος, στο πιο νευραλγικό υπουργείο για τα ανθρώπινα δικαιώματα, αυτό της Δικαιοσύνης. Και φυσικά οι ρόλοι μπερδεύτηκαν. Δικαίωμά του, λένε, να υπερασπίζεται τα δικαιώματα των κρατουμένων. Οταν όμως αναλαμβάνεις κρατική θέση και από τη θέση αυτή συνομιλείς με μέλη τρομοκρατικών οργανώσεων, τα πράγματα αλλάζουν. Πού πρέπει να σταματούν τα δικαιώματα των κρατουμένων και πού πρέπει η Πολιτεία να επεμβαίνει; Κανέναν πιθανόν δεν θα απασχολούσε η ενασχόληση του κ. Λάμπρου με τα δικαιώματα των κρατουμένων, αλλά όταν αρχίζει τις διαπραγματεύσεις (και τις συμφωνίες) μαζί τους, αλλάζει το πράγμα.
Αυτός ακριβώς ήταν και ο ρόλος του κ. Λάμπρου –σημαντικός κατά την κυβερνητική εκπρόσωπο Ολγα Γεροβασίλη –, ένας ρόλος διαπραγματευτή. Τοποθετήθηκε διαπραγματευτής, κατά την κυβερνητική εκδοχή, ώστε να προλαμβάνει εξεγέρσεις, στάσεις, απεργίες πείνας, ακόμη και αυτοκτονίες μέσα στις φυλακές. Και για να έχει μια επαφή το κράτος με τους κρατουμένους. Να γνωρίζει τι ακριβώς συμβαίνει στις φυλακές. Με μοναδική εμπειρία την πολυετή ενασχόλησή του με τα κάθε είδους κινήματα (ομοφυλοφίλων, μεταναστών, σεξουαλικής κακοποίησης γυναικών, μεταναστών κρατουμένων κ.ά.) και με την ενασχόλησή του στην έκδοση της εφημερίδας «Εποχή», συναντήθηκε τα τελευταία χρόνια με εκατοντάδες κρατουμένους. Ακουσε τα προβλήματά τους, έδωσε υποσχέσεις επίλυσής τους. Και δεν τον ενδιέφερε, όπως λέει, αν οι κρατούμενοι ήταν ποινικοί, αλλοδαποί, Ρομά, κρατούμενοι για οικονομικά εγκλήματα ή τρομοκράτες. Τις περισσότερες όμως «συνομιλίες» είχε με κρατουμένους που έχουν καταδικαστεί ή κατηγορηθεί για τρομοκρατικές ενέργειες. Στο πλαίσιο των επαφών του με τους κρατουμένους συναντήθηκε στην Στ’ Πτέρυγα των φυλακών Κορυδαλλού και με τον Ακη Τσοχατζόπουλο, ο οποίος δεν του εξέφρασε παράπονο για τις συνθήκες κράτησης παρά μόνο για τη Βίκυ Σταμάτη. Με τη σύζυγο του Τσοχατζόπουλου δεν συναντήθηκε όταν αυτή ήταν έγκλειστη στο Ψυχιατρείο, αλλά τη στήριξε γράφοντας ένα άρθρο στην «Εποχή», επισημαίνοντας πόσο άδικη ήταν η προφυλάκισή της.
Παιδί τετραμελούς φτωχής οικογένειας από τη Νέα Ιωνία, με πατέρα σερβιτόρο, αναγκάστηκε να φοιτήσει σε νυχτερινά σχολεία, για να εργάζεται την ημέρα σε οικοδομές, σε περίπτερα, σε εστιατόρια και καφενεία ως σερβιτόρος. Από μικρή ηλικία εντάχθηκε στην ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος και στο ΚΚΕ εσωτ. Αρχισε αμέσως να συμμετέχει στα κινήματα κοινωνικής αμφισβήτησης. Οπως λέει: «Αρχισα να παλεύω μαζί με τους άνεργους, τους επισφαλώς εργαζόμενους, τους μετανάστες, τους Ρομά, τους άστεγους, τους ανθρώπους με αναπηρία, τα θύματα της αστυνομικής αυθαιρεσίας». Συμμετείχε επίσης ενεργά στην πρωτοβουλία για τους πρώτους γάμους ομόφυλων ζευγαριών στην Τήλο.
Από τον Ρήγα στη Γένοβα


Εκφράζοντας σταθερά στα όργανα του Ρήγα και του ΚΚΕ εσωτ. ριζοσπαστικές, αριστερίστικες για τα δεδομένα του κόμματος προτάσεις και ιδέες, ανέρχεται γρήγορα στην ιεραρχία της Νεολαίας, καθόλου δύσκολο για τη χαλαρή οργανωτική της δομή. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 ως μέλος πλέον του κεντρικού συμβουλίου, επί γραμματείας του Νίκου Βούτση, καθοδηγεί τις οργανώσεις του Ρήγα στην Αθήνα. Συνδέεται γρήγορα με στελέχη που υπερασπίζονται τον «κομμουνιστικό» χαρακτήρα της Ανανεωτικής Αριστεράς, όπως οι Γιάννης Μπανιάς, Πάνος Σκουρλέτης, Νίκος Φίλης, Κώστας Γαβρόγλου. Ελένη Πορτάλιου, Στέλιος Παππάς, κόντρα στην ανανεωτική «ευρωπαϊκή πτέρυγα» την οποία εκφράζει εκείνη την εποχή ο Λεωνίδας Κύρκος. Με τη διάσπαση του ΚΚΕ εσωτ. και τη διάλυση του Ρήγα Φεραίου ακολουθεί το 1986 την «ομάδα Μπανιά» πρώτα ως ΚΚΕ εσωτ. Ανανεωτική Αριστερά και από το 1989 και μετά ως ΑΚΟΑ. Η κινηματική στάση του δεν περιορίζεται καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90 και τα πρώτα χρόνια του 2000, αφού παραμένει σταθερά και αμετακίνητα υποστηρικτής των κάθε είδους αριστερίστικων και κοινωνικών κινημάτων. Είναι από τα τελευταία στελέχη της ΑΚΟΑ τα οποία εντάσσονται στον ΣΥΡΙΖΑ, το 2008, όπου αμέσως έρχεται σε σφοδρή αντιπαράθεση με τους «παλιούς του συντρόφους» της ανανεωτικής πτέρυγας που αποχώρησαν λίγους μήνες αργότερα σχηματίζοντας τη ΔΗΜΑΡ. Με τον Αλ. Τσίπρα γνωρίστηκαν όταν ο σημερινός πρωθυπουργός ήταν στη Νεολαία του ΚΚΕ και αυτός στον «Ρήγα» και συναντήθηκαν και πάλι το 2000 στη Γένοβα.
Κορυφαίες στιγμές του, όπως ο ίδιος τις αφηγείται, ήταν η στάση του ΣΥΡΙΖΑ στις συγκρούσεις με την Αστυνομία τον Δεκέμβριο του 2008 με αφορμή τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου, αλλά και παλαιότερα οι συγκρούσεις με την Αστυνομία για τη δολοφονία του Καλτέζα (όπου ο ίδιος τραυματίστηκε) και για τη δολοφονία των Κουμή και Κανελλοπούλου (όπου τραυματίστηκε σοβαρά η αδελφή του).


Η σύγκρουση με τον Ι. Πανούση
Η «17Ν», ο Κωστάρης και ο αφοπλισμός των ΜΑΤ

Το 2012 η Ντόρα Μπακογιάννη κατήγγειλε ότι ήταν μάρτυρας υπεράσπισης του Ηρακλή Κωστάρη στη δίκη της «17Ν». Ο ίδιος δικαιολογήθηκε ότι απλώς κατέθεσε για έναν «σύντροφο» που γνώρισε στις συγκεντρώσεις του «Ρήγα», χωρίς να γνωρίζει τότε ότι ήταν μέλος της «17Ν». «Κατέθεσα μόνον για τον χαρακτήρα του. Αλλωστε δεν γνώριζα τίποτα άλλο. Ασε που τον θεωρούσα light αριστερό, αφού το πιο αριστερό που έλεγε ήταν «κάτω ο καπιταλισμός»».
Με το που αναλαμβάνει ο ΣΥΡΙΖΑ τη διακυβέρνηση της χώρας, αρχίζουν τα μπερδέματα μεταξύ των ρόλων του ακτιβιστή, υπερασπιστή των κινημάτων, και του κρατικού λειτουργού: πρώτα απ’ όλα, εισηγείται τον αφοπλισμό της Αστυνομίας, εν συνεχεία τον αφοπλισμό των ΜΑΤ, τη διάλυση της Ομάδας ΔΕΛΤΑ, ζητεί την κατάργηση των φυλακών τύπου Γ’, έρχεται σε σύγκρουση με τον Ι. Πανούση για την επέμβαση των ΜΑΤ στα Εξάρχεια και, έξω από τη Βουλή, πυκνώνει τις διασυνδέσεις του με τους κρατουμένους των «Πυρήνων της Φωτιάς»: «Με τον κ. Πανούση ήμασταν καλοί φίλοι και συνεργάτες. Είχαμε βεβαίως ιδεολογικές διαφορές, αλλά δεν συγκρουστήκαμε ποτέ. Μόνον ιδεολογική αντιπαράθεση» λέει, χωρίς όμως να θέλει να επεκταθεί.
Χαρακτηρίζει μάλιστα «φαιδρότητες» τα περί απειλών κατά της ζωής του πρώην υπουργού και παρά το γεγονός ότι έπαψε να είναι μετακλητός υπάλληλος του υπουργείου Δικαιοσύνης, θα συνεχίσει, όπως λέει, να ασχολείται και με τα κινήματα και τους φυλακισμένους, αφού αυτή είναι η πολιτική αποστολή της ζωής του.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ