Μεταπολίτευση αποκαλούμε τη σαραντάχρονη (πλέον) πολιτική ζωή της χώρας ύστερα από την κατάρρευση της δικτατορίας. Ο όρος ενέχει τη σημασία της μετά-βολής, της μετά-βάσης από μια κατάσταση σε μιαν άλλη, από τη δικτατορία στη δημοκρατία, από το Κακό στο Καλό. Ωστόσο με την πάροδο των χρόνων και την επάνοδό μας σε μια κατάσταση χειρότερη σε πολλά από την προδικτατορική αποσύνθεση, ο αισιόδοξος όρος όχι μόνο δεν ανταποκρίνεται στα συμβαίνοντα, αλλά, αντιθέτως, έχει μεταπέσει σε κούφια μετά-πολιτική ρητορική. Τηρουμένων των αναλογιών, «μετά-πολίτευση» σημαίνει ό,τι και οι διάσημοι όροι «μετά-λογοτεχνία» ή «μετά-μοντέρνο», δηλαδή σχεδόν τίποτε –και ας με συγχωρέσουν οι ειδήμονες αναλυτές. Σήμερα, σαράντα χρόνια μετά, η μεταπολίτευση είναι όρος κενός περιεχομένου. Χρησιμοποιείται κυρίως από τους πολιτικούς για να δηλώσουν πως η παρουσία τους, η δράση τους, η σκέψη τους, τελοσπάντων, έχει κάτι το μοντέρνο, το «μετά», το πραγματικό. Είναι έτσι; Μέσα στα σαράντα χρόνια παρήχθη, όντως, κάποια νέα πολιτική ιδεολογία και ηθική, ή μήπως ξαναπέσαμε στα χειρότερα «προ»; Πήγαμε πιο «μετά», ή γυρίσαμε πιο «πίσω»;
Με την πτώση της δικτατορίας συνέβησαν και πράγματα θετικά. Η ίδια η αποκατάσταση της δημοκρατίας είναι ένα μείζον, θεμελιώδες γεγονός. Οτι μπορέσαμε και σηκώσαμε το «κεφάλι από τς ερμιές» και σταθήκαμε όρθιοι μετά από την τραγωδία της Κύπρου και τη διαλυμένη Πολιτεία δεν είναι και λίγο. Οι όποιες αρχικές μεταρρυθμίσεις θα μπορούσαν, αν είχαμε μυαλό, να γίνουν πιο ριζοσπαστικές, πιο τολμηρές και θα είχαμε οδηγηθεί, πιθανότατα, σε ένα σύγχρονο, ευνομούμενο, οικονομικά εύρωστο κράτος, καύχημα της Ευρώπης. Δεν έγινε. Τι έφταιξε; Η λαϊκίστικη ρητορεία του Ανδρέα περί «αλλαγής» (δε μιλούμε για τα σκάνδαλα); Ο υπερτροφικός συνδικαλισμός, η ανίατη πολιτική διαφθορά, το κακό ριζικό μας; Παρά τα θετικά, υπήρξαν εγκληματικές ενέργειες όλα αυτά τα χρόνια εναντίον του Λαού και της δημοκρατίας. Μας κυβέρνησαν (και μας κυβερνούν) ακατάλληλα (ή και διεφθαρμένα) άτομα επειδή είχαν τη βούλα του «σοσιαλιστή», του «δημοκράτη» ή του «νεωτερίζοντος». Ομως δεν έλειψαν οι αγαθές προθέσεις· αυτό που έλειψε και λείπει είναι η εντιμότητα των προσώπων και η ικανότητά τους να δώσουν ορθές λύσεις στα προβλήματα. Αυτό που περισσεύει, ακόμη και τώρα μέσα στην κρίση, είναι ο ερασιτεχνισμός. Τα καβαλημένα κομματικά καλάμια που εμείς έχουμε εκλέξει. Οσοι έχουν συναλλαγές με την Εφορία θα καταλάβουν τι εννοώ. Τις πταίει λοιπόν; Ημείς.
Ενα καλό παράδειγμα χρόνιας ασχετοσύνης (αν όχι και δόλου) συνιστούν οι κομματικοί υπουργοί Παιδείας. Με την εξαίρεση δυο-τριών προσώπων (και αυτή η εξαίρεση ας τοποθετηθεί στην αρχή) οι άλλοι το μόνο που έκαναν ήταν να οραματίζονται μετά-ρρυθίσεις, μετά-αλλαγές, μετά-τομές, μετά-προγράμματα, μετά-δομές κ.λπ. όλοι τους ζούσαν τη φαντασίωση του «μεταρρυθμιστή». Και αν κάποιος ορθολογικός σχεδιασμός προτάθηκε, χάθηκε. Κι αν κάποια ουσιώδης αλλαγή πήγε να ξεμυτίσει, γύρισε πίσω. Κομματικά συμφέροντα; Ναι. Αλλά όχι μόνο: οι περισσότεροι από τους υπουργούς Παιδείας υπήρξαν ελαττωματικοί! Δυσλειτουργικοί. Ας δούμε τους δείκτες προόδου των σχολείων μας, ας μελετήσουμε τα αποτελέσματα των Πανελλαδικών τα τελευταία σαράντα χρόνια και ας κρίνουμε ψύχραιμα: είναι σήμερα καλύτερη η Παιδεία από τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης; Πέτυχε κάποια ουσιώδης, θεμελιακή εκπαιδευτική μεταρρύθμιση; Εχουμε σήμερα καλύτερους δασκάλους από τότε; Πέτυχε το Σχολείο; Πέτυχαν τα ΑΕΙ, πέτυχαν τα ΤΕΙ;
Με βάση τα παραπάνω μου φαίνεται προσφορότερο να ερμηνεύσουμε αυτή την περίοδο της Μεταπολίτευσης (με τα όποια αρνητικά και θετικά) με όρους όχι πια πολιτικούς, αλλά μετά-φυσικούς, ή καλύτερα, μετά-θρησκευτικούς. Οπως, λοιπόν, δείχνει η καθημερινότητα, σε αυτή τη «μετά-πολίτευση» δεν υπήρξε όντως ανάσταση της Πολιτείας και των θεσμών της. Αναγέννηση, δημοκρατική παλιγγενεσία κ.λπ. Αντίθετα, ενώ η μεταπολίτευση προέκυψε από τη πτώση της δικτατορίας, όλα τείνουν προς έναν πολυπρόσωπο φασισμό, όλα μοιάζουν να καταλήγουν σε έναν ψευδεπίγραφο κοινοβουλευτισμό. Απόδειξη: η είσοδος της Χρυσής Αυγής στη Βουλή. Τείνω, λοιπόν, να πιστέψω πως η ελληνική «μεταπολίτευση» είναι αυτό που περιγράφει τόσο παραστατικά ο Δάντης ως «κατάσταση των ψυχών μετά θάνατον» (status animarum post mortem)! Σε αυτόν τον «μεταθανάτιο» δαντικό τόπο ζούμε όλοι, σαράντα χρόνια τώρα, όντας «νεκροί». Αλλες ψυχές βουρλίζονται στην Κόλαση της ανέχειας και της οδύνης, άλλες ελπίζουν πως ένα Καθαρτήριο Κόμμα θα τις οδηγήσει στην Εδέμ, άλλες ζουν, τώρα και πολλές δεκαετίες, σε έναν Παράδεισο, στον οποίο κάποιος τους έμπασε από τα πλάγια. Κοντολογίς, όλοι ζούμε καλά, μολονότι από καιρό είμαστε πολιτικά νεκροζώντανοι. Ο Ανδρέας ζει. Η Αριστερά ζει. Οι αντιστασιακοί ζουν (μερικοί μάλιστα βασιλεύουν ακόμη). Το Πολυτεχνείο; Ζει και είναι μια χαρά. Η Δημοκρατία; Ζει και ανδριεύει και κάθε χρόνο (τέτοιες μέρες) σβήνει ένα παραπάνω κεράκι γενεθλίων.
Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ