Περισσότερο από έναν αιώνα μετά τις βάναυσες δολοφονίες του τσάρου Νικολάου Β' της Ρωσίας, της συζύγου του, τσαρίνας Αλεξάνδρας, και των πέντε παιδιών τους (Όλγα, Τατιάνα, Μαρία, Αναστασία και Αλεξέι), η εκτέλεση της ρωσικής αυτοκρατορικής οικογένειας συνεχίζει να διεγείρει το ενδιαφέρον. Με αφορμή την 100ή επέτειο των θανάτων τους, το βιβλίο της Helen Rappaport, «The Race to Save the Romanovs,», αναφέρε λεπτομερώς τι συνέβη τις τελευταίες μέρες της αιχμαλωσίας των αυτοκρατορικής οικογένειας της Ρωσίας:
''Για την οικογένεια Ρομανόφ, η Τρίτη 16 Ιουλίου 1918 στο Αικατερίνμπουργκ ήταν σαν οποιαδήποτε άλλη μέρα στο Ipatiev, το σπίτι όπου κρατούνταν, με κάποιες διακοπές για εξαιρετικά λιτά γεύματα σύντομες περιόδους αναψυχής στον κήπο, ανάγνωση και παιχνίδια καρτών. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων τριών μηνών, οι ζωές τους είχαν καταστραφεί από την τρομερή μεταστροφή της τύχης, τις ακραίες πιέσεις που τους είχαν ασκηθεί, την αιχμαλωσία και από την πλήρη έλλειψη επαφής με τον έξω κόσμο. Ήταν μόνο το γεγονός ότι ήταν ακόμη μαζί και το ότι βρίσκονταν στη Ρωσία αυτό που τους κρατούσε, καθώς και η βαθιά θρησκευτική τους πίστη και απόλυτη εμπιστοσύνη στο Θεό.
Από τότε που ήρθαν εδώ είχαν μάθει να αγαπούν τις μικρότερες και πιο απλές απολαύσεις: ο ήλιος έλαμπε. Ο τσάρεβιτς είχε ανακάμψει από την πρόσφατη ασθένεια και οι μοναχές είχαν τη δυνατότητα να του φέρουν αβγά. Η οικογένεια μπορούσε να κάνει περιστασιακά μπάνιο''. Αυτές τις λεπτομέρειες δίνει το ημερολόγιο της τσαρίνας, που, παρά τη συντομία τους, μας δίνουν μια σαφή και αδιάσειστη εικόνα της κατάστασης ηρεμίας της οικογένειας -σχεδόν ευσεβούς αποδοχής- της μοίρας τους
Απ' ό,τι θα διηγούνταν αργότερα οι δεσμοφύλακές τους, η τσαρίνα Αλεξάνδρα, ειδικότερα, είχε παραδοθεί πλέον στο Θεό. Πονούσε διαρκώς: στην καρδιά της, στην πλάτη της, στα πόδια της. Και η πίστη της ήταν το μοναδικό της καταφύγιο. Περνούσε το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου της έχοντας μία από τις κόρες της δίπλα της να της διαβάζει ιερά κείμενα, ενώ οι τρεις άλλες πριγκίπισσες έβγαιναν στο κήπο.