Η υπόθεση του Δόκτορα Τζέκιλ και του Κύριου Χάιντ είναι μια νουβέλα φανταστικής λογοτεχνίας γραμμένη από τον Σκοτσέζο συγγραφέα Ρόμπερτ Λούις Στίβενσον, που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1886 στο Λονδίνο.
Το βιβλίο, το οποίο έγινε ένα από τα πιο γνωστά του έργα, βασίστηκε σε έναν εφιάλτη που ταλαιπωρούσε τον ίδιο τον συγγραφέα. Τον δόκτορα Τζέκιλ βασανίζει η επίγνωση της ερεβώδους αντιφατικής φύσης του, όπου η τάση για το καλό και η αντίθετή της, προς το κακό, συνυπάρχουν σαν ξεχωριστές προσωπικότητες και ανταγωνίζονται η μία την άλλη γι’ αυτό και προσπαθεί μέσα από την έρευνά του να τις διαχωρίσει.
Ανακαλύπτει το φάρμακο που δημιούργησε στο εργαστήριό του, το οποίο απορροφά την ερεβώδη πλευρά του σε μια νέα προσωπικότητα που λέγεται κύριος Χάιντ. Όμως ο διαχωρισμός φέρνει παρενέργειες, τις οποίες ο εφευρέτης του φαρμάκου δεν είχε προβλέψει. Ο κύριος Χάιντ σταδιακά γίνεται όλο και πιο ανεξάρτητος, όλο και πιο ανεξέλεγκτος. Σκληρός, βάναυσος και καταθλιπτικός, διαπράττει απίστευτα φρικιαστικά εγκλήματα, ώσπου ο δόκτωρ Τζέκιλ γίνεται στην πραγματικότητα αιχμάλωτός του.
Ο Ηλίας Μίχος, δεν υπήρξε φυσικά ποτέ δόκτωρ Τζέκιλ, ήταν πάντα ο εικονικά «ευυπόληπτος πολίτης», η γνωστή περίπτωση του «καλού οικογενειάρχη», του υπεράνω πάσης υποψίας γείτονα, ο οποίος έχει τεκμηριώσει την φιλήσυχη, αποδεκτή εικόνα του πάτερ φαμίλια, με κοινωνική δράση στην ψηφιακή και πραγματική ζωή, με σειρά αναρτήσεων φωτογραφιών δίπλα σε σημαίνοντα πολιτικά πρόσωπα και σε στασίδια εκκλησίας, με την ελληνική σημαία φόντο των κάδρων του, αποδεικνύεται, τελικά, ένα τέρας σύμφωνα με τις μαρτυρίες του ίδιου του θύματος, της τότε 12χρονης, η οποία έδωσε λεπτομερείς και απολύτως σαφείς περιγραφές για τη δράση του 55χρονου, σήμερα, πρώην ιδιοκτήτη σούπερ μάρκετ.
Η εισαγγελέας του δικαστηρίου ζήτησε την αθώωση του Ηλία Μίχου, του βασικού κατηγορούμενου στην φρικιαστική υπόθεση βιασμού και μαστροπείας με θύμα το 13χρονο, πλέον, κορίτσι από τον Κολωνό, δίνοντας μια γερή κλωτσιά στο στομάχι της αίσθησης δικαίου μιας ολόκληρης κοινωνίας.