Με αγωνία για την τύχη των επενδύσεών τους στην Ελλάδα αναμένουν οι ιδιώτες μέτοχοι των τεσσάρων συστημικών ομίλων τις πρωτοβουλίες της νέας κυβέρνησης. Η αβεβαιότητα για τη στρατηγική που θα εφαρμοστεί στον κλάδο και η σεναριολογία για σαρωτικές αλλαγές στις σημερινές διοικήσεις και για αλλαγή του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου που διέπει τον έλεγχο των τραπεζών από το Δημόσιο προκάλεσαν κύμα ρευστοποιήσεων στο χρηματιστήριο, οδηγώντας μέσα στο πρώτο τριήμερο μετά τις εκλογές τις τιμές των μετοχών χαμηλότερα ως και 43%.
Οπως επισημαίνουν αναλυτές, οι πιέσεις αυτές εκφράστηκαν κυρίως μέσω της αποχώρησης των πιο επιθετικών hedge funds, που επέλεξαν να μειώσουν ή και να κλείσουν τελείως τις θέσεις τους, διαβλέποντας αυξημένους κινδύνους στην ελληνική οικονομία. «Οι πρώτες εξαγγελίες υπουργών της νέας κυβέρνησης τρόμαξαν τους επενδυτές, δημιουργώντας την αίσθηση ότι οδεύουμε προς πλήρη ρήξη με τους δανειστές, δεδομένου ότι πολλές από αυτές αντίκεινται όχι μόνο στις ως τώρα συμφωνίες με την τρόικα, αλλά και με κανονισμούς της ΕΕ» υπογραμμίζουν κύκλοι της αγοράς.
Σχέδια αναδιάρθρωσης

Στον τελευταίο γύρο ανακεφαλαιοποίησης την περασμένη άνοιξη, θεσμικοί κυρίως επενδυτές «πόνταραν» συνολικά €8,3 δισ. στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, καλύπτοντας τις αυξήσεις κεφαλαίου που πραγματοποιήθηκαν. Οι τοποθετήσεις αυτές έγιναν με γνώμονα τα επιχειρησιακά πλάνα και τα σχέδια αναδιάρθρωσης που παρουσίασαν οι διοικήσεις των τραπεζών. Από την περασμένη Δευτέρα οι κινήσεις που αυτά περιλαμβάνουν έχουν τεθεί υπό αμφισβήτηση.
Οπως εξηγούν τραπεζικοί κύκλοι, δεν είναι μόνο η μακροοικονομική επιδείνωση που προκαλεί η καθυστέρηση που συνεπάγεται η κυβερνητική αλλαγή και η απόσταση που διαφαίνεται να υπάρχει στις θέσεις μεταξύ του υπουργείου Οικονομικών και των ευρωπαϊκών θεσμών.

«Οι ξένοι επενδυτές εμπιστεύτηκαν συγκεκριμένες διοικήσεις και συγκεκριμένα προγράμματα με στόχο την επαναφορά την τραπεζών σε κερδοφορία. Κάθε λοιπόν αλλαγή των κανόνων του παιχνιδιού που σχετίζεται με μια σειρά από θέματα, όπως π.χ. τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων ή τις δυνατότητες μείωσης του λειτουργικού κόστους ή ακόμη και μισθολογικά ζητήματα, μπορεί να εκτροχιάσει την πορεία ανάκαμψης των αποτελεσμάτων»
τονίζουν οι ίδιες πηγές.
Μόνο τυχαία δεν ήταν η επίσκεψη του επικεφαλής της Fairfax, βασικού μετόχου της Eurobank, Πρεμ Γουάτσα, την Παρασκευή στην Αθήνα, για συνάντηση με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη. Σύμφωνα με πηγές από την αντιπροεδρία, ο κ. Γουάτσα εξέφρασε την επιθυμία του για συνέχιση των επενδύσεων στην Ελλάδα, χωρίς να γίνει συζήτηση για ενδεχόμενες αλλαγές στη διοίκηση της Eurobank.
Οι νέες διοικήσεις

Παρά το γεγονός ότι με βάση τη νομοθεσία το Δημόσιο δεν μπορεί να εκλέξει διοικήσεις στον τραπεζικό τομέα, πληροφορίες αναφέρουν ότι οι σχετικές διεργασίες έχουν ήδη ξεκινήσει. Πάντως ότι για να υπάρξουν αλλαγές θα πρέπει είτε οι ιδιώτες μέτοχοι να συγκαλέσουν έκτακτες γενικές συνελεύσεις και να τις επικυρώσουν ή να τροποποιηθεί με νομοθετική παρέμβαση το πλαίσιο λειτουργίας του ΤΧΣ και το τελευταίο να ασκήσει πλήρως τα δικαιώματα ψήφου, τα οποία σε θέματα ελέγχου του management έχουν ανασταλεί στις Εθνική, Alpha και Πειραιώς μετά τις αυξήσεις κεφαλαίου του 2013.
Στη Eurobank ομάδα funds με επικεφαλής τη Faιrfax ελέγχει το 65% της τράπεζας, άρα και τη σύνθεση της διοίκησής της. Αλλαγές αναμένεται να γίνουν και στο ΤΧΣ. Μετά την παραίτηση του Παναγιώτη Ρουμελιώτη από τη θέση του αντιπροέδρου της Πειραιώς, «φούντωσαν» τα σενάρια ότι θα μετακομίσει στο Ταμείο.
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, δεν υπάρχει πρόθεση για την επιβολή διοικητικών αλλαγών βίαια και άμεσα. Στόχος είναι, με βάση τους ίδιους κύκλους, η αλλαγή του θεσμικού πλαισίου να επιτρέψει τον ουσιαστικό και σε βάθος έλεγχο των τραπεζών από τους εκπροσώπους του Δημοσίου στα διοικητικά τους συμβούλια. Σημειώνουν δε πως δεν πρόκειται να προχωρήσουν νωρίτερα σε καμία κίνηση, εκτός και αν υπάρξει κάποια παραίτηση από μέλη των διοικήσεων των ομίλων.


Επίπτωση
Φόβοι για πιέσεις στα αποτελέσματα

Η διενέργεια των εκλογών και οι αβεβαιότητες σε σχέση με τις πολιτικές που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση πάει πίσω τον προγραμματισμό των διοικήσεων των τραπεζών, ανατρέποντας τους γρήγορους ρυθμούς εκτέλεσης των πλάνων αναδιάρθρωσης που είχαν επιτευχθεί ως σήμερα.
Το πρώτο πλήγμα που δέχθηκαν οι συστημικοί όμιλοι σχετίζεται με τη ρευστότητα. Τον Δεκέμβριο οι εκροές καταθέσεων έφτασαν τα 4 δισ. ευρώ, ενώ τον Ιανουάριο η διαρροή κινήθηκε, σύμφωνα με πληροφορίες, στα επίπεδα των 9 δισ. ευρώ.
Οι πιέσεις αυτές καλύφθηκαν μέσω χρηματοδότησης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η οποία κατά ορισμένες πληροφορίες έχει αυξηθεί κατά 20 δισ. ευρώ σε σχέση με τα τέλη Νοεμβρίου. Εξάλλου, δεν αποκλείεται να έγινε την περασμένη εβδομάδα χρήση και μέρους των 10 δισ. ευρώ του έκτακτου μηχανισμού στήριξης της Τράπεζας της Ελλάδος (ELA) που έχει ενεργοποιηθεί.
Σημειώνεται πως οι μηχανισμοί αυτοί παρέχονται υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε πρόγραμμα.
Από την άλλη πλευρά, ερωτηματικό παραμένει η στάση που θα ακολουθήσουν οι δανειολήπτες το επόμενο διάστημα.
Οπως επισημαίνει επικεφαλής μονάδας επισφαλειών, «πάνω που οι εισπράξεις είχαν αρχίσει να ανακάμπτουν σημαντικά και να αναθερμαίνεται το ενδιαφέρον για αναδιάρθρωση χρεών από μικρές επιχειρήσεις, προκηρύχθηκαν οι εκλογές». Και αγωνιά για το ενδεχόμενο να υπάρχει στάση πληρωμών ακόμη και από ενήμερους δανειολήπτες, υπό την προοπτική μιας καλύτερης ρύθμισης των χρεών τους.
Μια αρνητική εξέλιξη σε αυτό το πεδίο θα έχει άμεση επίπτωση τόσο στα έσοδα όσο και στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών. Υπενθυμίζεται ότι οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι πέρασαν με απόλυτη επιτυχία τα πανευρωπαϊκά stress tests του περασμένου Νοεμβρίου, διατηρώντας επαρκή κεφαλαιακά αποθέματα. Οσον αφορά τις νέες δανειοδοτήσεις, τραπεζικό στέλεχος τονίζει ότι έχει «παγώσει» κάθε σχεδιασμός για αύξηση των χρηματοδοτήσεων το 2015.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ