Διαγραφή μέρους των χρεών από τα περίπου 42,5 δισ. ευρώ κόκκινων δανείων που οφείλουν περί τις 110.000 μικρού, μεσαίου και μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεις προς τις τράπεζες καθώς και των προσαυξήσεων από οφειλές προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία που δημιουργήθηκαν στην περίοδο της κρίσης και κυρίως στην τετραετία 2010-2013, χωρίς τον κίνδυνο οι τραπεζίτες να κατηγορηθούν για απιστία, προβλέπει το νομοσχέδιο για τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων που συζητά η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης με τους εκπροσώπους των δανειστών.
Η διάρκεια του νομοσχεδίου θα είναι διετής, θα έχει δηλαδή διάρκεια ως το 2016, αλλά ακόμη τελεί υπό την έγκριση της τρόικας η οποία δεν έχει πεί την τελευταία λέξη.
Δικλίδες ασφαλείας
Στόχος της κυβέρνησης είναι η επανεκκίνηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας με κούρεμα σημαντικού μέρους ως και 50% των οφειλών πολλών επιχειρήσεων, μικρών και μεγάλων, που όμως είναι βιώσιμες και έχουν προοπτικές. Ωστόσο, θα υπάρξουν σοβαρές δικλίδες ασφαλείας προκειμένου να αποφευχθεί η καταδολίευση των διατάξεων.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες του «Βήματος», αν μια επιχείρηση έχει ενταχθεί στη ρύθμιση και δεν πληρώσει τη δόση που έχει καθοριστεί σε έναν από τους πιστωτές (Δημόσιο, ΙΚΑ, τράπεζες), τότε εκπίπτει της ρύθμισης και επανεργοποιείται το σύνολο της αρχικής οφειλής. Επίσης, ουσιώδες στοιχείο για την ένταξη μιας επιχείρησης στον εξωδικαστικό μηχανισμό και τη ρύθμιση είναι η καταγραφή όλων των περιουσιακών στοιχείων των ιδιοκτητών ή των μετόχων, προκειμένου να αποφευχθεί το φαινόμενο των πλούσιων επιχειρηματιών και των φτωχών επιχειρήσεων.
Το νομοσχέδιο, με τις διατάξεις του οποίου φέρεται να συμφωνεί η τρόικα, αφορά δύο κατηγορίες επιχειρήσεων: η πρώτη περιλαμβάνει περίπου 100.000 επιχειρήσεις που απασχολούν μέχρι 9 εργαζομένους και η δεύτερη γύρω στις 10.000 επιχειρήσεις με περισσότερους από 9 εργαζομένους ή με ετήσιες πωλήσεις μεγαλύτερες από 900.000 ευρώ.
Η πρώτη κατηγορία έχει τραπεζικές οφειλές συνολικά περί τα 4,5 δισ. ευρώ και η δεύτερη περί τα 38 δισ. ευρώ. Σ’ αυτή την περίπτωση δεν συνυπολογίζονται οι οφειλές προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία, που είναι άλλα περίπου 40 δισ. ευρώ. Οπως έχει εξηγήσει ο υπουργός Ανάπτυξης κ. Νίκος Δένδιας, με τη ρύθμιση όλοι οι πιστωτές θα βγουν κερδισμένοι, αφού στην παρούσα φάση κανένας τους δεν εισπράττει ούτε μέρος των οφειλομένων.
Οι τράπεζες
Σύμφωνα με εκτιμήσεις κυβερνητικών και τραπεζικών κύκλων η ρύθμιση δεν πρόκειται να επηρεάσει την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών, ενώ από την άλλη πλευρά οι τράπεζες θα έχουν όφελος τόσο από φορολογικές εκπτώσεις που θα αφορούν μελλοντικές οικονομικές χρήσεις όσο και από την αποδέσμευση κεφαλαίων ύψους 20-22 δισ. ευρώ που αφορούν προβλέψεις από τα «κόκκινα» δάνεια. Αν από το σύνολο των επιχειρήσεων που σήμερα δεν εξυπηρετούν τις δανειακές τους υποχρεώσεις το 18% ενταχθεί στη ρύθμιση και αρχίσει και πληρώνει αυτό θα είναι καθαρό κέρδος για το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία, έλεγε κορυφαίος παράγοντας του υπουργείου Ανάπτυξης.
Ειδικότερα, το νομοσχέδιο προβλέπει ένα μάλλον τυποποιημένο σύστημα ρύθμισης των οφειλών των μικρών επιχειρήσεων –όσων δηλαδή διαθέτουν λιγότερους από 9 εργαζομένους και έχουν ετήσιες πωλήσεις μικρότερες των 900.000 ευρώ. Προβλέπει συγκεκριμένα πως αν μια επιχείρηση έρθει σε συμφωνία με τις πιστώτριες τράπεζές της και αυτές της κουρέψουν οφειλές π.χ. 50.000 ευρώ, τότε μπορεί να απευθυνθεί στο Δημόσιο και αν το ύψος των προσαυξήσεων και των προστίμων που της έχουν επιβληθεί για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της (που δεν είναι ΦΠΑ και ΦΜΥ) είναι, ας υποθέσουμε, 50.000 ευρώ, τότε και αυτό το ποσό θα κουρεύεται. Ακολούθως, εφόσον έχει οφειλές και στο ΙΚΑ και της έχουν επιβληθεί προσαυξήσεις οι οποίες ανέρχονται στα 50.000 ευρώ, και αυτό το ποσό θα κουρευτεί. Αν όμως σε μια άλλη επιχείρηση το Δημόσιο της έχει επιβάλει προσαυξήσεις για την κύρια οφειλή της ύψους 30.000 ευρώ και το ΙΚΑ άλλες 20.000, αλλά η τράπεζα της έχει κουρέψει 50.000, τότε θα της κουρευτούν μόνο τα ποσά των προσαυξήσεων που είναι 30.000 και 20.000 αντίστοιχα. Γι’ αυτή τη συγκεκριμένη κατηγορία, μπορεί μια επιχείρηση να ενταχθεί στη ρύθμιση ακόμη και αν από τις π.χ. τρεις τράπεζες στις οποίες οφείλει δεχθεί μόνο μία να της κάνει ρύθμιση των οφειλών της.
Σχέδιο εξυγίανσης
Στην κατηγορία των μεγάλων επιχειρήσεων η διαδικασία έχει την ίδια λογική, αλλά είναι πιο σύνθετη. Και κυρίως είναι εξατομικευμένη. Επί παραδείγματι, μια επιχείρηση για να ενταχθεί στη ρύθμιση χρειάζεται να έχει διαμορφώσει σχέδιο εξυγίανσης το οποίο να έχει εγκριθεί από το 60% ή το 65% των πιστωτών, οι οποίοι κατέχουν το 40% των εμπράγματων εξασφαλίσεων. Και θα ανέρχονται σε 100 οι δόσεις αποπληρωμής. Αυτή είναι και μία ουσιώδης διαφορά σε σχέση με την ένταξη στη ρύθμιση των μικρών επιχειρήσεων, όπως επίσης και η συμφωνία που θα έχει επιτύχει η εν λόγω επιχείρηση με την πλειοψηφία των πιστωτών είναι δεσμευτική και για τους ιδιώτες πιστωτές που δεν έχουν συμμετάσχει στη συμφωνία. Και το ποσό που η πλειοψηφία των πιστωτών θα κουρέψει θα προκαλέσει μείωση των προσαυξήσεων της κύριας οφειλής που η επιχείρηση έχει προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία.
Οι τράπεζες, ανάλογα με την περίπτωση, θα μπορούν να κάνουν κεφαλαιοποίηση χρεών και ρύθμιση του δανείου, όπως και κούρεμα. Η καταληκτική ημερομηνία για την υποβολή της αίτησης υπαγωγής στις διατάξεις του νόμου θα είναι μέχρι το τέλος του Ιουνίου του 2015. Θα υποβάλλεται στο δικαστήριο, θα μπορεί να συζητηθεί σε δύο μήνες και σε έναν μήνα από τη συζήτηση να εκδοθεί απόφαση.
Εφόσον η επιχείρηση που εντάσσεται στη ρύθμιση οφείλει δεδουλευμένα σε εργαζομένους είναι υποχρεωμένη να τα εξοφλήσει σε διάστημα 12 μηνών.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ